Πέμπτη, 18 Απρίλιος 2024

Στην Ευρώπη Κέινς, στην Ελλάδα μεταρρύθμιση

Ν​​α μη μαθαίνεις από τα λάθη είναι πρόβλημα. Να τα επαναλαμβάνεις ακόμα χειρότερο. Να το κάνεις όταν έχουν ήδη στοιχίσει πολύ ακριβά, είναι ασυγχώρητο.

Ελπίζω ότι κάνω λάθος, αλλά η κυβέρνηση δείχνει να ετοιμάζεται για ένα γύρο χαλάρωσης. Ενδεχομένως να τον βαφτίσει κοινωνική στροφή. Πιθανόν να τον ντύσει και με τα χρώματα της εθνικής ομάδας. Μεταρρυθμιστική κόπωση; Εξοικονόμηση δυνάμεων ενόψει της μεγάλης διαπραγμάτευσης του φθινοπώρου; Ή η τυπική αγωνία κυβέρνησης που βλέπει στον ορίζοντα εκλογές; Ο,τι και να 'ναι, αν είναι, θα έχει κόστος.

Δεν είναι μόνο ο φαύλος κύκλος του μπρος-πίσω, που πληρώσαμε ακριβά με ελλείμματα, αναξιοπιστία, υπερχρέωση και κρίση. Είναι ότι είμαστε στη φάση που η κυβέρνηση θα έπρεπε να σκέφτεται στρατηγικά και να δρα γενναία – γιατί ο μπούσουλας των εξωτερικά επιβεβλημένων αλλαγών πλησιάζει στο τέλος του. Να σκέφτεται στρατηγικά, δηλαδή να σχεδιάζει πώς η διάθεση των περιορισμένων δημόσιων πόρων θα έχει τη μέγιστη πολλαπλασιαστική επίδραση σε ανάπτυξη και θέσεις εργασίας. Να δρα γενναία, δηλαδή να αρνείται στα στελέχη της τη δυνατότητα να σπαταλήσουν τους πολύτιμους πόρους σε σπασμένες δαπάνες και πελατειακές διευθετήσεις.

Κάποια στιγμή, πέρα από τις δραματικές απώλειες, θα γραφτεί και ο αφανής θετικός απολογισμός της τελευταίας τετραετίας. Το κράτος έμαθε πόσους απασχολεί και πόσα ξοδεύει, διεφθαρμένοι υπάλληλοι απολύθηκαν, η χώρα απέκτησε σύγχρονη φορολογική διοίκηση και βρέθηκε τόσο κοντά στο να αποκτήσει μια ανεξάρτητη Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων. Οι κρατικές υπηρεσίες διασυνδέθηκαν ηλεκτρονικά, δημιουργήθηκαν δομές ελέγχου προϋπολογισμών νοσοκομείων και ΟΤΑ, κλειστά επαγγέλματα άνοιξαν, πολυτελή περιουσιακά στοιχεία φορολογήθηκαν, άρθηκε το τραπεζικό απόρρητο, η κρατική περιουσία εξορθολογίστηκε. Η αξιολόγηση φορέων και προσωπικού θεσμοθετήθηκε στον δημόσιο τομέα, το ασφαλιστικό σύστημα μπήκε σε παρακολουθούμενη πορεία εξυγίανσης, κυνηγήθηκε η είσπραξη των ασφαλιστικών εισφορών. Αυτά και εκατοντάδες συναφή μέτρα περιλαμβάνονται στις δεσμεύσεις που ανέλαβαν οι κυβερνήσεις μετά το 2010 να υλοποιήσουν. Το θετικό είναι ότι αυτά έγιναν σε μόλις τέσσερα χρόνια και δημιουργούν προϋποθέσεις (αναγκαίες αλλά όχι επαρκείς) επιστροφής σε διατηρήσιμη ανάπτυξη. Το θλιβερό είναι ότι ελάχιστα θα είχαν γίνει χωρίς την εξωτερική πίεση. Το ανησυχητικό είναι ότι μένουν πολλά ακόμη να γίνουν, όταν η ευρωπαϊκή πίεση θα έχει ατονήσει.

Ομως, τα θύματα της κρίσης είναι επίσης παντού ορατά. Η μακροχρόνια ανεργία και η συρρίκνωση του οικονομικά ενεργού πληθυσμού έχουν κάψει ανθρώπινο κεφάλαιο και παραγωγικό δυναμικό. Την τελευταία πενταετία, το ποσοστό συνολικών επενδύσεων στην οικονομία έπεσε από 26% στο 13% του ΑΕΠ. Οι δημόσιες επενδύσεις θυσιάστηκαν για να εξαλειφθεί το έλλειμμα, σε μια περίοδο που και οι ιδιωτικές επενδύσεις κατέρρεαν.

Υστερα από μια τεράστια προσαρμογή, η χώρα θα έπρεπε να βρίσκεται σε θέση επενδυτικής επανεκκίνησης. Οι παραγωγικές δυνάμεις του τόπου θα έπρεπε να καταρτίζουν επενδυτικά σχέδια, κυβέρνηση και περιφέρειες να αναλύουν προτάσεις, κοιτώντας πώς θα μεγιστοποιήσουν την αναπτυξιακή επίδραση. Πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, κοινωνικοί εταίροι και αρμόδιοι φορείς θα έπρεπε να εργάζονται για το εθνικό σχέδιο ανάπτυξης της χώρας. Τα γραφεία θα έπρεπε να βουίζουν από κίνηση, τα κόμματα να αντιπαρατίθενται στη βάση των δικών τους προτάσεων και στρατηγικών για την προσέλκυση επενδύσεων.

Είναι θετικό ότι ο πρωθυπουργός έχει πάρει το θέμα ζεστά. Και ο απελθείς υπουργός Κ. Χατζηδάκης έκανε πολλά για την άρση των κανονιστικών εμποδίων. Ομως το κράτος εξακολουθεί να λειτουργεί σε ληθαργικούς ρυθμούς, η υλοποίηση ενός έργου ΕΣΠΑ απαιτεί 64 βήματα, επενδυτές με σχέδια που θα έφερναν κεφάλαια και θέσεις εργασίας περιμένουν μήνες και χρόνια για την πολυπόθητη νιοστή υπογραφή, παραπέμπονται από υπηρεσία σε υπηρεσία, και αυτό εάν έχουν την τύχη να μην μπλέξουν με ένα από τα βραδύτερα συστήματα απονομής δικαιοσύνης στην Ευρώπη. Στο τέλος, αποθαρρυμένοι συνήθως τα μαζεύουν και τραβάνε για πιο φιλόξενα κλίματα. Γραφειοκρατία, υπηρεσίες, εφορίες, πολεοδομίες, τελωνεία, πολυνομία, συναρμοδιότητες, δικαστήρια, εμποδίζουν την οικονομία να σταθεί στα πόδια της.

Να το πω, λοιπόν, κωδικοποιημένα. Στη στασιμότητα και την ύφεση, η κυβέρνηση έχει συμφέρον σε μια κεντροαριστερή-κεϊνσιανή στροφή στην Ευρώπη, ενώνοντας τη φωνή της με τους σοσιαλδημοκράτες και τον Νότο, που ζητούν μακροοικονομική τόνωση και μια μεγάλη επενδυτική ώθηση στην Ε.Ε. Πρέπει ταυτόχρονα να παραμείνει μεταρρυθμιστική στο κράτος και φιλελεύθερη στην επιχειρηματικότητα, για να είναι σε θέση να μεγιστοποιήσει τις επενδυτικές ευκαιρίες που ανοίγει η διεθνής προσφορά κεφαλαίων για τη χώρα. Μόνο ο παράγοντας ανάπτυξη θα μπορεί να απλώσει αποτελεσματικό δίχτυ κοινωνικής προστασίας και ευκαιριών προς όσους μένουν πίσω. Και όχι μοιράζοντας ξανά αυξήσεις σε επιλεγμένες ομάδες, που απολαμβάνουν ούτως ή άλλως εργασιακή ασφάλεια.

Η κυβέρνηση πλαγιοκοπείται από τους λαϊκιστές «εκτός», που έχουν πειστεί ότι η σωτηρία της χώρας ξεκινά με την αποπομπή της τρόικας και τη διαγραφή του χρέους. Και από τους λαϊκιστές «εντός», που τίποτα δεν έμαθαν και τίποτα δεν ξέχασαν από τα παλιά κόλπα. Οι πρώτοι βαφτίζουν «αριστερό» τον «αναξιόπιστο». Οι δεύτεροι «κοινωνικό» τον «πελατειακό». Η έκβαση της αναμέτρησης αναμένεται με αγωνία.

Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή στις 29/6/2014

Με τον Καμίνη και τον Μπουτάρη

Οι εκλογές είναι συχνά ένα δίλημμα ανάμεσα στο κακό και στο χειρότερο. Οχι όμως και για τους πολίτες των δύο μεγαλύτερων δήμων της χώρας. Υπάρχουν κατά τη γνώμη μου τουλάχιστον τέσσερις λόγοι για τους οποίους Καμίνης και Μπουτάρης σαφώς υπερέχουν.
Α. Γιατί προέρχονται από την κοινωνία. Ηρθαν τον Νοέμβριο 2010 καβαλώντας ένα μεγάλο απροσδόκητο κύμα, κοινωνικό, φιλελεύθερο και προοδευτικό. Αποτέλεσαν την «εκδίκηση» του καλού, στο ζοφερότερο έτος. Κινητοποίησαν σκεπτόμενους πολίτες, συνένωσαν πρωτοβουλίες και κόμματα, από το φιλελεύθερο κέντρο, τη σοσιαλδημοκρατία, την οικολογία και τη δημοκρατική αριστερά. Υποστηρίχθηκαν από τη Δράση, το ΠΑΣΟΚ, τους Οικολόγους, τη ΔΗΜΑΡ, χωρίς κανένα κόμμα να δώσει τον τόνο ή να τους καπελώσει. Αντίθετα, ενεργός δεξαμενή τροφοδότησής τους παρέμειναν πρωτοβουλίες και ομάδες από την κοινωνία πολιτών.
Το αίτημα της βελτίωσης της καθημερινής ζωής των ανθρώπων είναι κεντρικό στην πολιτική, αλλά υπηρετείται καλύτερα τοπικά παρά κεντρικά. Η παρουσία των Καμίνη και Μπουτάρη έδωσε κύρος στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, ενέπνευσε δημιουργικούς ανθρώπους μέσα από την κοινωνία να εμπλακούν και αυτοί στα κοινά. Και τότε, και σήμερα, σηματοδοτούν κάτι σημαντικό: Σε μια συγκυρία όπου ο κομματικός φατριασμός των ελασσόνων διαφορών οδηγεί σε προκάτ αντιπαραθέσεις και κομματικούς εμφυλίους, υπάρχουν δύο δήμαρχοι (όπως και πολλοί άλλοι στη χώρα) που καταφέρνουν να ενώσουν.
Β. Για όσα έχουν κάνει και για όσα προγραμματίζουν να κάνουν. Στη δεινότερη περίοδο κρίσης, οι δύο δήμαρχοι κλήθηκαν να διαχειριστούν εκρηκτικά προβλήματα ακραίας φτώχειας, πολλαπλασιασμού των αστέγων, διάλυσης του κοινωνικού ιστού. Χρειάστηκε να κάνουν πολύ περισσότερα, με πολύ λιγότερα. Κυνήγησαν ευρωπαϊκούς πόρους, αναζήτησαν ιδιωτικές χορηγίες, εργάστηκαν με σοβαρές ΜΚΟ, δημιούργησαν συμπράξεις. Ανέπτυξαν ευρείες κοινωνικές δράσεις, χωρίς γραφειοκρατία, χωρίς να κόβουν κορδέλες και να χτίζουν δημόσιες σχέσεις πάνω στην ανθρώπινη δυστυχία. Ο Καμίνης ίδρυσε τον Κόμβο Αλληλοβοήθειας, που έχει στηρίξει 14.000 ανθρώπους. Επεξέτεινε το δίκτυο κοινωνικής προστασίας στην Αθήνα, με το Κέντρο Υποδοχής και Αλληλεγγύης, με τη χαρτογράφηση αστέγων, με την αναβάθμιση δημοτικών ιατρείων, το Κοινωνικό Παντοπωλείο, την Κοινωνική Κατοικία, το Πρόγραμμα Αλληλεγγύη στην Οικογένεια, παρέχοντας αθόρυβη στήριξη σε χιλιάδες οικογένειες. Ο Μπουτάρης δημιούργησε νέες δομές κοινωνικής προστασίας, ενίσχυσε τους δημοτικούς παιδικούς σταθμούς μειώνοντας σημαντικά τα τροφεία. Στη Θεσσαλονίκη λειτουργούν ξενώνας κακοποιημένων γυναικών, στέγη για αστέγους, παρέχονται καθημερινά συσσίτια για απόρους και δεκατιανά γεύματα σε σχολεία.
Και οι δύο εξυγίαναν τα οικονομικά του δήμου τους, συρρίκνωσαν λειτουργικά κόστη, ισοσκέλισε το έλλειμμα ο Μπουτάρης, ελάττωσε το χρέος ο Καμίνης, χωρίς κανένα νέο δάνειο. Αντιστάθμισαν τη μείωση των κρατικών πόρων αυξάνοντας τους ευρωπαϊκούς. Βελτίωσαν αισθητά τις υποδομές καθαριότητας και τη διαχείριση των απορριμμάτων. Ακολούθησαν μια επιθετική πολιτική διαφάνειας και διάδοσης των ηλεκτρονικών δεδομένων, που μεταξύ άλλων διευκολύνει την αυτενέργεια πολιτών, τη λογοδοσία και την ανάπτυξη νεοφυών επιχειρήσεων. Καθοριστική εδώ ήταν η συμβολή στη Θεσσαλονίκη ενός ικανού συνεργάτη, του Αντώνη Καμάρα. Οι δύο δήμαρχοι κάνουν δουλειά υποδομής και εξυγίανσης, φυτεύουν δέντρα και όχι λουλούδια στα παρτέρια (κι αν το έκαναν, κακώς έκαναν).
Πήραν πρωτοβουλίες διεθνοποίησης, ιδίως ο Μπουτάρης, αναδεικνύοντας το εβραϊκό στοιχείο και την πολυπολιτισμική ιστορική κληρονομιά της Θεσσαλονίκης. Οχι μόνο χρειάστηκε θάρρος η σύγκρουση με τον ιδεολογικό επαρχιωτισμό και τον παρωχημένο εθνικισμό της περιόδου Ψωμιάδη-Παπαγεωργόπουλου, αλλά το άνοιγμα αυτό έφερε διεθνή προβολή και ακτινοβολία στη Θεσσαλονίκη. Μια στοχευμένη πολιτική προσέλκυσης τουριστών τριπλασίασε και τετραπλασίασε τους επισκέπτες από τη Ρωσία, το Ισραήλ, την Τουρκία, τα Βαλκάνια.
Γ. Για τους εχθρούς που έκαναν και για τους αντιπάλους που έχουν. Καμίνης και Μπουτάρης δεν προσπαθούν να γίνουν αρεστοί βυθιζόμενοι στην κοινοτοπία, χαϊδεύοντας προκαταλήψεις ή τοκίζοντας στις ανασφάλειες. Αντιθέτως, τόλμησαν να γίνουν δυσάρεστοι, να στοχοποιηθούν από διαφόρους έξαλλους και φανατικούς. Εξυγίαναν τη διαφθορά που παρέλαβαν στους δήμους τους χωρίς να φοβηθούν τους ύπουλους μηχανισμούς της φαυλότητας. Ανοιξαν μέτωπο με τους τραμπούκους της Χρυσής Αυγής, με μισαλλόδοξους ιεράρχες, αλλά και με τους μπαχαλάκηδες του αριστερισμού. Και σήμερα έχουν απέναντί τους στη διεκδίκηση της δημαρχίας πολιτικούς αντιπάλους που προσδοκούν στην επιστράτευση των κομματικών λεγεώνων για να διασωθούν. Αν οι αντίπαλοι σε προσδιορίζουν, Καμίνης και Μπουτάρης ευτύχησαν ξανά.
Δ. Γιατί είναι κανονικοί άνθρωποι. Δεν είναι προϊόντα κομματικού σωλήνα, δεν είναι χάρτινα δημιουργήματα των ΜΜΕ, ούτε παράγωγα παρασιτικών μηχανισμών εξουσίας. Δεν είναι άδεια κοστούμια ή ατσαλάκωτοι κομψευόμενοι, δεν είναι ξύλινοι πολιτικάντηδες και φοιτητοσυνδικαλιστές, ούτε αργόσχολοι ατακαδόροι και καβγατζήδες τηλεπαραθύρων, ούτε βετεράνοι των δημοσίων σχέσεων και της προσκολλήσεως σε ισχυρούς. Δεν έχουν σκελετούς στην ντουλάπα τους, ούτε κυβερνητικό παρελθόν μηδαμινού απολογισμού. Διαθέτουν ατομική διαδρομή, επάγγελμα και κανονική ζωή, στα οποία μπορούν πάντοτε να επιστρέψουν. Για πόσους από τους πολιτικούς μας μπορεί να πει κανείς το ίδιο;

Δημοσιέυτηκε στην Καθημερινή στις 17/5

Τρεις πλάνες και μία αλήθεια

Εβδομάδες σύγχυσης οι τελευταίες για έναν σκεπτόμενο πολίτη. Από τη μια, οικονομικοί αναλυτές με αγελαία αντανακλαστικά τον καλούσαν να πανηγυρίσει την έξοδο στις αγορές. Από την άλλη, μια αντιπολίτευση σε υστερία τον εξόρκιζε να τα θεωρήσει όλα μια καλοστημένη κυβερνητική απάτη. Τι συμβαίνει λοιπόν;
1η πλάνη: Η χώρα βγήκε επιτυχώς στις αγορές διότι οι επενδυτές περιμένουν την ανάπτυξη.
Οχι. Οι ξένοι επενδυτές συνέρρευσαν μαζικά να αγοράσουν το πενταετές ομόλογο γιατί περιμένουν συμφέρουσες αποδόσεις στην επένδυσή τους, που έχει υψηλό επιτόκιο, ασφάλεια ισχυρού νομίσματος, χωρίς κίνδυνο χρεοκοπίας. Η ανάπτυξη είναι άλλο θέμα. Αλλά η Ελλάδα δεν θεωρείται πια οικονομία υψηλού κινδύνου, και αυτό είναι μεγάλη υπόθεση αν σκεφτεί κανείς από τι περάσαμε τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
2η πλάνη: Ηταν άχρηστη, αν όχι επιζήμια, η έξοδος στις αγορές.
«Μέρα πένθους και όχι χαράς», έγραψε κάποιος. Ούτε άχρηστη, ούτε επιζήμια, ούτε σωτήρια. Ομως αναμφίβολα θετική. Τέσσερα χρόνια τώρα, η διεθνής εικόνα της Ελλάδας ήταν συνώνυμη της αποτυχίας, αποκλεισμένη από τις αγορές, επιβιώνουσα χάρη στην έκτακτη αιμοδοσία των ξένων. Η εκδήλωση επενδυτικού ενδιαφέροντος αντιστρέφει το αρνητικό στερεότυπο. Τροφοδοτεί θετικές προσδοκίες. Και βοηθά στη γενική αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού. Δεν είναι η έξοδος από την κρίση, αλλά είναι η αρχή της εξόδου.
Βέβαια, ο εγχώριος παραλογισμός χτύπησε κόκκινο. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι κατέφυγε στις αγορές για να δανειστεί με επιτόκιο 4,9% – έναντι του 1,5% που μας δίνει η τρόικα. Ορισμένοι θέλουν να ακυρώσουμε το Μνημόνιο, αλλά να κρατήσουμε τη φθηνή χρηματοδότηση, να κηρύξουμε παύση πληρωμών στους εταίρους αφού όμως μας δώσουν πρώτα ένα σχέδιο Μάρσαλ, να διώξουμε την τρόικα αφού συμμαχήσουμε με το ΔΝΤ για να πιέσουμε τους Ευρωπαίους να μας «κουρέψουν» το χρέος.
3η πλάνη: Τώρα που έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα και πρόσβαση στις αγορές, μπορούμε να απειλήσουμε τους εταίρους με στάση πληρωμών.

Λάθος. Η σχέση με τους εταίρους είναι εμπεδωμένη σε βάθος χρόνου, σε πλαίσιο αμοιβαίων υποχρεώσεων και ωφελειών. Σκεφτείτε όσα πρόκειται η χώρα να λάβει από τον κοινοτικό προϋπολογισμό την επόμενη επταετία, αλλά και όσα μπορεί ακόμα να διεκδικήσει. Το ήθος της εταιρικής συνύπαρξης και ο ευρωπαϊκός ορίζοντας της χώρας αποκλείουν μονομερείς ενέργειες και συμπεριφορές Βαλκάνιου νταή.
Η διαπραγματευτική δύναμη της χώρας είναι σήμερα ισχυρότερη όχι επειδή μπορούμε να απειλήσουμε με χρεοκοπία, αλλά επειδή τηρήσαμε τα συμφωνημένα, εξαλείψαμε τα ελλείμματα, ματώσαμε για να μείνουμε στο ευρώ. Είναι πάντως απίστευτο πώς η ιδέα ενός καμικάζι εκβιασμού εξακολουθεί ακόμη να γαργαλάει τη φαντασία. Δεν μάθαμε τίποτε από τη δραματική εμπειρία της Κύπρου; Αυτό που μπορεί να πει η Ελλάδα δεν είναι: αν δεν μου διαγράψεις το χρέος, θα το διαγράψω μόνη μου. Είναι: στήριξε την ανάπτυξή μου, για να μπορώ να εξυπηρετώ και το χρέος μου. Οσο για την απειλή, δεν είναι ποτέ αξιόπιστη όσο η ενεργοποίησή της θα επέφερε πολλαπλάσια ζημία στον απειλούντα από ό,τι στον απειλούμενο.
Και μία αλήθεια: Η βελτίωση των οικονομικών μεγεθών δεν περιορίζει τις ανοησίες για τα τάχα πλεονεκτήματα εξόδου μας από το ευρώ.
Κι έχουμε ακούσει πολλές, ακόμα και από τους σοβαρότερους. Κάποιοι, όπως ο Κρούγκμαν που είχε προβλέψει επιστροφή στη δραχμή, παραδέχθηκαν το λάθος τους. Αλλοι πάλι όχι, όπως ο κορυφαίος σύμβουλος αμερικανικής τράπεζας, που το καλοκαίρι 2012 προφήτευε 90% πιθανότητα εξόδου από το ευρώ σε ένα χρόνο επειδή η Ελλάδα έχει κυβέρνηση συνεργασίας!
Η ατυχέστερη ανάλυση της εβδομάδας περιέκλειε πάντως μία μεγάλη αλήθεια. Ενας από τους καλύτερους αρθρογράφους των Financial Times, προφανώς σε πολύ κακή μέρα, περιγράφει το σενάριο μιας τάχα σωτήριας εξόδου από το ευρώ. Προσέξτε: «Η Ελλάδα κηρύσσει παύση πληρωμών στο σύνολο του εξωτερικού της χρέους. Εισάγει νέο νόμισμα, το οποίο αμέσως θα υποτιμάτο. Για να κλειδώσει την ανταγωνιστική ισοτιμία, μετατρέποντάς την σε πραγματική υποτίμηση, θα χρειαζόταν μια κεντρική τράπεζα με αξιόπιστη αντιπληθωριστική πολιτική και επαρκώς απελευθερωμένες αγορές προϊόντων και εργασίας. Αυτή δεν είναι εύκολη επιλογή, και θα απαιτούσε πολύ περισσότερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις από όσες έχει κάνει ώς τώρα η Αθήνα».
Δηλαδή, με απλά λόγια, μας λέει ο καλός αναλυτής: Επειδή πρέπει να κάνουμε ακόμα πολλά και δύσκολα για να γίνουμε ανταγωνιστικοί μέσα στο ευρώ, καλύτερα να γυρίσουμε στη δραχμή, όπου για να αποκτήσουμε ανταγωνιστικότητα θα πρέπει να κάνουμε ακόμα περισσότερα και δυσκολότερα!
Χρειάζονται ακόμα πολλά για να περάσουμε σε διατηρήσιμη ανάπτυξη και δημιουργία απασχόλησης. Αλλά όχι εύκολες λύσεις, παιχνίδια εκβιασμών, χρεοκοπίας και δραχμής. Η ανάπτυξη και οι δουλειές θα έρθουν από πλήθος διαρθρωτικών αλλαγών, όπως η προωθούμενη αξιολόγηση στο κράτος. Από αμέτρητες δράσεις που θα προσπαθούν να τοποθετήσουν όχι μόνο ελληνικά ομόλογα αλλά ελληνικά προϊόντα και υπηρεσίες σε ξένες αγορές, και να κρατήσουν τα καλύτερα μυαλά στη χώρα. Για να περάσουμε σε έναν ενάρετο κύκλο ανάπτυξης και απασχόλησης, με εξωστρεφείς επιχειρήσεις ποιότητας και προστιθέμενης αξίας. Οχι καφετέριες, αλλά εταιρείες υψηλής τεχνολογίας. Αυτά και πολλά ακόμη θα συναποτελέσουν ένα εθνικό σύμφωνο μεταρρυθμίσεων και ανάπτυξης, που θα δεσμεύει τη χώρα για τα επόμενα χρόνια. Και που θα έχουμε καταρτίσει εμείς και όχι η τρόικα.

Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή στις 19/4

Και το παρόν να μην κανιβαλίζει το μέλλον

Είναι στην ανθρώπινη φύση να αναβάλλει τα δυσάρεστα. Να υπερτιμά το παρόν, να υποτιμά μελλοντικές ωφέλειες και κινδύνους. Είναι δουλειά του κράτους να καλύπτει το κενό. Να είναι προβλέψιμο και να προβλέπει, να προετοιμάζεται και να προετοιμάζει για τα χειρότερα. Να πείθει για τις αναγκαίες θυσίες, και στο τέλος να απορροφά και το πολιτικό κόστος.
Ο κανιβαλισμός του παρόντος εις βάρος του μέλλοντος μας οδήγησε σε αυτή την κρίση. Η αποκατάσταση μιας ισορροπημένης σχέσης του παρόντος με τον μέλλοντα χρόνο θα μας βοηθήσει να περάσουμε στην ανάκαμψη.
Πάρτε δύο παραδείγματα. Η ολλανδική κοινωνία έμαθε ιστορικά να προετοιμάζεται για τη διαρκή απειλή πλημμυρών, δουλεύοντας συλλογικά στη συντήρηση φραγμάτων. Το περίφημο polder model αναδεικνύει την αναζήτηση συναινέσεων στο όνομα του κοινού απώτερου συμφέροντος. Επέτρεψε στην Ολλανδία να μεταρρυθμίσει από νωρίς το ασφαλιστικό της σύστημα, που αποτελούσε και τη μεγαλύτερη μελλοντική απειλή στο κοινωνικό της κράτος. Η Γερμανία, «ο μεγάλος ασθενής της Ευρώπης» τη δεκαετία του '90, μία δεκαετία αργότερα περνούσε ξανά στην ανάπτυξη και την πλήρη απασχόληση. Με πολιτική και κοινωνική συναίνεση ανέκτησε ανταγωνιστικότητα, που οι ευεργετικές της συνέπειες στην απασχόληση εκδηλώθηκαν μερικά χρόνια αργότερα. Ωριμες κοινωνίες προετοιμάζονται στο φάσμα μελλοντικών προκλήσεων.
Αντίθετα, το σύνδρομο της υποτίμησης του μέλλοντος έριξε την Ελλάδα στα βράχια το 2010. Αναβάλλαμε διαρκώς τις μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να γίνουν, παραπέμπαμε στις ελληνικές καλένδες την προσαρμογή, τα δυσάρεστα για αργότερα. Από τις αρχές της δεκαετίας του '90 οι εκθέσεις έδειχναν ότι το ασφαλιστικό σύστημα θα σκάσει με μαθηματική βεβαιότητα γύρω στο 2020. Δεν κάναμε τίποτα. Κοινωνία, κυβέρνηση, αντιπολίτευση, συνδικάτα, αριστερά, απέρριπταν μετά βδελυγμίας τη μία μεταρρυθμιστική απόπειρα μετά την άλλη. Μέχρι που η έλευση της τρόικας το 2010 μάς υποχρέωσε να αναπληρώσουμε με πολλαπλάσιο κόστος την τρυφηλή αδράνεια δεκαετιών. Ο καλπασμός μας στη «φούσκα» του 2007-08 είχε όλη την αναιδή περιφρόνηση προς την επόμενη μέρα. Ακριβά αυτοκίνητα, εισαγωγές, διακοποδάνεια, υπερχρέωση, ανεξέλεγκτα ελλείμματα. Η χώρα είχε επιλέξει την αμεριμνησία, τη μυωπία, τη συλλογική εθελοτυφλία. Σύμπαν το πολιτικό μας σύστημα τότε αναφωνούσε: «Γιατί να νοιαστώ για τους μεταγενέστερους; Τι έχουν κάνει ποτέ εκείνοι για μένα;»
Η υποτίμηση του μέλλοντος συνδέεται με τη χαμηλή εμπιστοσύνη στο κράτος και στους θεσμούς. Αυτοί εγγυώνται την οργανωμένη, συλλογική μετάβαση στο μέλλον. Η αξιοπιστία τους αυξάνει την προβλεψιμότητα, μας υποχρεώνει να πάρουμε το μέλλον σοβαρά. Ημασταν πάντοτε μια κοινωνία χαμηλής κοινωνικής εμπιστοσύνης. Γι' αυτό ένα από τα χειρότερα πράγματα που συνέβησαν τα τελευταία τέσσερα χρόνια ήταν η διάρρηξη της, ούτως ή άλλως, χαμηλής εμπιστοσύνης προς το κράτος. Η αθέτηση υποχρεώσεών του (προς συνταξιούχους, προμηθευτές, επιχειρήσεις που διεκδικούσαν επιστροφή ΦΠΑ, ομολογιούχους, καλόπιστους συναλλασσόμενους και φορολογούμενους) ήταν βάναυσο πλήγμα. Αναπόφευκτο ίσως, προκειμένου να αποτραπεί η εθνική καταστροφή μιας άτακτης χρεοκοπίας. Ομως, δεν πρέπει ποτέ να ξανασυμβεί.
Εκτός από την υποτίμηση του μέλλοντος υπάρχει και η υποτίμηση των παρελθόντων κινδύνων. Ξεχάσαμε ήδη την αγωνία των καταθετών και των μεσαίων στρωμάτων το 2010, 2011, 2012; Ξεχάσαμε την απειλή εξόδου από το ευρώ; Τις τραπεζικές αναλήψεις πανικόβλητων νοικοκυραίων, τα χαρτονομίσματα που κρύβονταν κάτω από στρώματα και μέσα σε χύτρες; Το Grexit, που αναλυτές και ΜΜΕ έγραφαν δεκάδες φορές την ημέρα, και που έχει πια σχεδόν ξεχαστεί; Τα χειρότερα ήσαν πράγματι εκεί, και πράγματι αποτράπηκαν. Και αυτό από μόνο του είναι ένα μεγάλο πρώτο βήμα στην αποκατάσταση στοιχειώδους εμπιστοσύνης.
Τελευταία φορά που η Ελλάδα εξέδωσε μακροχρόνιο κρατικό ομόλογο ήταν τον Απρίλιο του 2010. Ηταν η τελευταία φορά που το ελληνικό κράτος είχε «πρόσωπο» να απευθυνθεί στους διεθνείς επενδυτές. Σήμερα, τέσσερα χρόνια αργότερα, η Ελλάδα ετοιμάζεται να στραφεί ξανά στις αγορές, διεκδικώντας την εμπιστοσύνη τους στην προοπτική της οικονομίας. Με δεδομένα τα τεράστια κοινωνικά προβλήματα, δεν πρέπει κανείς να φουσκώνει τη σημασία της επικείμενης εξόδου στις αγορές. Θα ήταν όμως μεγάλο λάθος να την υποτιμήσει.
Η κρίση ξεκίνησε από τους αριθμούς και μεταφέρθηκε στην κοινωνία. Την ίδια σειρά θα ακολουθήσει η ανάκαμψη. Πριν ακόμα πληγεί η κοινωνία και κλονισθούν τα εισοδήματα, η κρίση είχε ήδη ξεσπάσει στις αρχές του 2010, ως κρίση εμπιστοσύνης των αγορών, ως κρίση των αριθμών, όταν ελλείμματα και χρέος αποκαλύφθηκαν και οι αγορές έπαθαν σοκ. Από τότε και για τέσσερα χρόνια, οι κάτοχοι κεφαλαίου ξέγραψαν οποιαδήποτε προοπτική της ελληνικής οικονομίας.
Με την ίδια σειρά αρχίζει σιγά σιγά η έξοδος από την κρίση. Πρώτα εξυγιαίνονται οι αριθμοί, εξαλείφονται τα ελλείμματα, γίνεται εξυπηρετήσιμο το χρέος. Επειτα η βελτίωση θα γίνεται αισθητή στην οικονομία και την κοινωνία.
Η υποτίμηση του μέλλοντος μας έριξε στην παρούσα κρίση, η αποκατάστασή του θα αρχίσει να μας βγάζει από αυτήν.

Δημοσιέυτηκε στην Καθημερινή στις 6/4

Τι θα ήθελα να ακούσω

Είναι λαϊκισμός να μιλάμε για τους νεόπτωχους της κρίσης; Για τα μεσαία στρώματα που βυθίζονται στην απόγνωση; Για τις 950.000 θέσεις εργασίας που χάθηκαν από το 2008; Για το 80% των μακροχρόνια ανέργων χωρίς κανένα επίδομα;» Ο συνομιλητής, έντιμος διανοούμενος της Αριστεράς, μιλούσε με πάθος και θυμό. «Είναι λαϊκισμός ότι διακόσιες χιλιάδες επιχειρήσεις έχουν κλείσει την τελευταία τετραετία; Οτι ένας στους πέντε ενηλίκους ζει σε νοικοκυριό χωρίς κανένα εργαζόμενο μέλος; Οτι 18% των Ελλήνων δεν διαθέτει αρκετά χρήματα ούτε για να αγοράσει τρόφιμα;».
Η πραγματικότητα των αριθμών δεν είναι λαϊκισμός. Η όξυνση των ανισοτήτων, της φτώχειας και της μακροχρόνιας ανεργίας, το διάτρητο δίχτυ κοινωνικής προστασίας: αυτό είναι το νέο κοινωνικό πρόβλημα της χώρας. Η επίκλησή του είναι δημόσια προτεραιότητα, δεν είναι λαϊκισμός. Η χρήση του όμως για να συγκαλυφθεί το οικονομικό πρόβλημα της χώρας, αυτό είναι λαϊκισμός. Το σύνθημα ότι το Μνημόνιο προκάλεσε την κρίση, διότι μας αφαίρεσε την ευημερία που είχαμε και στην οποία μπορούμε τάχα να επιστρέψουμε, αυτό κι αν είναι απροκάλυπτος λαϊκισμός.
Μπήκαμε στην κρίση το 2009-10 με θηριώδη υπερχρέωση προς τον υπόλοιπο κόσμο. Η Ελλάδα είχε καθαρό εξωτερικό χρέος σχεδόν όσο το ΑΕΠ της, το μεγαλύτερο στην Ευρώπη. Τι ήταν αυτό το χρέος; Δεν ήταν μόνο ρεμούλες, σπατάλη, φοροδιαφυγή και διαφθορά. Ηταν εισόδημα που έμπαινε στην οικονομία με το μεγαλύτερο ποσοστό τελικής κατανάλωσης στην Ευρώπη. Φουσκώνοντας αμοιβές και θέσεις εργασίας κυρίως στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και στο αρχιπέλαγος των μη εμπορεύσιμων κλάδων και επιχειρήσεων που άμεσα ή έμμεσα εξαρτιόνταν από αυτόν (τράπεζες, προμηθευτές, κατασκευαστικές, ακίνητα, ΜΜΕ, τηλεπικοινωνίες, ελεύθερα επαγγέλματα, προστατευμένες επιχειρήσεις, εταιρείες διαφήμισης και επικοινωνίας κ.λπ.). Τα υψηλά εισοδήματα και κόστη στους κλάδους αυτούς στραγγάλιζαν τον εμπορεύσιμο και εξαγωγικό τομέα. Η χώρα δανειζόταν από τη μελλοντική της ανάπτυξη, για να χρηματοδοτεί μια κατανάλωση μεγαλύτερη από την παραγωγική της δυνατότητα.
Ομως, το 2010 οι αγορές έριξαν μια προσεκτική ματιά στο διπλό έλλειμμα και στο διπλό χρέος (δημόσιο και εξωτερικό). Και έφριξαν. Από τη στιγμή που ο εξωτερικός δανεισμός στέρεψε, αυτό σήμαινε ότι μεγάλο μέρος του εισοδήματος έπρεπε αναπόφευκτα να ξεφουσκώσει, και η οικονομία να ισορροπήσει σε ένα επίπεδο χαμηλότερο από τα 230 δισ. του φουσκωμένου ΑΕΠ του 2009. Με τη συρρίκνωση των τεχνητών εισοδημάτων του υπερδανεισμού, δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις, μαγαζιά και επαγγελματίες που ζούσαν από την εγχώρια κατανάλωση άρχισαν να καταρρέουν. Η οικονομία μας είχε δύο δυνατότητες: ή τη δραστική μείωση της συνολικής κατανάλωσης ή τη δραστική αύξηση των εξαγωγών, ώστε να εισάγει πραγματικό (και όχι δανεικό) εισόδημα απ' έξω. Το πρώτο ήταν ταχύτερο, και ούτως ή άλλως άμεσα αναγκαίο. Το δεύτερο είναι το πιο δύσκολο, απαιτεί πλήθος διαρθρωτικών προσαρμογών, που θέλουν χρόνο για να αποδώσουν.
Ετσι η σωρευμένη ύφεση και ανεργία αποτυπώνει τον υπερδανεισμό της προηγούμενης περιόδου αλλά και την παραγωγική στρέβλωση της ελληνικής οικονομίας: λίγες οι επιχειρήσεις έτοιμες να «τρέξουν» με εξαγωγές, τραβώντας την οικονομία στην ανάκαμψη. Αυτό είναι το πραγματικό παραγωγικό πρόβλημα της χώρας: η περιορισμένη βάση των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών, η ακόμα φτωχότερη προστιθέμενη αξία τους, η χαμηλή ανταγωνιστικότητα, 91η στις 148 και τελευταία στην Ευρώπη κατά το World Economic Forum. Εάν αυτά δεν αντιμετωπιστούν, δεν θα υπάρξει ούτε διατηρήσιμη ανάπτυξη ούτε δουλειές, όσο κι αν κάποιοι ονειρεύονται καταπολέμηση της ανεργίας με εργοδότη το Δημόσιο.
Θα ήθελα να ακούσω μια μέρα τον κ. Τσίπρα να δυσαρεστεί την εκλογική του πελατεία με ενοχλητικές αλήθειες: ότι η παραμονή στο ευρώ σημαίνει σοβαρό καπιταλισμό, παραγωγικότητα, θυσίες και πειθαρχία, αλλά έξω από το ευρώ είναι μεγαλύτερη φτώχεια και καταστροφή. Οτι στην Ε.Ε. δεν υπάρχουν μονομερείς ενέργειες αλλά διαπραγμάτευση και συμβιβασμοί. Οτι η μετάβαση στο πρωτογενές πλεόνασμα ήταν αναγκαία για να έχει η χώρα οποιαδήποτε ελπίδα σταθεροποίησης και προσδοκία ανάκαμψης. Οτι η ανάπτυξη προϋποθέτει ανταγωνιστικές, διεθνοποιημένες μονάδες, ελκυστικό περιβάλλον (φορολόγηση, κράτος, εργασιακά, υποδομές) και επαρκή κερδοφορία ώστε να μείνουν οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα. Οτι έχουμε τα πιο εχθρικά προς την επιχειρηματικότητα, την καινοτομία και την αγορά πανεπιστήμια, κυρίως λόγω της μακρόχρονης κατοχής τους από τις οικείες προς τον ΣΥΡΙΖΑ πολιτικές δυνάμεις.
Θα ήθελα να ακούσω τους κ. Σαμαρά και Βενιζέλο να λένε: τα δύο κόμματά μας έχουν τεράστιες ευθύνες για την κρίση, και τότε και τώρα. Προστάτευσαν και συνεχίζουν να προστατεύουν τις κομματικές τους πελατείες. Ας μην ξαναμιλήσει κανείς για success story με ανεργία 28%. Πετύχαμε τη μεγαλύτερη μείωση ελλείμματος που έγινε ποτέ, και αυτό είναι επίτευγμα. Αλλά έγινε με υπερφορολόγηση των πολιτών, με «δεν πληρώνω» του Δημοσίου, με διαρκείς περικοπές στο πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων, με τον μεγάλο πλούτο της φοροδιαφυγής να κρύβεται ακόμη. Και με τμήμα της κοινωνίας σε συνθήκες εξαθλίωσης. Η αναγκαία και αναπόφευκτη λιτότητα δεν κατανεμήθηκε με τον δικαιότερο τρόπο. Και η δίκαιη και αναπτυξιακή διανομή μέρους του πλεονάσματος θέλει μόνιμα μέτρα – όχι προεκλογικά επιδόματα και αναπλήρωση συντάξεων αγάμων θυγατέρων.
Αυτά θα ήθελα να ακούσω, αλλά έχω την αίσθηση πως δεν θα τα ακούσω.

