Αποτελεί συμβολική επιλογή η πρώτη πολιτική συνέντευξη του νέου χρόνου να είναι από το χώρο του πολιτισμού και από την υπουργό, Μυρσίνη Ζορμπά. Γιατί, όπως λέει και η ίδια, «για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα της κοινωνίας και της κουλτούρας της καθημερινής ζωής, η πολιτική δημοκρατία έχει ανάγκη από την ενδοχώρα της πολιτισμικής δημοκρατίας.»
Αυτή η συνέντευξη επιδιώξαμε να μην κινηθεί στις συνήθεις και δικαιολογημένες ερωτήσεις που δέχτηκε ως τώρα, αλλά σε ένα περισσότερο πολιτικό και ιδεολογικό πεδίο. Παρότι γράφτηκαν πολλά για την υπουργοποίησή της, και για την εκλογή της ως ευρωβουλευτού την περίοδο της διακυβέρνησης Σημίτη, δυσανάλογα αναφέρθηκε στον Τύπο η συμμετοχή της στην Αριστερά και τους αγώνες της, παλαιότερα, από την περίοδο της δικτατορίας. Η ίδια δηλώνει αποφασιστικά ότι θεωρεί «το πεδίο του πολιτισμού ένα κοσμικό νεωτερικό δυναμικό πεδίο σκληρής διαπραγμάτευσης και συγκρούσεων για την ηγεμονία, τουλάχιστον αυτό μας έμαθε ο Γκράμσι.»
Η σχέση της Αριστεράς με τον πολιτισμό γνώρισε σταδιακή έκπτωση, ωστόσο οι προσδοκίες των Αριστερών από την κυβέρνηση σε αυτό το πεδίο υπήρξαν μεγάλες και σε μεγάλο βαθμό διαψεύστηκαν. Γιατί συνέβη αυτό;
Δεν συμμερίζομαι τη λογική της έκπτωσης, που παραπέμπει στη μοιραία νοοτροπία πολιτισμικού πεσιμισμού, ουσιαστικά δεξιά έως και αντιδραστική νοοτροπία, διάχυτη τα τελευταία χρόνια σε διανοούμενους και αρθρογράφους συντηρητικών εφημερίδων αλλά και lifestyle εντύπων. Αντίθετα, θεωρώ το πεδίο του πολιτισμού ένα κοσμικό νεωτερικό δυναμικό πεδίο σκληρής διαπραγμάτευσης και συγκρούσεων για την ηγεμονία, τουλάχιστον αυτό μας έμαθε ο Γκράμσι και οι μαρξιστές θεωρητικοί. Ξέρετε, μετά το γνωστό στείρο σχήμα βάση – εποικοδόμημα, που ίσχυσε για πολλές δεκαετίες στην αντίληψη της Αριστεράς και σύμφωνα με το οποίο η κουλτούρα ήταν απολύτως εξαρτημένη από τις παραγωγικές σχέσεις, ήρθε μια στιγμή που λύθηκαν τα μάγια και στο εσωτερικό του μαρξισμού άρχισε να συζητιέται η γκραμσιανή έννοια της ηγεμονίας και της αντίστασης των υπεξούσιων στρωμάτων. Έτσι απόκτησε οντότητα η λαϊκή κουλτούρα, που ως τότε ήταν ανύπαρκτη, και έγινε άξια ενδιαφέροντος. Η διανοητική πρόοδος και το ταξικό όφελος από αυτή την αλλαγή υπήρξαν τεράστια και το οφείλουμε στις μεταφράσεις του Γκράμσι στα αγγλικά και στους Βρετανούς μαρξιστές όπως ο Ρέιμοντ Ουίλλιαμς, ο οποίος στη δεκαετία του '70 υπήρξε πρωτοπόρος της ανατροπής του παλιού στενού σχήματος σκέψης.
Θα ήταν ασφαλώς πολύ ενδιαφέρον να ανοίξει η συζήτηση για να διευκρινιστεί τι ήταν αυτό που προσδοκούσαν οι αριστεροί στο πεδίο της πολιτικής του πολιτισμού. Αξίζει να ξαναδούμε και να αναλύσουμε τα προτάγματα του προεκλογικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, για το οποίο είχα κι εγώ γράψει στο περιοδικό Χρόνος και στην Αυγή. Η εμπειρία των τριών υπουργών που πέρασαν πριν από μένα από το υπουργείο Πολιτισμού, όπως και η δική μου τώρα, θα είχε πολλά να ακούσει και να πει σε έναν ανοιχτό διάλογο με μέλη και φίλους του κόμματος αλλά και με τον κύκλο των ευρύτερα προοδευτικών δημιουργών, παραγωγών, διανοουμένων και καλλιτεχνών. Είναι μια εποχή που αξίζει να ακουστούν όλες οι φωνές, χωρίς προκαταλήψεις και κομματικά σύνορα, ώστε να διαμορφωθεί ένα νέο περιβάλλον προβληματισμού στα θέματα του πολιτισμού. Μάλιστα, να ακούσουμε κυρίως τους νέους, τους ενοχλητικούς, φάλτσους και ασύμβατους, αυτούς που ανέδειξε η κρίση των τελευταίων δέκα χρόνων.
Έχετε δηλώσει ότι «η έννοια της πολιτισμικής δημοκρατίας, η αντιμετώπιση των καινούργιων και των παλιών ανισοτήτων και διακρίσεων, είναι σταθερή μου επιδίωξη». Με ποιες κινήσεις σκοπεύετε να δρομολογήσετε αυτό το στόχο;
Όντως, θεωρώ ότι η πολιτισμική δημοκρατία αποτελεί θεμελιώδη έννοια αναφοράς, που οφείλουμε να συμπεριλάβουμε στον προβληματισμό μας ως αριστεροί προοδευτικοί σκεπτόμενοι άνθρωποι, η οποία συνδέεται στενά με την πολιτική δημοκρατία. Αυτή η τελευταία δεν μπορεί να αναπτυχθεί στο περιορισμένο και ρηχό πλαίσιο όπου συχνά λειτουργεί, στο πλαίσιο της απλής αντιπροσώπευσης. Για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα της κοινωνίας και της κουλτούρας της καθημερινής ζωής, η πολιτική δημοκρατία έχει ανάγκη από την ενδοχώρα της πολιτισμικής δημοκρατίας, έτσι ώστε οι ανισότητες και οι διακρίσεις να μην δρουν ανενόχλητες και να αποκαλύπτονται σε όλο το βάθος, τη λειτουργία και τις μορφές τους, θέτοντας το πολιτικό σύστημα μπροστά στην υποχρέωση να παρεμβαίνει. Διαφορετικά, αυτό παραμένει μια παράλληλη ξένη πραγματικότητα, που δεν αγγίζει το βίο των ανθρώπων, και για την οποία πραγματικότητα οι πολίτες όλο και λιγότερο ενδιαφέρονται. Τα νέα κοινωνικά κινήματα έφεραν στο φως αυτή ακριβώς την απόσταση, την ασυμμετρία, διατυπώνοντας πέρα από τα ταξικά αιτήματα, που η εργατική τάξη πάλευε γι' αυτά, αιτήματα στο πεδίο των διακρίσεων, όπως της φυλής, του φύλου, του σεξουαλικού προσανατολισμού, της θρησκευτικής ελευθερίας, της γλώσσας, κ.λπ.
