Τρίτη, 10 Δεκέμβριος 2024

Ένα Σύμφωνο υψηλών προσδοκιών για την Ευρώπη

Π​​ώς πρέπει να προχωρήσει η Ε.Ε. για να ξεπεράσει την «πολυκρίση» των τελευταίων ετών; Ποιοι αμοιβαίοι συμβιβασμοί απαιτούνται; Ποια ζητήματα μπορούν να αποτελέσουν τον άξονα μιας «μεγάλης συμφωνίας»; Ποιο πρέπει να είναι το μέλλον της Ευρώπης;

Ενα δίκτυο ιδρυμάτων και «δεξαμενών σκέψης», υπό το «Νέο Σύμφωνο για την Ευρώπη» (New Pact for Europe), απαντά στα ερωτήματα αυτά, έχοντας ολοκληρώσει μια ευρεία διαβούλευση που κράτησε πέντε χρόνια. Μεταξύ 2013-17 διοργανώθηκαν περισσότερες από 120 συναντήσεις σε 17 κράτη-μέλη της Ε.Ε., εμπλέκοντας διαμορφωτές πολιτικής, ειδικούς, οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών και πολίτες. Οι συζητήσεις διεξήχθησαν στο εσωτερικό των κρατών-μελών, μεταξύ εθνικών ομάδων προβληματισμού, και πανευρωπαϊκά. Τα συμπεράσματα αποτυπώθηκαν σε επιμέρους εκθέσεις. Στο τελικό στάδιο, μια Ευρωπαϊκή Ομάδα Προβληματισμού επεξεργάστηκε τη σύνθεσή τους σε διήμερα πυκνών συζητήσεων. Το τελικό προϊόν αυτής της μακράς διαβούλευσης παρουσιάστηκε την εβδομάδα που πέρασε (Re-energising Europe: A package deal for the EU27).

Η έκθεση ξεκινάει από τη διαπίστωση ότι η εμβάθυνση της ευρωπαϊκής συνεργασίας δεν είναι ιδεολογία: είναι μια αναγκαιότητα, σε έναν κόσμο αλληλεξάρτησης όπου τα εθνικά κράτη μόνα τους είναι αδύναμα να υπερασπιστούν αποτελεσματικά τις αξίες και τα συμφέροντά τους. Ακόμα και οι ισχυρότερες χώρες, η Γερμανία ή η Γαλλία, είναι μεσαία κράτη στην παγκόσμια κλίμακα, με συρρικνούμενο μερίδιο ισχύος και επιρροής. Επομένως η ενότητα της Ευρώπης προβάλλει ως η ευφυέστερη εθνική επιλογή για τα μέλη της, σε έναν κόσμο όπου το κέντρο ισχύος μετατοπίζεται προς την Ασία και ο εταίρος της άλλης πλευράς του Ατλαντικού είναι ασταθής και απρόβλεπτος.

Ποιοι είναι οι τομείς όπου «περισσότερη Ευρώπη» θα είχε ωφέλειες για τα κράτη-μέλη; Ή αντίστοιχα εκείνοι όπου η απουσία περαιτέρω ενοποίησης θα οδηγούσε σε συλλογική οπισθοδρόμηση;

Η έκθεση ξεχωρίζει τρία πεδία, υψηλής πολιτικής προτεραιότητας: την οικονομική και κοινωνική πολιτική με επίκεντρο την Ευρωζώνη, τη μετανάστευση, και την ασφάλεια. Η Ε.Ε. είναι πολωμένη μεταξύ Βορρά-Νότου στο θέμα της οικονομικής πολιτικής. Και είναι διαιρεμένη μεταξύ Δυτικής και Κεντροανατολικής Ευρώπης στα ζητήματα της μετανάστευσης.