Δημοσιεύτηκε στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ στις 23/3

Η φτώχεια της αντιμνημονιακής υστερίας

Ο κ. Καρυπίδης με τις πάγιες εθνικιστικές, αντισημιτικές και συνωμοσιολογικές απόψεις επιλέχθηκε από τις οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ επειδή είχε ασυναγώνιστες αντιμνημονιακές περγαμηνές. Ο Οδυσσέας Βουδούρης, με αξιόλογη διαδρομή στους Γιατρούς χωρίς Σύνορα, απορρίπτεται από τις οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ γιατί η αντιμνημονιακότητά του, την οποία ο ίδιος σε κάθε ευκαιρία διακηρύσσει, δεν θεωρείται αρκετά έξαλλη. Βαρύνεται βέβαια με το αμάρτημα ότι, ως βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, είχε κάνει το καθήκον του να ψηφίσει το Μνημόνιο για να μη χρεοκοπήσει άτακτα η χώρα. Η συνεπής προσήλωση στην ανοησία προφανώς θεωρείται μεγαλύτερο προσόν από την έστω ασυνεχή εκδήλωση ευθυκρισίας. Ορθώς η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ απαλλάχθηκε από τον κ. Καρυπίδη και επιμένει στον κ. Βουδούρη. Ομως το τέρας της αντιμνημονιακής υστερίας ο ΣΥΡΙΖΑ το εξέθρεψε. Κάποια στιγμή το τέρας μεγαλώνει τόσο που καταπίνει τον αφέντη του.
Ο αρχηγός των ΑΝΕΛ, επίσης προϊόν του αντιμνημονιακού λαϊκισμού, έχει τα υψηλότερα ποσοστά αποδοχής μεταξύ των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Το κοινό μίσος προς το Μνημόνιο είναι τέτοιο που έχει καταστήσει τους ΑΝΕΛ το συγγενέστερο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Τα δύο κόμματα μοιράζονται και κάτι ακόμα: με εξαίρεση τη Χ.Α. και το ΚΚΕ, διαθέτουν το μεγαλύτερο ποσοστό δυνητικών υποστηρικτών της επιστροφής στη δραχμή – οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ είναι 50-50. Ομως στην πολιτική πολλές φορές οι ιδεολογικές συγγένειες προσδιορίζουν και εγκλωβίζουν. Τι περιθώρια προσαρμογής στην πραγματικότητα και τήρησης των ευρωπαϊκών δεσμεύσεων θα είχε ο ΣΥΡΙΖΑ, εάν αναλάμβανε ποτέ την εξουσία, με τέτοιους ψηφοφόρους και με τέτοιους φίλους;
Στην αντίπερα όχθη, οι πολιτικοί της λαϊκής δεξιάς συντηρούν καριέρες ποτίζοντάς τες κι εκείνοι με αντιμνημονιακή ρητορεία. Ο κ. Νικήτας Κακλαμάνης διεκδικεί ξανά τη δημαρχία με κύριες παρακαταθήκες ένα γενναίο έλλειμμα στον Δήμο Αθηναίων και μια θηριώδη εκτίναξη φαρμακευτικών δαπανών στην Υγεία, που η κοινωνία πληρώνει με βαριές θυσίες. Βασικό του προσόν, ο ανταρτοπόλεμος στη Βουλή και οι επιθέσεις του προς τον Γιάννη Στουρνάρα, έναν από τους λίγους υπουργούς που κάνουν με αφοσίωση τη δουλειά τους.
Το Μνημόνιο δεν δημιούργησε μόνο μια νέα γενιά δωρεάν αντιστασιακών, αλλά έκαψε και όσους το άγγιξαν. Ο πρώην πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου συγκεντρώνει το μίσος πολλών επειδή «μας έβαλε στο Μνημόνιο», λες και υπήρχε εναλλακτική επιλογή. Οι απαιτήσεις μιας τέτοιας κρίσης ξεπερνούσαν κατά πολύ τις δυνατότητές του, όπως πιθανόν και κάθε άλλου ηγέτη. Ομως η αντιμετώπισή του έχει προσλάβει χαρακτηριστικά δημόσιου λιντσαρίσματος. Δεν δημιούργησε εκείνος τα 24 δισ. πρωτογενές δημοσιονομικό έλλειμμα, που οδήγησαν στην πιο εμπροσθοβαρή δημοσιονομική προσαρμογή που έγινε ποτέ στον Δυτικό κόσμο – εφόσον κανείς πιστωτής δεν δεχόταν να χρηματοδοτεί τη δική μας φοροδιαφυγή και σπατάλη. Ούτε παρήγαγε εκείνος το 15% άνοιγμα εξωτερικού ισοζυγίου, που συρρικνώθηκε με την πιο επώδυνη ύφεση της μεταπολεμικής Ευρώπης.
Αργά, βασανιστικά, η Ελλάδα βγαίνει από την κόλαση των τελευταίων ετών. Γύρω μας απλώνονται οικονομικά και κοινωνικά ερείπια. Μια γενιά ανθρώπων έχει καεί στη μακροχρόνια ανεργία, εκατοντάδες χιλιάδες ζουν σε συνθήκες νέας φτώχειας ή βλέπουν τη μετανάστευση ως μόνη ελπίδα. Το πολιτικό σύστημα αντί να αναρριπίζει τα πάθη, να καλλιεργεί κλίμα εμφυλίου και να κατασκευάζει ενόχους, οφείλει να αναδείξει με αυτογνωσία το πρόβλημα και να εργαστεί με αυταπάρνηση για την εθνική ανασυγκρότηση. Και, κατά μεγάλο μέρος, να πάει σπίτι του.
Η τελευταία έκθεση του Bruegel υπενθυμίζει τις αιτίες αποτυχιών του Μνημονίου στην Ελλάδα. Ηταν η τεράστια απόσταση πολλαπλής προσαρμογής που έπρεπε να διανυθεί, σε περιορισμένο χρόνο, επιτείνοντας το υφεσιακό σοκ. Ηταν η θεμελιώδης αντινομία του προγράμματος: η αποκατάσταση εξωτερικής ανταγωνιστικότητας απαιτούσε εσωτερική υποτίμηση, που όμως επιδείνωνε το χρέος. Ηταν το δυσμενές περιβάλλον στην Ευρώπη και οι συνεχείς κραυγές για έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ. Ηταν η αναβλητικότητα και οι καθυστερήσεις των ελληνικών κυβερνήσεων και των Ευρωπαίων εταίρων. Ηταν τα διαρκή προβλήματα υλοποίησης, η χαοτική δυσλειτουργία του κράτους. Ηταν οι συνεχείς αντιστάσεις πολιτικών παραγόντων και συμφερόντων, και η λαϊκιστική αντιπολίτευση.
Το Μνημόνιο ήταν η mission impossible εκείνων που τους έλαχε ο κλήρος να αποτρέψουν την καταστροφική χρεοκοπία της χώρας. Εάν αποτύγχαναν, θα έφευγαν με ελικόπτερο. Εάν κατόρθωναν να την αποτρέψουν, κανείς δεν θα τους συγχωρούσε ότι έσπειραν πίσω τους λιτότητα, ανεργία και δυστυχία.
Η κρίση και το Μνημόνιο δημιούργησαν επίσης ένα νέο είδος πολιτικού άνδρα: τον εξαφανισμένο πολιτικό. Αν τα πράγματα είναι δύσκολα, μην προσπαθήσεις καν να εμπλακείς, βγες από το κάδρο. Αλλιώς ο κόσμος θα σε συνδέει μονίμως με τα δυσάρεστα – ακόμη και αν ήσουν εκείνος που πάλευε να γυρίσει το κολλημένο τιμόνι στο χωρίς φρένα λεωφορείο που κυλούσε με διακόσια προς τον γκρεμό. Αν πάλι τα πράγματα πάνε καλά, στριμώξου να χωθείς στη φωτογραφία. Αν ήσουν από κείνους που μοίραζαν λεφτά το 2006 ή κραύγαζαν οργισμένα εναντίον των μεταρρυθμίσεων το 2001 ή το 2010, τότε ακόμα καλύτερα: οι ψηφοφόροι θα σε βλέπουν με τρυφερότητα για τις καλές εποχές που τους θυμίζεις. Ίσως ακόμα και να σε ψηφίσουν.

Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή στις 23/2/2014

Η μπουλντόζα, ο πυροσβεστήρας και ο χάρακας

Τρεις βασικές επιλογές για την Ευρώπη αναμετρούνται στις προσεχείς ευρωεκλογές. Ετερόκλητες οι πολιτικές ομάδες που τις εκφράζουν, θα αποτυπωθούν στη σύνθεση του επόμενου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Η Επιλογή 1 λέει: «Οπισθεν ολοταχώς στο εθνικό κράτος». Η Ευρώπη τράβηξε πολύ μακριά. Το ευρώ ήταν ένα λάθος που δεν έπρεπε να συμβεί. Η Ε.Ε. είναι μια φενάκη, δημιούργημα των οικονομικών συμφερόντων. Να φύγουμε από την Ε.Ε. Να ανακτήσει πλήρως κάθε κράτος τον έλεγχο της οικονομικής πολιτικής και των συνόρων. Να αναστείλουμε την ενιαία αγορά στην κίνηση αγαθών, υπηρεσιών, ανθρώπων και κεφαλαίων.
Εδώ συστεγάζεται η παρέα με τα πιο κακόφημα μέλη. Εδώ συγκατοικεί απρόθυμα ο σκυθρωπός Αλαβάνος με τον θορυβώδη Φάρατζ, η ακροδεξιά Λεπέν με τον κομμουνιστή Κουτσούμπα, ο αριστερός Λαφαζάνης με τον εθνικιστή Βίλντερς. Εδώ ανταμώνουν οι οπαδοί του ολλανδικού Nexit με τους θιασώτες του βρετανικού Brexit και του ελληνικού Grexit. «Η έξοδος της Ολλανδίας από την Ε.Ε. σημαίνει ότι δεν θα χρειάζεται πια να πληρώνουμε δισεκατομμύρια στις Βρυξέλλες και τις αδύναμες χώρες του Νότου (...) Θα σταματήσουμε τη μαζική μετανάστευση και θα πάψουμε να πληρώνουμε επιταγές κοινωνικής πρόνοιας στους Ρουμάνους και τους Βουλγάρους» λέει ο Βίλντερς, σκιαγραφώντας τον γενναίο νέο κόσμο του λαϊκισμού, όπου η μικροψυχία ζευγαρώνει με τη μικρόνοια. Στην ίδια ευρύτερη παρέα και κάποιοι ακόμα σκοτεινότεροι τύποι, από κείνους που πρώτα δέρνουν και μετά κάνουν ερωτήσεις. Οι μαύρες μπλούζες της Χ.Α. και του Γιόμπικ υποχρέωσαν ακόμα και τη Λεπέν να δηλώσει ότι δεν επιθυμεί καμία σχέση μαζί τους. Κομμουνιστές, λαϊκιστές και ακροδεξιοί συναντώνται στην κοινή επιθυμία διάλυσης της Ε.Ε. Σύμβολό τους: μια μπουλντόζα κατεδάφισης.
Η Επιλογή 2 λέει: «Αρκετά προχωρήσαμε. Ούτε πίσω αλλά ούτε και πολύ πιο πέρα. Θα κάνουμε μόνο τα απολύτως αναγκαία και τα ελάχιστα δυνατά». «Η κρίση ξεπεράστηκε» – κι ας έχει βαλτώσει στη στασιμότητα η Ευρωζώνη, κι ας μαίνεται η ανεργία στον Νότο. «Η Ευρωζώνη έκανε ό,τι έπρεπε να κάνει». Οι χώρες του Νότου θα ανακάμψουν αποκλειστικά με δικές τους προσπάθειες. Η Ευρώπη θα στέκει σε απόσταση, επεμβαίνοντας μόνο για να αποτρέψει την καταστροφή. Ο καθένας μόνος του. Η Ευρώπη του διακυβερνητισμού και της υπολειμματικής αλληλεγγύης.

Η Επιλογή 2 είναι το κουρασμένο τέκνο ενός ευρωπαϊσμού που εξαντλήθηκε. Αποφάσισε ότι μέχρι εκεί ήταν και πιο πέρα δεν μπορεί. Τώρα πρέπει απλώς να προστατεύσουμε το υπάρχον οικοδόμημα για να μην καταρρεύσει. Επιασε φωτιά η νότια πτέρυγα; Θα φέρουμε τους πυροσβεστήρες. Αδιόρθωτες οι κυβερνήσεις στην περιφέρεια; Θα τους τυλίξουμε σε ένα πλαίσιο περιορισμών. Μέχρι εκεί. Πιο πέρα συνεπάγεται αναδιανομή πόρων που οι πλουσιότεροι δεν θέλουν, και παραχώρηση οικονομικής κυριαρχίας που οι φτωχότεροι δεν θα δεχτούν. Η προσέγγιση αυτή είναι κραταιή στη συντηρητική πολιτική οικογένεια. Μια Ευρώπη περιορισμένων οριζόντων και εμβαλωματικών αντιδράσεων. Σύμβολό της, ένας ταπεινός πυροσβεστήρας.
Η Επιλογή 3 αντιλαμβάνεται ότι τα προβλήματα στο ευρώ δεν λύνονται με πυροσβεστήρες και μερεμέτια. Οι κρίσεις απορρέουν από τη στρεβλή δομή μιας ΟΝΕ χωρίς «Ο». Η Ευρώπη απαιτεί άλματα ενοποίησης, ανασχεδιασμό, ισχυρά υποστυλώματα. Σύμβολο της επιλογής 3: ο χάρακας του σχεδιαστή, το κλιμακόμετρο του αρχιτέκτονα.
Εδώ είναι οι πραγματικοί συνεχιστές του ευρωπαϊκού οράματος. Εδώ και οι αληθινοί πραγματιστές, που βλέπουν ότι χωρίς ανακατασκευή η Ευρωζώνη δεν θα μακροημερεύσει. Γι' αυτό προωθούν υπερεθνική τραπεζική ένωση, δημοσιονομική και οικονομική ενοποίηση, προϋπολογισμό Ευρωζώνης, ευρωομόλογο, εργαλεία Συνοχής για την αντιμετώπιση τοπικών υφέσεων και μεγάλης ανεργίας. Υπερασπίζονται ισχυρούς υπερεθνικούς θεσμούς και πολιτικές, με αμοιβαία από όλους παραχώρηση κυριαρχίας στους υπερεθνικούς αυτούς θεσμούς. Επειδή υπόσχεται αλληλεγγύη και συνοχή, η Επιλογή 3 έχει το δικαίωμα να απαιτεί από τα κράτη εθνική υπευθυνότητα και μεταρρυθμίσεις.
Η ευρωπαϊκή κεντροδεξιά προέρχεται από την Επιλογή 3, αλλά πιεζόμενη από τα δεξιά κατατείνει στην Επιλογή 2. Οι φιλελεύθεροι είναι κι αυτοί διχασμένοι. Εχουν τη δύναμή στους στις βόρειες πλεονασματικές οικονομίες, γι' αυτό αντιδρούν σε πολιτικές συνοχής. Δείτε τον γκρίζο Ολι Ρεν σε σχέση με τον ευρωπαϊστή Φερχόφσταντ. Σχετικά πιο συμπαγείς στην Επιλογή 3 είναι οι σοσιαλιστές και οι πράσινοι. Και εδώ όμως υπάρχουν αποκλίσεις. Οι Γάλλοι σοσιαλιστές τείνουν στον οικονομικό εθνικισμό και διακυβερνητισμό, οι Γερμανοί έχουν πολλές φωνές. Ομως η Ευρώπη τους έχει ένα ισχυρό πρόσημο στήριξης των επενδύσεων και της απασχόλησης στη συγκυρία της ύφεσης και της ανεργίας. Η Ευρωπαϊκή Αριστερά παλινδρομεί μεταξύ 1 και 3. Ζητά αναδιανομή χωρίς εχέγγυα αξιοπιστίας. Περιφρονεί τις κοινές βάσεις της δημοσιονομικής πειθαρχίας, της ανταγωνιστικότητας, της ενιαίας αγοράς. Η ουτοπική της Ευρώπη θα είχε καταρρεύσει ταχύτατα στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, παρασέρνοντας το κοινωνικό της μοντέλο.

Ζούμε στην Ευρώπη τα τελευταία τέσσερα χρόνια την αγωνιώδη αναμέτρηση του χάρακα με τον πυροσβεστήρα, με την παρέα της μπουλντόζας να καιροφυλακτεί χαμογελώντας υποχθόνια στο φόντο.

* Ο κ. Γιώργος Παγουλάτος είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, μέλος της ευρωπαϊκής ομάδας εκπόνησης του New Pact for Europe.

Χρειαζόμαστε εθνικό αναπτυξιακό σχέδιο;

Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή στις 29-12-2013.

Περισσότερα...

Μετά τη σκόνη

Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή στις 29-09-2013.

Περισσότερα...

Ο λευκός καβαλάρης δεν πρόκειται να έρθει

Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή στις 15-09-2013.

Περισσότερα...