Στο επόμενο διάστημα θα ανοίξουμε αυτό το διάλογο, γιατί πριν απ' όλα πρέπει να γίνει κατανοητό γιατί ο πολιτισμός και, κατ' επέκταση το υπουργείο Πολιτισμού, νομιμοποιείται να ενδιαφέρεται, εκτός από τη συντήρηση και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς και την υποστήριξη των τεχνών, για τις ανισότητες και τις διακρίσεις και ποιες ακριβώς είναι αυτές. Θα πρέπει να τις ονοματίσουμε, να δούμε πώς λειτουργούν, πώς συνδέονται με τις αντιλήψεις, τις νοοτροπίες, τις στάσεις και τις συμπεριφορές της καθημερινής ζωής μας, της καθημερινής κουλτούρας μας.
Παράλληλα, θα δοκιμάσουμε να προσθέσουμε στα κριτήρια των επιχορηγήσεων του υπουργείου, που ως τώρα προσανατολίζονται κατά κύριο λόγο στην αισθητική, ορισμένα κοινωνικο-πολιτισμικά κριτήρια. Για παράδειγμα, να συνδέεται η επιχορήγηση και με τον προβληματισμό ενός πολιτιστικού ή καλλιτεχνικού φορέα αναφορικά με το κοινό του. Διότι οι φορείς πρέπει να αναπτύσσονται για το κοινό τους και σε διάλογο με αυτό, μάλιστα για ένα κοινό που δεν μπορεί να είναι αποκλειστικά το μεσαίο και ανώτερο αλλά και το λαϊκό κοινό και τα κατώτερα στρώματα. Άρα οφείλουν να σκέφτονται και το μη-κοινό, εκείνους που για πολλούς λόγους δεν περνούν το κατώφλι ενός θεάτρου, μιας συναυλίας. Οι επιχορηγήσεις επηρεάζουν το κόστος των εισιτηρίων μιας παράστασης έως και 50%, συνεπώς πρέπει να μας απασχολεί ποιοι επωφελούνται, ποια στρώματα του πληθυσμού ευνοούνται απ' αυτό και ποια όχι. Οι δημόσιοι πολιτιστικοί οργανισμοί οφείλουν εξ ορισμού να σκέφτονται τους πολλούς απόντες, τους διαφορετικούς απόντες και να προβληματίζονται για τους λόγους που τους κρατούν αποκλεισμένους, χωρίς να βολεύονται με την απλοϊκή ερμηνεία της αδιαφορίας που είναι πια απολύτως ξεπερασμένη. Επιπλέον, το υπουργείο θα προκηρύξει και ορισμένα προγράμματα που θα αφορούν νέους και παιδιά αλλά και ευάλωτες ομάδες ή ομάδες που υφίστανται διάκριση, προκειμένου να φέρουμε μεγαλύτερη ισορροπία στις ασυμμετρίες που παρουσιάζει από παράδοση ο κρατικά επιδοτούμενος πολιτισμός. Περιττό, βέβαια, να πω ότι θα χρειαζόταν πολύ περισσότερος χρόνος απ' όσο διαθέτουμε, μεγάλη συζήτηση και ένα σχέδιο δομικών αλλαγών για να έχουμε πιο ικανοποιητικά αποτελέσματα, που θα απελευθέρωναν δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας σε επίπεδο έκφρασης και συμμετοχής.
Εποπτευόμενα νομικά πρόσωπα, κρατικά θέατρα – ορχήστρες, έχετε πει ότι τίθεται ένα θέμα σε ποιο κοινό απευθύνονται -κυρίως σε μεσαία και ανώτερα στρώματα έχετε διαπιστώσει. Οπότε προκύπτει το ζήτημα τι είδους πολιτισμός επιχορηγείται για τα άλλα στρώματα και αν δεν στέργει το υπουργείο για αυτά τότε ποιος;
Ναι, ισχύουν όσα είπαμε παραπάνω. Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, θα προχωρήσουμε σε μια ποιοτική έρευνα κοινού, που είναι απαραίτητη για να κατανοήσουμε την κατάσταση που έχει ως τώρα διαμορφωθεί και παγιωθεί. Δεν αρκούν οι υποθέσεις εργασίας, δεν αρκούν οι εντυπώσεις ή οι μεροληπτικές αριθμητικές έρευνες που κατά καιρούς βλέπουν το φως, πρέπει να πάμε σε μεγαλύτερο βάθος, όπως είχε κάνει ο Μπουρντιέ παλιότερα και αποκάλυψε εξαιρετικά ενδιαφέροντα στοιχεία για το κοινό των μουσείων, τα οποία άλλαξαν σημαντικά τις επικρατούσες ως τότε αντιλήψεις.
Υπάρχει το τόξο της Συγγρού με τα ιδιωτικά ιδρύματα, που σε μεγάλο βαθμό την περίοδο της κρίσης επικαθόρισαν το πολιτιστικό προϊόν. Από την άλλη μεριά, του δημοσίου, τι σχέδιο υπάρχει ώστε να μη συνεχιστεί αυτή η «κυριαρχία»;
Η κρίση προκάλεσε τη συρρίκνωση της εμβέλειας του κράτους κι αυτό όχι μόνο όσον αφορά τις οικονομικές επιδοτήσεις και επιχορηγήσεις αλλά και τον περιορισμό του προσωπικού, τη διακοπή οργανισμών όπως το ΕΚΕΒΙ και τη συνολικότερη ιδεολογική επίθεση κατά του δημοσίου ως διακυβέρνησης και λειτουργίας. Έτσι, οι πρωτοβουλίες των ιδιωτικών ιδρυμάτων λειτούργησαν για τους καλλιτέχνες και την κοινωνία σαν σανίδα σωτηρίας ενώ διακοσμήθηκαν επίσης με ευρύτερες ιδεολογικές φιλανθρωπικές συντεταγμένες, καθώς και με σύγχρονο μάρκετινγκ και λάμψη.
Δεν θεωρώ ότι υπάρχει κυριαρχία, υπάρχει όμως ανάγκη διαλόγου και οριοθέτησης, προκειμένου το δημόσιο να παίζει το ρόλο που του αναλογεί, το ίδιο και τα ιδιωτικά ιδρύματα. Υπάρχει μέχρι στιγμής ένα δισταγμός να συζητηθούν αυτά ανοιχτά αλλά το θεωρώ αναγκαίο για να αποφεύγονται οι παρανοήσεις και γιατί, σε κάθε περίπτωση, δεν αφορά μόνο αυτό που ονομάσατε πολιτιστικό προϊόν αλλά την ίδια τη διαμόρφωση του πολιτισμικού υποκειμένου, της πολιτισμικής ιθαγένειας, των αντιλήψεων των νέων ανθρώπων, του αξιακού προσανατολισμού της κοινωνίας μας. Δεν θα ήθελε κάποιος σήμερα ούτε το δογματικό κρατισμό ούτε και τον ανταγωνιστικό νεοφιλελευθερισμό στο ευαίσθητο πεδίο του πολιτισμού που θυμίζω, όπως είπαμε παραπάνω, δεν αφορά μόνο τις τέχνες αλλά κυρίως τις στάσεις ζωής, τις επιλογές των νέων ανθρώπων, τα οράματα και τις προσδοκίες τους.
Μιλήστε μας λίγο πιο αναλυτικά για το σχέδιο του Ακροπόλ.
Το Ακροπόλ θέλουμε να είναι ένας ανοιχτός χώρος συνάντησης και διαλόγου νέων παραγωγών, καλλιτεχνών και δημιουργών και του κοινού τους. Ένα ανήσυχο κύτταρο όπου θα έχουν την ευκαιρία να δοκιμάζονται καινοτόμες ιδέες, πειραματικές εφαρμογές, σχέδια ουτοπικά που θα εκφράζουν τους φόβους και τα όνειρα των πιο δημιουργικών και τολμηρών καλλιτεχνών. Χωρίς αυστηρά όρια ανάμεσα στις τέχνες αλλά διαισθητικά, συνεργατικά, συμμετοχικά, σχήματα που θα μας προκαλούν απορία και έκπληξη, που θα μας επιτρέπουν να έχουμε αντιρρήσεις, να συζητάμε, να μπαίνουμε σε διαδικασίες και όταν βγαίνουμε απ' αυτές να είμαστε διαφορετικοί, κάτι να έχει όντως αλλάξει στο νου και στο συναίσθημά μας.
Σας ανησυχεί η ευκολία με την οποία νέοι άνθρωποι προσεταιρίστηκαν ξενοφοβικές και εθνικιστικές αντιλήψεις, εννοώ στο ζήτημα του λεγόμενου μακεδονικού και των καταλήψεων; Πώς θα μπορούσε το υπουργείο να παρέμβει σε αυτήν την κατεύθυνση;
Δεν είναι η ευκολία των νέων ανθρώπων που με ανησυχεί αλλά η χρόνια εγκατάλειψη παρόμοιων κοινωνικο-πολιτισμικών φαινομένων στην τύχη τους, χωρίς παρέμβαση εκ μέρους όχι μόνο της πολιτείας αλλά και άλλων υπεύθυνων κοινωνικών δρώντων. Είτε πρόκειται για το σεξισμό, είτε πρόκειται για το bulling στη σχολική κοινότητα, είτε για τη βία στα γήπεδα, είτε για τις ξενοφοβικές, ρατσιστικές και εθνικιστικές αντιλήψεις, διαπιστώνει κανείς μια αδυναμία σχεδίου και συμμαχιών για την αντιμετώπισή τους. Κι όμως δηλητηριάζουν την καθημερινή ζωή χιλιάδων νέων ανθρώπων και πρέπει να γίνει συνείδηση στην κοινωνία μας ότι το κόστος πρόληψης είναι πολύ μικρότερο από το τεράστιο κόστος θεραπείας τους. Χρειαζόμαστε πολιτισμικές πολιτικές με ισχυρά και γρήγορα αντανακλαστικά για τα φαινόμενα αυτά, χρειαζόμαστε περιφερειακή και ισχυρή ενίσχυση της από τα κάτω οργάνωσης του πολιτισμού. Πάνω σ' αυτό δουλεύουμε τώρα και σύντομα θα θέσουμε σε δημόσια διαβούλευση το σχετικό νομοσχέδιο Περιφερειακής Πολιτικής του Σύγχρονου Πολιτισμού.
Δηλώσατε, και το πράξατε κιόλας σε κάποιες περιπτώσεις, ότι χρειάζεται ηλικιακή ανανέωση στα ΔΣ των εποπτευόμενων φορέων αλλά και εξάλειψη των διακρίσεων με αρχή την έμφυλη. Ο τρόπος όμως λειτουργίας των ΔΣ σχεδόν εξ ορισμού αποκλείει τους νέους, εργαζόμενους ή/και γονείς. Πώς μπορεί αυτό το ζήτημα να αντιμετωπιστεί ριζοσπαστικά σε όλο το φάσμα της δημόσιας διοίκησης;
Αυτή πρέπει να είναι μια ευρύτερη συζήτηση, ωστόσο συμμερίζομαι την ανάγκη και γνωρίζω τη μεγάλη ωφέλεια που μπορεί να προκύψει από αυτή την κατεύθυνση. Σε πιο στενό πλαίσιο, είναι αυτό που στο «Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού», του οποίου υπήρξα πρόεδρος και ακτιβίστρια για μια δεκαπενταετία, εφαρμόζαμε ως καλή πρακτική κάθε φορά που οργανώναμε μια δράση ή ένα συνέδριο, δηλαδή να εξασφαλίζουμε στις μητέρες τη συμμετοχή των παιδιών τους σε δημιουργικές ομάδες, ώστε να είναι ελεύθερες από υποχρεώσεις οι ίδιες. Όμως η συμμετοχή στα ΔΣ έχει κι άλλα προβλήματα τα οποία θα πρέπει να συζητηθούν, όπως είναι ζητήματα αρμοδιοτήτων, ανακύκλωση μελών, τρόποι λειτουργίας, λήψης αποφάσεων, κ.λπ. τα οποία είναι σημαντικά. Το ίδιο σημαντικό ζήτημα είναι και η ανάγκη να γίνεται προκήρυξη των καλλιτεχνικών διευθυντών των πολιτιστικών οργανισμών, η μέγιστη διάρκεια της θητείας τους, ο ρόλος του οικονομικού και του διοικητικού διευθυντή, η αποκλειστική απασχόληση, κ.λπ. Υποσχέθηκα από την πρώτη στιγμή που ανέλαβα το υπουργείο ότι δεν θα διορίσω καλλιτεχνικούς διευθυντές αλλά οι θέσεις θα προκηρύσσονται. Το έπραξα και θα το τηρήσω με συνέπεια στο μέλλον.
Πώς μπορεί ο πολιτισμός να παντρευτεί γόνιμα με τον τουρισμό; Συχνά ο δεύτερος επιχειρεί να καταβροχθίσει τον πρώτο στην αδηφάγα πορεία του.
Θέλετε να τους παντρέψετε αλλά περιγράφετε τον τουρισμό σαν αδηφάγο θηρίο... οπότε θα γεννήσουν τέρατα; Βρίσκω χρήσιμο να μη θυματοποιούμε ή ενοχοποιούμε καμία πλευρά, κανείς δεν είναι τέλειος και κανείς δεν είναι αθώος. Οι δυναμικές που συναντιόνται σ' αυτό το δύσκολο πεδίο που ονομάζεται οικονομική ανάπτυξη πρέπει να βρίσκουν κάθε φορά την ισορροπία τους ώστε να δημιουργούνται θέσεις εργασίας, να παράγεται πλούτος, να ζούμε καλύτερα και, ρεαλιστικά μιλώντας, να βγούμε σταθερά από την κρίση. Είναι σημαντικό να σχεδιάζεται ένα μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης με διορατικότητα και προοπτική αλλά, παράλληλα, χρειάζεται να εξασφαλίζει βραχυχρόνιες αποδόσεις και η χώρα μόλις κατάφερε να βγει από τα μνημόνια. Πώς απαντάει κανείς σ' αυτό; Υπερασπιζόμενος ο ένας τον τουρισμό κι ο άλλος τον πολιτισμό με φανατικό πατριωτισμό; Νομίζω πως ο κοινός ενδιάμεσος χώρος υπάρχει προς όφελος και των δύο. Η Ακρόπολη και το Μουσείο της αποδίδουν στο ελληνικό δημόσιο μεγάλα έσοδα και ένα μέρος από αυτά κατευθύνεται στο σύγχρονο πολιτισμό. Το λέω ως παράδειγμα καλής διαχείρισης, που δεν υψώνει τείχη αλλά συνθέτει ανάγκες. Από την άλλη, το AirBnB κινδυνεύει να διώξει από τη γειτονιά μου στα Εξάρχεια τους φοιτητές και τους χαμηλομισθωτούς κι αυτό είναι αρνητικό, όσο κι αν οι ιδιοκτήτες των διαμερισμάτων ευνοούνται και η γειτονιά γίνεται πιο κοσμοπολίτικη. Εδώ παίζει ρόλο ο σοβαρός σχεδιασμός και η πολιτική βούληση, απαραίτητες προϋποθέσεις για πιο δίκαιες από κοινωνική άποψη λύσεις.
Ο πολιτισμός υπήρξε για την Αριστερά ένα προνομιακό πεδίο το οποίο λειτούργησε ως συνεκτικό στοιχείο σε συγκεκριμένες χρονικές συγκυρίες, έως και βασικό ταυτοτικό στοιχείο την περίοδο της δικτατορίας με τους Λαμπράκηδες. Σήμερα, ο λόγος της, αλλά και εκείνος του φοιτητικού κινήματος, είναι αφυδατωμένος από πολιτιστικές παρεμβάσεις ακόμα και αναφορές.
Χρειάζεται μεγαλύτερη τόλμη και μεγαλύτερη γνώση, περισσότερες παραδοχές και λιγότερη νοσταλγία, αυτή είναι η γνώμη μου. Τις τελευταίες δεκαετίες έχουμε μια άνθιση των Πολιτισμικών Σπουδών σε όλη την Ευρώπη και στην Αμερική, τον Καναδά, την Αυστραλία. Η έννοια του πολιτισμού έχει διευρυνθεί, το ίδιο η κοινωνική σημασία του, οι εργασιακοί τομείς που αναφέρονται σ' αυτόν. Η σχέση του με τις νέες τεχνολογίες έχει απογειώσει τη δημιουργική οικονομία. Δεν μπορούμε να έχουμε μόνο μεταπτυχιακά τμήματα πολιτιστικής διαχείρισης, δεν αρκεί, χρειαζόμαστε προπτυχιακά πολιτισμικών σπουδών που θα αποτελούν το στέρεο περιβάλλον και τη γνωσειακή προϋπόθεση της διαχείρισης, για την οποία μιλούν ορισμένοι πολύ επιφανειακά και επιπόλαια. Ωστόσο, υπάρχουν αρκετές νέες και νέοι επιστήμονες που έχουν σπουδάσει κυρίως στην Αγγλία και έχουν παρέμβει στο τοπίο τα τελευταία χρόνια. Αυτό μαζί με τα διεθνή συνέδρια με κάνει πιο αισιόδοξη, αρκεί να υπάρξει και ιθαγενής επεξεργασία για να βρούμε τη δική μας γλώσσα και δρόμο στην πολιτισμική διαχείριση που χρειάζεται σήμερα η χώρα. Διαθέτουμε ένα πολιτισμικό κεφάλαιο που όσο θεωρείται παγιωμένα δεδομένο με έναν παραδοσιακό τρόπο δεν δείχνει να αποδίδει, συνεπώς χρειάζεται να ξαναδούμε από την αρχή τη σύνθεσή του, την επένδυση και την προστιθέμενη πολιτισμική, οικονομική και κοινωνική αξία του.
Την περίοδο της δικτατορίας, που την ζήσατε ενεργά και εσείς, υπήρχε η πίστη ότι τουλάχιστον με κάποια ζητήματα τελειώναμε. Εννοώ, για παράδειγμα, τα βασανιστήρια ή και ευρύτερα τη λειτουργία της δημοκρατίας. Αυτή η πίστη διαψεύστηκε. Πώς μπορεί να σχεδιαστεί η ανατροπή αυτής της διάψευσης;
Θα ήθελα να κάνουμε τη διάκριση βασανιστηρίων-δημοκρατίας ρητά και κατηγορηματικά. Με τα βασανιστήρια τελειώσαμε όντως, αν και ποτέ δεν τελειώνει κάτι τόσο ριζικά όσο θα θέλαμε. Ωστόσο, σήμερα μόνο οριακά μπορεί να συμβεί ένα γεγονός βασανισμού κι αυτό στιγματίζεται και τιμωρείται στις περισσότερες των περιπτώσεων. Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση εφησυχασμό, είτε πρόκειται για τις φυλακές, είτε για τα κρατητήρια, είτε για τα σύνορα, για Έλληνες, για πρόσφυγες, για ποινικούς, Ρομά, ιδρύματα, κ.λπ. Κάθε κακοποίηση ή βασανισμός χτυπάει την καμπάνα του κινδύνου αλλά δεν είναι το ίδιο όπως στη δικτατορία. Τώρα έχουμε πολλά εχέγγυα κι αυτή η κυβέρνηση το έδειξε όταν χρειάστηκε.
Όσον αφορά τη λειτουργία της δημοκρατίας, υπάρχουν οι όροι να βελτιώνεται διαρκώς, αυτό δεν σταματά ποτέ, άλλωστε είδαμε τη διαφορά με την πρώτη αριστερή κυβέρνηση που δεν έκρυψε σκάνδαλα, δεν κάλυψε παρανομίες, προώθησε τη νομοθεσία και γενικότερα το πεδίο των κοινωνικών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η διαφορά είναι ορατή. Πέραν αυτών, θεωρώ σημαντικό το ζήτημα της δημοκρατίας μέσα στα κόμματα κι αυτό είναι κρίσιμο για το άμεσο μέλλον, έχει καθυστερήσει πολύ και μπλοκάρει το πολιτικό σύστημα. Ο χώρος που θα το τολμήσει αποφασιστικά, θα αποκτήσει σαφές προβάδισμα γιατί η κοινωνία το περιμένει, είναι ώριμη.
Φαίνεται ότι ο εκσυγχρονισμός της κοινωνίας που αποτέλεσε το πολιτικό σχέδιο της διακυβέρνησης της περιόδου Σημίτη απέτυχε. Υπάρχουν υπόλοιπα στο κοινωνικό και το πολιτικό πεδίο;
Αν εννοείτε υπόλοιπα όσον αφορά αλλαγές που πρέπει να γίνουν στη δημόσια διοίκηση, στο θεσμικό πεδίο, στην ίδια την κοινωνία, σίγουρα υπάρχουν πολλά και σημαντικά, δεν θα τα έλεγα μάλιστα υπόλοιπα αλλά μεγάλα ζητούμενα. Ορισμένα βήματα έγιναν με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η κρίση δεν επέτρεπε ως τώρα μεγαλύτερες αλλαγές. Ελπίζω αυτές να δοθεί η ευκαιρία, με την εμπειρία διακυβέρνησης που ήδη υπάρχει, να γίνουν στην επόμενη τετραετία.
Από την άλλη, η Αριστερά σήμερα επιχειρεί το μετασχηματισμό της κοινωνίας. Πώς βλέπετε αυτήν την προσπάθεια;
Την βλέπω δυστυχώς αδύναμη, άτολμη και χωρίς έμπνευση, μιλώντας γενικότερα και όχι μόνο για την Ελλάδα, που σε τελευταία ανάλυση έπρεπε να διασώσει την επιβίωση πρωτίστως και δεν μπορούσε να προσβλέπει σε έναν ανοιχτό ορίζοντα μεγαλύτερων μετασχηματισμών. Επικρατεί εδώ και χρόνια μια αμηχανία, κυρίως στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, κι από την άλλη μεριά, ένας ριζοσπαστισμός χωρίς αντίκρισμα, περισσότερο ρητορικός και λιγότερο διακυβερνητικός. Χρειάζεται περισσότερη δημοκρατία στα κόμματα και στις κάθε είδους πρωτοβουλίες για να υπάρξει καλύτερο αποτέλεσμα. Σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης δεν μπορείς να κάνεις μόνος σου τις αλλαγές που χρειάζονται αλλά και δεν μπορείς να μένεις αδρανής. Χρειαζόμαστε ένα ιθαγενές παράδειγμα οικονομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής αναδιάρθρωσης, συμπεριληπτικό, συμμετοχικό, τεχνολογικά αναπτυγμένο, αξιοκρατικό. Γι' αυτό και, πολιτικά, πιστεύω στη συμπαράταξη όλων των προοδευτικών αριστερών δυνάμεων που έχουν λόγο και όραμα. Μετά την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, είναι η στιγμή να δημιουργηθεί για τη χώρα μια πληθυντική προοδευτική παράταξη που δεν θα επιτρέπει στη συντήρηση να επιστρέψει και μάλιστα με αντιδραστικό πρόσημο.
Κρίνετε ότι η κοινωνία θα καταφέρει να βγει σοφότερη από την περιπέτεια των μνημονίων; Ποια είναι τυχόν τα εχέγγυα για αυτόν το στόχο;
Τι σημαίνει αλήθεια σοφότερη κοινωνία; Οι πολίτες ψηφίζουν μια φορά στα τέσσερα χρόνια αλλά βιώνουν τους φόβους και τις ελπίδες, τα προβλήματα και τις αναμονές, τη ματαίωση ή την πολιτική προσδοκία κάθε μέρα και σε κάθε σχέση στο δημόσιο χώρο, σε πολλά επίπεδα. Η δημόσια διοίκηση, οι εργασιακές σχέσεις, οι διαγενεακές και οι έμφυλες, η εκπαίδευση, η υγεία, οι συγκοινωνίες, η ασφάλεια, όλα εκπέμπουν το δικό τους πολιτικό μήνυμα. Σε μια εποχή που οι εφημερίδες διαβάζονται όλο και λιγότερο, η κοινή γνώμη διαμορφώνεται μέσα από ένα δίκτυο εντυπώσεων στο διαδίκτυο. Η χειραγώγηση γίνεται πιο εύκολη. Πολλά ζητήματα εργαλειοποιούνται, παίρνουν τερατώδεις διαστάσεις, η αλήθεια και το ψέμα συχνά συγχέονται. Η πολιτισμική βιοποικιλότητα κινδυνεύει από την επέκταση της ανεξέλεγκτης και αδιαμεσολάβητης πανίδας μιας νεοφιλελεύθερης ζούγκλας συμφερόντων που επιδιώκουν την επέκτασή τους πάση θυσία. Ένας πόλεμος διεξάγεται στο πεδίο του προσεταιρισμού των συνειδήσεων, συχνά με καθησυχαστικά λόγια ουδετερότητας και καθωσπρεπισμού. Συνεπώς, οι αντιστάσεις των πολιτών απέναντι στις διάφορες απόπειρες κυριαρχίας, η διαμόρφωση της δικής τους ξεχωριστής άποψης και στάσης απέναντι σε οργανωμένες προπαγανδιστικές καμπάνιες, η συνθήκη του δημόσιου χώρου ως χώρου αξιοκρατίας, αξιοπιστίας και εγγύησης κοινωνικής δικαιοσύνης γίνεται πιο σύνθετη. Αυτή την ωρίμανση και τους όρους διακυβέρνησης του συμβολικού κόσμου, δηλαδή του τρόπου που αναλύουμε και στοχαζόμαστε ως πολίτες τα κοινωνικά φαινόμενα, πρέπει να εξασφαλίζει η πολιτεία και όχι μόνο τη σωστή καταμέτρηση ψήφων στις εκλογές. Ο πολιτικός χρόνος δεν είναι ο εκλογικός, αλλά είναι ο κοινωνικο-πολιτισμικός χρόνος. Οι απολυταρχικές νοοτροπίες και συμπεριφορές, τα ξενοφοβικά και ρατσιστικά μορφώματα και η πολιτική τους έκφραση φωλιάζουν εκεί όπου ο κοινωνικός ιστός χάνει τα βασικά συστατικά της αλληλεγγύης, της δικαιοσύνης, της εμπιστοσύνης. Γι' αυτό είναι σημαντική η σύγχρονη τέχνη, γιατί καταφέρνει να φέρει στο φως τα ανομολόγητα, τη διαίσθηση αυτού που εγκυμονείται και που επέρχεται. Γι' αυτό αξίζει και να υποστηρίζεται, για να μας δείχνει όσα δεν βλέπουμε ακόμη, και που όταν τα δούμε θα είναι δύσκολο να τα αλλάξουμε. Συμπερασματικά, τα εχέγγυα για το μέλλον είμαστε οι ίδιοι οι πολίτες, οι νέοι με την πιο καθαρή ματιά και την πιο ανεξάρτητη στάση ζωής, που δεν είναι δέσμιοι του παρόντος αλλά προβλέπουν στο μέλλoν.
*Δημοσιεύτηκε στην "Εποχή" στις 6/1/2019. Τη συνέντευξη πήρε η Ζωή Γεωργούλα.
Εν μέρει για να εξακριβώσω μια εποχή [...]
Κ. Π. Καβάφης, «Καισαρίων» (1918)
Σε εποχή που βασίλευε ο σκοταδισμός, βασίλευε και ο Καρλομάγνος∙ τον είπαν «φως του Μεσαίωνα». Ο βασιλιάς των Φράγκων είχε τον ισχυρότερο στρατό του δυτικού κόσμου και υπό τον έλεγχό του σχεδόν ολόκληρη τη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη. Τα Χριστούγεννα του 800 μ.Χ. ο Πάπας τον έστεψε αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ηταν η πρώτη ευρωπαϊκή ενοποίηση ύστερα από δεκαετίες αιματηρών πολέμων. Οι νίκες του Καρλομάγνου, με μισθοφόρους που πληρώνονταν κατά κανόνα με πολεμικά λάφυρα, πέτυχαν την ενοποίηση της γερμανικής, της ρωμαϊκής και της χριστιανικής παράδοσης σε ένα ενιαίο οικοδόμημα: το μετέπειτα σπίτι του κοινού ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Ετσι, στα ευρωπαϊκά συγκεκριμένα, ο Καρλομάγνος θεωρήθηκε «Πατέρας της Ευρώπης» (pater Europae). Βέβαια, αιώνες αργότερα και πολύ πριν ο Ναπολέων διαμορφώσει μια απολύτως «ναπολεόντεια» άποψη για την ένωση της Ευρώπης, ο Βολτέρος είχε εκφράσει τις αντιρρήσεις του: «Αυτό το συνονθύλευμα που αυτοαποκαλείται "Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία" δεν υπήρξε ποτέ ούτε Αγία, ούτε Ρωμαϊκή, ούτε Αυτοκρατορία».
Ολες αυτές οι ιστορίες (βασίλεια, μεγαλοπρέπειες, συμβολισμοί και σαρκοφάγοι) συνδέθηκαν με το Ααχεν. Αλλωστε, στον Καθεδρικό Ναό της Παναγίας του Ααχεν υπάρχουν τα Μεγάλα Ιερά Λείψανα (εκτός απ' τα Ιερολείψανα των Τριών Μάγων, υπάρχουν, στη «Σαρκοφάγο της Παναγίας», το φόρεμα της Παναγίας κατά τη Γέννηση του Ιησού, οι φασκιές του Ιησού, ένας χιτώνας του, καθώς και το ύφασμα στο οποίο τυλίχθηκε η κεφαλή του Ιωάννου του Προδρόμου). Τέλος, στο βάθος της αίθουσας, βρίσκεται και η «Σαρκοφάγος του Καρλομάγνου» με διάκοσμο καθαρά πολιτικού περιεχομένου.
Στην εποχή μας, οι ηγεμονικοί χαρακτήρες, όπως ο Μακρόν ή η Μέρκελ, και οι καθοριστικές τους επιλογές φαίνεται να συμβολίζουν –ακόμα κι αν δεν το κάνουν εσκεμμένα– την παρουσία ενός ολόκληρου σαρκοφαγικού παρελθόντος μέσα στο ίδιο μας το μετα-παρόν. Επέλεξαν το Ααχεν για να συμβολίσουν τη γαλλογερμανική φιλία και να διακηρύξουν τη βούλησή τους για ώθηση της Ευρώπης, προκαλώντας την οργή των εθνικιστών των δύο χωρών. Μπροστά από το δημαρχείο της πόλης του 14ου αιώνα, έγιναν δεκτοί με αποδοκιμασίες του τύπου «Μέρκελ τράβα σπίτι σου» και «Μακρόν, παραιτήσου».
Αξίζει να σταθούμε εδώ και να πούμε ότι υπό το σημερινό συμβολικό «φως του Μεσαίωνα» αποκρύπτονται οι διαφορετικές εθνικές προοπτικές σε αχλή καλών προθέσεων. Οι Μέρκελ και Μακρόν δεν βλέπουν ότι η νέα προσέγγιση γίνεται σε πεδίο από το οποίο απουσιάζουν οι παραδοσιακές διατλαντικές σχέσεις με τις ΗΠΑ αλλά και το Ηνωμένο Βασίλειο. Αγνοούν τις αντιδράσεις των λοιπών εταίρων στον βαθμό που υπογράφουν διμερή συμφωνία, αποκλείοντας τα λοιπά κράτη-μέλη της Ε.Ε.
Δημιουργούν, επομένως, την εντύπωση ότι το μόνο που αναμένεται ή που απαιτείται είναι η απλή υπακοή των άλλων στον γαλλογερμανικό άξονα. Οπως σημειώνει ο πρώην αντικαγκελάριος και υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, η νέα συμφωνία Γαλλίας-Γερμανίας θολώνει τα ξεχωριστά τους συμφέροντα. Ενώ η Γερμανία, λ.χ., θέλει την αποτροπή ενός σκληρού Brexit για να διατηρήσει εσωτερικές ισορροπίες στην Ε.Ε., η Γαλλία βλέπει στο σκληρό Brexit την υλοποίηση του μεταπολεμικού της ονείρου: να αυξήσει τη σχετική πολιτική, οικονομική και στρατιωτική επιρροή της εντός της Ενωσης.
«Σε έναν κόσμο γεωπολιτικών σαρκοβόρων –σημειώνει ο Γκάμπριελ–, οι Ευρωπαίοι θα είμαστε οι τελευταίοι χορτοφάγοι... Αυτό που έχει πρακτική σημασία δεν είναι η "στρατηγική αυτονομία" αλλά η διατήρηση της ευρωπαϊκής κυριαρχίας σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο διεθνές πλαίσιο... Ενώ η γαλλογερμανική φιλία είναι απαραίτητη για την Ευρώπη, δεν είναι αρκετή για να διασφαλιστεί η θέση της Ε.Ε. στον κόσμο».
Αλλά εδώ υπάρχει απόλυτη έλλειψη στρατηγικής προοπτικής. Η Ε.Ε. εστιάζοντας εξ ολοκλήρου σε κανόνες και διαδικασίες δείχνει να αδιαφορεί για τα αποτελέσματα των επιλογών της.
Ο Αλμπέρ Καμί μιλώντας το 1951 στην Αγγλία, σε συνέδριο για την Ευρώπη, το είχε θέσει τελείως διαφορετικά: «Η Ευρώπη, λόγω της αποδιοργάνωσής της, χρειάζεται τη Βρετανία και είναι βέβαιο ότι η Βρετανία δεν θα μπορέσει να επιβιώσει χωρίς την Ευρώπη. Η αδιαφορία των ηγετών για την ήπειρο μπορεί να νομιμοποιείται, αλλά δεν σημαίνει πως δεν είναι αξιοθρήνητη. Η δυσπιστία ενδεχομένως να είναι καλή ως μέθοδος, αλλά φτάνει ο χρόνος που δείχνει πως η μέθοδος αντιφάσκει με τα πραγματικά γεγονότα. Και τα γεγονότα λένε ότι, καλώς ή κακώς, η Βρετανία και η Ευρώπη είναι αδιαχώριστες. Μπορεί να μοιάζει μ' έναν κακό γάμο. Αλλά, όπως έχει ειπωθεί, κανένας καλός γάμος δεν είναι τέλειος. Καθώς και ο δικός μας δεν είναι τέλειος, ας τον κάνουμε υποφερτό, επειδή το διαζύγιο είναι αδύνατο».
Για να καταλήξουμε, υπό το «φως του Μεσαίωνα» υπάρχει κάτι το σαρκοφαγικό για την Ευρώπη. Μπορεί να αλλάξει; Σύντομα θα το δούμε. Προσώρας, τις απόψεις των πολιτικών από αυτές των στοχαστών που κάτι είχαν να πουν για την Ευρώπη τις χωρίζουν έτη φωτός.
*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 8/2/2019.
Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι σημαντική στιγμή της Ιστορίας μας, γιατί έβγαλε την Ελλάδα από μια επώδυνη αυτοπαγίδευση. Εως τώρα, ο πολιτικός κόσμος, τα ΜΜΕ, η Εκκλησία και η κοινή γνώμη αναπαρήγαγε τον τρόπο που είχε μάθει να σκέφτεται, τις στρεβλές γνώσεις που απέκτησε στην εκπαίδευση, την αίσθηση του πληγωμένου μεγαλείου. Ακόμη και όσοι γνώριζαν, έδειχναν παθητικότητα στις ιδεολογικές συμβάσεις.
Επομένως η Συνθήκη των Πρεσπών δεν αφορά τόσο τη Βόρεια Μακεδονία όσο την ίδια την Ελλάδα. Τα τείχη που γκρεμίσαμε δεν βρίσκονται στα σύνορα αλλά στον νου μας, στον τρόπο σκέψης, στην πολιτική και ιστορική κουλτούρα μας. Η συμφωνία υπήρξε μια σημαντική στιγμή, αλλά χρειάζεται να εμπεδωθεί στις συνειδήσεις. Γιατί η τριήμερη συζήτηση στο κοινοβούλιο αποκάλυψε σημαντικές αδυναμίες της ιστορικής εκπαίδευσης, του τρόπου σκέψης και της ιστορικής κουλτούρας. Ποιες ήταν αυτές;
Α. Η ιδιοκτησιακή λογική του όρου Μακεδονία. Η λέξη έχει πράγματι ελληνική προέλευση. Αλλά στην ιστορική του διαδρομή αυτός ο γεωγραφικός όρος επιβίωσε, ενώ οι πληθυσμοί που κατοικούσαν στα όριά του άλλαξαν κυριαρχία, γλώσσα, κουλτούρα. Είναι κάτι κοινό αυτό. Οι γεωγραφικοί όροι επιβιώνουν, ενώ οι πληθυσμοί ή η κουλτούρα τους αλλάζει. Παράδειγμα, τα πολυάριθμα σλαβικά, αρβανίτικα, τούρκικα και ιταλικά τοπωνύμια στην Ελλάδα, και τα ελληνικά στις άλλες χώρες. Επομένως, δεν προκύπτει κανένα ιδιοκτησιακό δικαίωμα στους όρους, και ιδιαίτερα σε αυτούς οι οποίοι μοιράζονται ανάμεσα σε διαφορετικές χώρες, όπως η Μακεδονία, η Θράκη, η Ηπειρος ή το Αιγαίο. Αλλά τα έχουμε διδάξει αυτά, δηλαδή τη λογική των ασύγχρονων, ασύμπτωτων και ασύμμετρων ιστορικών μεταβολών στο σχολείο; Την υβριδικότητα, τη ρευστότητα, την αέναη μεταβολή των ιστορικών ονομάτων και φαινομένων;
Τους έχουμε δείξει κείμενα στα οποία οι Μακεδόνες ονομάζονται πότε Ελληνες, πότε ξεχωριστοί από τους Ελληνες, εξηγώντας τους ότι τα σύγχρονα ταξινομικά στοιχεία των εθνών και οι εθνικές συνειδήσεις, όπως τις αντιλαμβανόμαστε σήμερα, δεν υπήρχαν ούτε στη αρχαιότητα, ούτε στον Μεσαίωνα, αλλά διαμορφώθηκαν στη σύγχρονη εποχή; Τους έχουμε εξηγήσει ότι οι όροι Ελληνας, Μακεδόνας, Γραικός, Ρωμιός μπορούσαν να κυκλοφορούν εναλλακτικά, αντιθετικά ή συμπληρωματικά χωρίς αναγκαστικά να σημαίνουν εθνική συνείδηση;
Εχουμε δείξει αντίστοιχα παραδείγματα από τους όρους Ιταλός, Τούρκος, Βούλγαρος κ.λπ.; Εχουμε δηλαδή διδάξει τι είναι το εθνικό φαινόμενο στην Ιστορία, για να μη νομίζουν ότι από τον Ηρακλή έως τον Σαμαρά υπάρχει μια γενεαλογική σχέση; 'Η διδάσκουμε μια ιστορία σαν τη βιογραφία ενός περιούσιου λαού; Καρπός αυτής της ιδιοκτησιακής σχέσης με την ιστορία υπήρξαν οι αλληλοσυγκρουόμενοι και παράλογοι ισχυρισμοί, ότι αφενός δεν υπάρχει μακεδονικό έθνος και μακεδονική γλώσσα και αφετέρου ότι η Συμφωνία των Πρεσπών «παραχωρεί» μακεδονικό έθνος και μακεδονική γλώσσα.
Β. Δεν είναι μόνο η έλλειψη κάθε κατανόησης για το τι συνιστά έθνος και τα παράγωγά του που χαρακτήρισε τη συζήτηση, αλλά και η απουσία κάθε αναφοράς στο τι σημαίνει η αρχή των εθνοτήτων, ως θεμέλιο του παγκόσμιου συστήματος και του διεθνούς δικαίου. Γιατί η αρχή των εθνοτήτων σημαίνει το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού, δηλαδή του ονόματος του λαού, της γλώσσας που μιλάει, του έθνους που ανήκει. Βέβαια, είναι παράξενο ότι οι Ελληνες, των οποίων η εθνική επανάσταση συνέβαλε στην εδραίωση αυτής της αρχής στο σύγχρονο κόσμο, επέδειξαν την αντίθετη ακριβώς συμπεριφορά σε οποιοδήποτε αναδυόμενο έθνος στα Βαλκάνια, αρχίζοντας από τους Βούλγαρους τον 19ο αιώνα.
Αλλά από τότε έχουν υπάρξει τα 14 σημεία του Ουίλσον στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τα οποία κατοχυρώνουν την αρχή του σεβασμού της αυτοδιάθεσης και του αυτοπροσδιορισμού των εθνοτήτων, η Χάρτα του Ατλαντικού, στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς και τα καταστατικά κείμενα του ΟΗΕ και της UNESCO, που κατοχυρώνουν τα δικαιώματα πολιτισμικού αυτοπροσδιορισμού. Εκτός όμως από τα διεθνή κείμενα, υπήρχαν τα κινήματα διεκδίκησης αναγνώρισης των ταυτοτήτων και των δικαιωμάτων στη μεταπολεμική εποχή και έως σήμερα. Εκείνο που έλειψε από την κοινοβουλευτική συζήτηση, αλλά απουσιάζει και από την εκπαίδευσή μας είναι η αρχή της αλληλο-αναγνώρισης. Η αρχή δηλαδή του να σε αναγνωρίσω όπως είσαι και να με αναγνωρίσεις όπως είμαι, του να αναγνωρίσω την ταυτότητά σου και να αναγνωρίσεις τη δική μου, χωρίς αντιρρήσεις, αστερίσκους και υποσημειώσεις. Μιλάμε για τον σεβασμό της διαφορετικότητας χωρίς να καταλαβαίνουμε τι ακριβώς σημαίνει.
Η Συμφωνία των Πρεσπών σημαίνει μια έμπρακτη αναγνώριση όλων αυτών των αδυναμιών, αλλά είναι μόνο η αρχή. Και η αρχή, για να εδραιωθεί, πρέπει να έχει συνέχεια. Και η συνέχεια δείχνει προπαντός στην εκπαίδευση. Δείχνει δηλαδή τον υπουργό Παιδείας, Κώστα Γραβρόγλου, και τον πρόεδρο του ΙΕΠ, Μάκη Κουζέλη. Αγαπητοί, έχετε αργήσει υπερβολικά στη μεταρρύθμιση του μαθήματος της Ιστορίας, ενώ το πόρισμα της επιτροπής βρίσκεται στα χέρια σας μήνες. Οι εκλογές πλησιάζουν και η μεταφορά του πνεύματος των Πρεσπών στην εκπαίδευση, στα προγράμματα, στα βιβλία, στη μετεκπαίδευση των διδασκόντων, για να γίνει, απαιτεί τιτάνια προσπάθεια.
*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 28/1/2019.
Είστε 55+ και θέλετε να δουλέψετε; Ξεχάστε το, εκτός κι αν το δείτε αλλιώς...
Στο διάγραμμα αυτό βλέπουμε τα ποσοστά απασχόλησης ατόμων που βρίσκονται στο ηλικιακό φάσμα 55-64 στις χώρες του Ο.Ο.Σ.Α (2016). Η Ελλάδα είναι η τελευταία στην κατάταξη. Το περιεχόμενο που ακολουθεί σχετίζεται άμεσα με το παρόν διάγραμμα. To ελληνικό νομοθετικό πλαίσιο έχει καταστήσει σχεδόν αδύνατον το να εργαστεί ένας συνταξιούχος.
Εσείς που διαβάζετε με ενδιαφέρον εκείνα τα κείμενα που αναφέρονται με νοσταλγία στη δεκαετία του εξήντα «όπου όλα ήταν καλύτερα», μη διαβάσετε αυτό το άρθρο. Ωστόσο, εγώ θέλω να το αφιερώσω στους σημερινούς πενηντάρηδες και εξηντάρηδες, δηλαδή στους ανθρώπους της γενιάς μου. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια καταγραφή των προσπαθειών μου να βρω δουλειά, που να έχει νόημα για μένα και να δίνει εισόδημα, μέσα στα χρόνια της κρίσης, ως πρόωρη συνταξιούχος με 30 χρόνια εργασίας στο βιογραφικό μου.