Η έκθεση προτείνει μια ευρεία σύνθεση, έναν συμβιβασμό ανάμεσα στις δύο αντίπαλες «σχολές σκέψης» όσον αφορά τις οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές στην Ευρωζώνη. Από τη μια πλευρά βρίσκονται εκείνοι (κυβερνήσεις και παρατάξεις) που υπερασπίζονται το δίπτυχο της «υπευθυνότητας και ανταγωνιστικότητας», υποστηρίζοντας την αυστηρότερη εφαρμογή των κανόνων, πειθαρχία στα κελεύσματα των αγορών, αποφυγή διάσωσης κρατών-μελών, αποκλειστική έμφαση στις εθνικές μεταρρυθμίσεις. Και από την άλλη, η σχολή σκέψης που υποστηρίζει περισσότερη αλληλεγγύη και κοινωνική προστασία, πιο ευέλικτους κανόνες, μεγαλύτερη διακριτική ευχέρεια, επιμερισμό των κινδύνων, περισσότερη ευρω-στήριξη στις εθνικές προσπάθειες μεταρρυθμίσεων, χώρο για δημόσιες επενδύσεις, και μείωση των μεγάλων ανισορροπιών. Σε κάθε προσέγγιση εγγράφονται συγκεκριμένες πολιτικές και μεταρρυθμίσεις, που αλληλοεξισορροπούνται: για παράδειγμα, η ενίσχυση με ευρωπαϊκές επενδύσεις των οικονομιών σε ύφεση, με αντάλλαγμα μεταρρυθμίσεις που αυξάνουν την παραγωγικότητά τους.

Αντίστοιχα για τη μετανάστευση, η προτεινόμενη συμφωνία επιδιώκει να εξισορροπήσει ασφάλεια και αλληλεγγύη, προωθώντας μια «Ευρώπη που προστατεύει» τους πολίτες της, χωρίς όμως να καταλήγει σε «Ευρώπη φρούριο». Θέλει να συγκεράσει την ασφάλεια των πολιτών απέναντι σε ανεξέλεγκτες εισροές μετανάστευσης, με την ανάγκη αλληλέγγυας στάσης μεταξύ των κρατών-μελών, απέναντι στους απελπισμένους που κρούουν τις πύλες της Ευρώπης, απέναντι στις χώρες διέλευσης και προέλευσης των μεταναστευτικών ρευμάτων.

Τέλος στον τομέα της ασφάλειας, η προστιθέμενη αξία της Ενωσης μεγιστοποιείται με την εμβάθυνση της συνεργασίας στην εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια, στην αμυντική συνεργασία και αντιμετώπιση της τρομοκρατίας.

Ο μέγας αντίπαλος της Ευρώπης δεν είναι ο λαϊκισμός, αλλά οι πολλαπλές όψεις φόβου και ανασφάλειας που τρέφουν τον λαϊκισμό. Ανασφάλεια κοινωνική και οικονομική, τεχνολογική, ανασφάλεια ταυτότητας, ανασφάλεια απέναντι στην τρομοκρατία και τις εξωτερικές απειλές. Η συλλογική αποτυχία της Ευρώπης θα σήμαινε την περαιτέρω άνοδο αυταρχικών και εθνικολαϊκιστικών δυνάμεων, που έχασαν τη μάχη αλλά όχι και τον πόλεμο.

Είναι υπερβολικά φιλόδοξα όλα αυτά; Πιθανόν. Οι διαπραγματεύσεις της «Τζαμάικα» στο Βερολίνο κατέρρευσαν όταν οι ευρωσκεπτικιστές του FDP αρνήθηκαν την αλλαγή status quo της Ευρωζώνης με διεύρυνση του ρόλου του ESM. Η προγραμματική συμφωνία της ολλανδικής κυβέρνησης απαγορεύει την ενίσχυση του ESM. Ο Μακρόν αναζητά απεγνωσμένα συνομιλητές. Μόνο ένας μεγάλος γερμανικός συνασπισμός με τους Σοσιαλδημοκράτες θα μπορούσε να υποστηρίξει τις μεταρρυθμίσεις – αλλά και τότε, άλλες χώρες θα μπορούσαν να εναντιωθούν. Το παράθυρο ευκαιρίας θα κλείσει σύντομα, καθώς οι κρίσιμες εκλογές στην Ιταλία τον Μάρτιο απειλούν να ρίξουν την Ε.Ε. σε νέα περιδίνηση. Μεγάλα τα εμπόδια λοιπόν. Αλλά η Ευρώπη δεν οικοδομήθηκε στον αστερισμό των χαμηλών προσδοκιών.

*Δημοσιεύτηκε στην "Καθημερινή" στις 26/11/2017.

Προσθήκη νέου σχολίου


Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση