Τα έθνη είναι σαν τους ενήλικους ανθρώπους. Ο λόγος δε που μερικοί ενήλικοι μοιάζουν περισσότερο μεταξύ τους δεν είναι επειδή ζουν στην ίδια γειτονιά ή εργάζονται στο ίδιο επαγγελματικό περιβάλλον. Είναι διότι οι συνθήκες μέσα στις οποίες γεννήθηκαν και μεγάλωσαν υπήρξαν σχετικά κοινές με αποτέλεσμα να διαμορφώσουν παρόμοιους ατομικούς χαρακτήρες.
Με τον ίδιο τρόπο, εξαιτίας της διαφορετικής ιστορικής πορείας που ακολούθησε η Ελλάδα από τα όμορά της βαλκανικά έθνη και την Τουρκία κατά τους δύο τελευταίους αιώνες, οι μεταξύ τους διαφορές είναι συχνά εντονότερες από τις επιμέρους ομοιότητες. Σημαντικές ανομοιότητες επίσης υπήρξαν ανέκαθεν, και συνεχίζουν να υπάρχουν, ανάμεσα στην Ελλάδα και στις δυτικές ευρωπαϊκές χώρες – και τούτο παρά την κοινή τους συμμετοχή σε διάφορους υπερεθνικούς οργανισμούς, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΝΑΤΟ. Ακόμη και με τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου (Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία), με τις οποίες η Ελλάδα παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες, οι διαφορές φαίνεται να υπερισχύουν, πράγμα που άλλωστε φάνηκε καθαρά από τον ιδιόμορφο τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα στάθηκε απέναντι στην οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας.
Ωστόσο η σύγχρονη Ελλάδα κάθε άλλο παρά αποτελεί ιστορική ιδιαιτερότητα, όπως συχνά μας αρέσει να πιστεύουμε. Η διαδρομή που ακολούθησε η χώρα κατά τους δύο τελευταίους αιώνες παρουσιάζει μεγάλη συγχρονία και εντυπωσιακή ομοιότητα με τις διαδρομές που ακολούθησαν οι χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Παρακολουθήστε επί τροχάδην:
Οπως η τουρκοκρατούμενη Ελλάδα επαναστάτησε για την ανεξαρτησία της στις αρχές του 19ου αιώνα, το ίδιο έπραξαν ταυτοχρόνως και οι χώρες της Λατινικής Αμερικής, επίσης επηρεασμένες από τη γαλλική και την αμερικανική επανάσταση. Η αρχή έγινε το 1810 στο Μεξικό και διήρκεσε μέχρι το 1825, όταν η Βολιβία και η Ουρουγουάη απελευθερώθηκαν τελευταίες από την ισπανική αποικιοκρατία. Η πιο σημαντική χρονιά ήταν το 1821. Τότε, επτά χώρες της περιοχής απέκτησαν την εθνική τους ανεξαρτησία: η Κόστα Ρίκα, η Δομινικανή Δημοκρατία, η Γουατεμάλα, η Ονδούρα, η Νικαράγουα, ο Παναμάς και το Περού. Η Βραζιλία, πρώην πορτογαλική αποικία, έγινε ανεξάρτητο κράτος με αναίμακτο τρόπο το 1820.
Όπως το νεοσσό ανεξάρτητο αλλά ανίσχυρο βασίλειο της Ελλάδας βρέθηκε αμέσως σε θέση πλήρους οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής εξάρτησης από τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής, έτσι και τα νεαρά έθνη της Λατινικής Αμερικής δεν μπόρεσαν να αποφύγουν παρόμοιες σχέσεις εξάρτησης από χώρες με ιμπεριαλιστικές βλέψεις, κυρίως τις Ηνωμένες Πολιτείες. Καθώς η οικοδόμηση εθνικών κρατών απαιτούσε σημαντικούς οικονομικούς πόρους για στρατό, διοίκηση, εκπαίδευση και οικονομική ανάπτυξη, όλες οι χώρες αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε εξωτερικό δανεισμό που σύντομα κατέληξε σε σχεδόν πλήρη οικονομική εξάρτηση.
Οπως στην Ελλάδα του 19ου αιώνα αναπτύχθηκε ένα ολιγαρχικό πολιτικό σύστημα, το οποίο όμως διέθετε έναν μικρό πυρήνα αστών με φιλελεύθερες ιδέες φερμένες από τη Γαλλία και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, έτσι και στις χώρες της Λατινικής Αμερικής ολιγάριθμες αστικές ελίτ μετέφεραν τον ευρωπαϊκό φιλελευθερισμό, με έντονη ωστόσο δόση εθνικισμού, στις δικές τους χώρες. Παντού σχεδόν τα νεαρά έθνη καθιέρωσαν δημοκρατικά συντάγματα εμπνευσμένα από το φιλελεύθερο πνεύμα των συνταγμάτων της Γαλλίας, των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ισπανίας. Παντού, επίσης, ο στρατός επενέβη ενεργά στην πολιτική και συχνά στρατιωτικοί αξιωματούχοι εξελίχθηκαν σε σημαντικούς πολιτικούς ηγέτες.
Οπως στην Ελλάδα, όπου, προς τις αρχές του 20ού αιώνα, το πολιτικό σύστημα είχε ήδη διαιρεθεί ανάμεσα σε δύο αντίπαλα πολιτικά στρατόπεδα, έτσι και στις χώρες της Λατινικής Αμερικής δημιουργήθηκαν οι παρατάξεις των Συντηρητικών, με στόχο τη διατήρηση της παραδοσιακής κοινωνικής ιεραρχίας με την ευλογία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, και των Φιλελευθέρων, που επιδίωκαν προοδευτικές μεταρρυθμίσεις και το άνοιγμα των χωρών τους στην παγκόσμια αγορά. Πολύ συχνά, όμως, όταν καμία παράταξη δεν ήταν σε θέση να ικανοποιήσει τις αγροτικές μάζες, το αποτέλεσμα ήταν ο κοινωνικός ριζοσπαστισμός. Το ελληνικό Κιλελέρ ήταν το αντίστοιχο των επαναστατημένων Πάντσο Βίλα και Εμιλιάνο Ζαπάτα στο Μεξικό.
Οπως η μεταπολεμική Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο του Ψυχρού Πολέμου ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σοβιετική Ενωση, έτσι και η Λατινική Αμερική υποχρεώθηκε να ενταχθεί στο παγκόσμιο αντικομμουνιστικό μπλοκ και μάλιστα για παρόμοιους λόγους: η μεν Ελλάδα αποτελούσε τον προμαχώνα της Δύσης στα Βαλκάνια ενώ η δημιουργία μιας δεύτερης Κούβας στο νότιο ημισφαίριο της αμερικανικής ηπείρου έπρεπε οπωσδήποτε να αποκλειστεί. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας με την υποστήριξη των ΗΠΑ ήταν η μόνη λύση. Και αυτό ακριβώς συνέβη στις δεκαετίες του '60 και του '70, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Αργεντινή, στη Χιλή, στη Βραζιλία, στη Βολιβία, στον Ισημερινό, στον Παναμά, στο Περού και στην Ουρουγουάη.
Οπως στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης άνθησε ο λαϊκισμός, έτσι και στις περισσότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής λαϊκιστές ηγέτες, τόσο στα αριστερά όσο και στα δεξιά του πολιτικού φάσματος, μπόρεσαν να κινητοποιήσουν τους λαούς υποσχόμενοι κοινωνική ισότητα και οικονομική ευημερία μέσω πελατειακών εξυπηρετήσεων και αυθαίρετων παρεμβάσεων στη συνταγματική νομιμότητα. Σε όλες τις περιπτώσεις επικράτησαν χαρισματικοί ηγέτες που, επικεφαλής προσωπικών κομμάτων, έφτασαν στην εξουσία και κατόπιν τη διατήρησαν για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Η περίπτωση του Ανδρέα Παπανδρέου έχει το αντίστοιχό της στις περιπτώσεις των Χουάν Περόν στην Αργεντινή, Αλμπέρτο Φουτζιμόρι στο Περού, Ούγκο Τσάβες στη Βενεζουέλα, Ραφαέλ Κορέα στον Ισημερινό.
Οπως η Ελλάδα, που τους δύο τελευταίους αιώνες ταλαιπωρείται από περιοδικές χρηματοπιστωτικές κρίσεις, οι οποίες, όχι σπάνια, οδηγούν σε κρατική χρεοκοπία, έτσι και οι περισσότερες χώρες της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής κάνουν πρωταθλητισμό σε αθετήσεις πληρωμών χρέους και αναγκαστικής προσφυγής στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Οι χρεοκοπίες της Αργεντινής (2001) και της Ελλάδας (2015) είναι απλώς τα πιο πρόσφατα επεισόδια μιας μακράς αλυσίδας μεγάλων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών κρίσεων που ξεκινούν από τη δημιουργία των εθνικών κρατών σε Ελλάδα και Λατινική Αμερική και φτάνουν μέχρι τις ημέρες μας.
Με τόσες ομοιότητες που παρουσιάζει με τα έθνη της Λατινικής Αμερικής, η νεότερη ελληνική ιστορία κάθε άλλο παρά ως ιδιαιτερότητα μπορεί να γίνει αντιληπτή. Το μόνο πραγματικό παράδοξο είναι ότι η Ελλάδα ακολούθησε το ίδιο μονοπάτι ιστορικής εξέλιξης που πήραν οι χώρες μιας μακρινής και άγνωστης ηπείρου, παρά ένα από τα μονοπάτια που ακολούθησαν τα κοντινότερα και περισσότερο γνωστά μας ευρωπαϊκά έθνη.
*Δημοσιεύτηκε στην "Καθημερινή" στις 3/11/2019.