Ξεκίνησα να δουλεύω ήδη από τα φοιτητικά μου χρόνια, στην αρχή πιο χαλαρά, ως δασκάλα αγγλικών -με πρώτους μαθητές τους αδελφούς Λεωνίδα και Νικόλα Καβάκο, καλή αρχή, ε;-, μετά ως γραμματέας σε δικηγορικό γραφείο και εντέλει ως ιδιαιτέρα γραμματέας του προέδρου μεγάλης κρατικοποιημένης Τράπεζας. Θέση που εγκατέλειψα με την άνεση του ανθρώπου που βλέπει τη ζωή να του ανοίγει κι άλλες πόρτες. Ήμουν τυχερή με όλους τους ανθρώπους που με προσέλαβαν τότε. Ήταν άνθρωποι που εκτίμησαν τη δουλειά μου και κατάλαβαν τις ανάγκες μου. Ακολούθησαν μεταπτυχιακά και, μετά την επιστροφή μου, πρόσληψη σε μεγάλο ιδιωτικό σχολείο. Τα είκοσι εννέα χρόνια που εργάστηκα εκεί, είτε ως καθηγήτρια είτε σε διοικητικές ή ακαδημαϊκές θέσεις, διαμόρφωσαν την επαγγελματική μου ταυτότητα. Όταν μου δόθηκε η δυνατότητα της πρόωρης συνταξιοδότησης, το 2013, ήμουν 54 ετών και ήξερα ότι στο εξής θα βάδιζα σε γλιστερή πίστα. Γι' αυτήν θέλω να μιλήσω.
Δεν ήμουν ανυποψίαστη, διανύαμε ήδη τον τέταρτο χρόνο της κρίσης. Δεν φανταζόμουν όμως ότι θα αντιμετώπιζα προσβλητική συμπεριφορά στο κοινωνικό περιβάλλον. Συνομήλικος επιχειρηματίας, κληρονόμος οικογενειακής επιχείρησης, χωρίς λαμπρές επαγγελματικές περγαμηνές, μου είπε, μας συνέστησαν, ότι «κάποιοι σαν κι εμένα έχουν ρίξει έξω τα σφαλιστικα ταμεία». Αρκέστηκα να του απαντήσω ότι είχα πληρώσει για πάνω από τριάντα χρόνια εισφορές κι ότι, ως μισθωτή, δεν είχα φοροδιαφύγει. Παράλληλοι μονολογοι.
Μια ΜΚΟ με ωφελούμενους παιδιά από οικογένειες μεταναστών, στο κέντρο της Αθήνας μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρων χώρος, όπου θα μπορούσα να αξιοποιησω και την εμπειρία μου ως προς την εκπαίδευση και τα παιδιά, αλλά και την διοικητική μου εμπειρία, καθώς και τις γνώσεις και τις γνωριμίες μου στον εκπαιδευτικό χώρο. «Αξιοποιήθηκα», λοιπόν, για να απασχολώ μια ομάδα νηπίων, μια φορά την εβδομάδα. Μου ζητηθηκε να παρακολουθώ ως εκπαιδεύομενη την μικρή ομάδα των έμμισθων υπαλλήλων να κάνει την καθημερινή διαχείριση και τέλος είχα τη μοναδική ευκαιρία να εκπαιδευθώ στη διδακτική πράξη από μια ψυχολόγο, που δεν είχε διδάξει ούτε μια ώρα. Το αντικείμενο ήταν ένα μάθημα-διαδραστική εμπειρία για εφήβους-που ήταν το αντικείμενο της ειδικότητάς μου για 30 χρόνια. Επίσης διδάχθηκα τη συγγραφή επιστολών για την επικοινωνία με φορείς. Η δυσφορία μου για την αναποτελεσματική χρήση του χρόνου μου και την μη αξιοποίηση όσων μπορούσα να προσφέρω, στο όνομα μιας εσωτερικής γραφειοκρατίας, αποτέλεσε την αιτία του γρήγορου διαζυγίου. Το ότι μίλησα σε ακροατήριο δασκάλων ή χορηγών, επικοινώνησα με χορηγούς ή εκπαιδευτικούς φορείς, παρουσίασα την οργάνωση σε διαφορετικά ακροατήρια, όπως μου ζητήθηκε, μάλλον δυσκόλεψαν την παραμονή μου εκεί. Το ότι συμμετείχα σε μπαζάρ, διοργανώσεις πάσης φύσεως και ότι ήμουν ικανή και στις μεταφορές δεν με διέσωσε. Η επαφή μου με ένα άλλο σωματείο, μεικτού χαρακτήρα, εκπαιδευτικού και κοινωνικού, κατέληξε σε αποτυχία, διδάσκοντάς μου ότι, όσο κι αν αγαπάς τους φίλους σου, είναι δύσκολο να συνεργαστείς μαζι τους. Αυτό ήταν πολύτιμο μάθημα και δεν αισθάνομαι ευγνώμων σε αυτούς που μου το έδωσαν. Έκτοτε κανείς/καμιά από γνωστούς και φίλους που δραστηριοποιούνται στον εθελοντισμό δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημά μου να συνδράμω παιδιά, ζώα, ηλικιωμένους. Η απορία μου «πώς να το καταφέρω;» έχει μείνει αναπάντητη.
Ήμουν πια απόλυτως βέβαιη ότι είχα τελειώσει με τον εθελοντισμό. Τότε είναι που συνάντησα την εξαίρεση. Η εξαίρεση ονομάζεται ΝΕΟΝ και πράγματι φέρνει κάτι ολότελα νέο ως προς την αντιμετώπιση των ανθρώπων 55+ που θέλουν να εργαστούν. Εργάστηκα σε δυο πρότζεκτ του Οργανισμού, προσλήφθηκα και πληρώθηκα νόμιμα και με διαφάνεια και είχα την ευκαιρία να δουλέψω με νέους ανθρώπους, κάτω από την ευθύνη τους, αλλά και μεγαλύτερους χωρίς καμία διάκριση ηλικίας. Σήμερα, με αφορμή μια φωτογραφία της Μαντόνα τόπλες, είδα μεταφρασμένο στα ελληνικά τον όρο ageism, ως ηλικιοφοβία. Δεν είμαι καλλιτέχνης κι έτσι δυστυχώς δεν μπορώ να δουλεύω πάντα εκεί και να απολαμβάνω τον αέρα ελευθερίας, ισότητας και απουσίας καθε είδους διάκρισης που έζησα εκεί.
Με γνωριμίες και επαφές φίλων άρχισα να εργάζομαι ως επιμελήτρια εκδόσεων.Παράλληλα, έδινα βιογραφικά, όπου μου ζητούσαν ή όπου έβλεπα ότι μπορούσα να ταιριάζω σε αυτό που ζητιόταν. Σε μεγάλο εκδοτικό οίκο που ζητούσαν κάποιον/α να έρχεται σε επαφή με τον τύπο και να συντονίζει τη δραστηριότητα που είχε σχέση με την εξωστρέφεια, να γράφει και να προβάλλει τη δραστηριότητά τους, δεν πέρασα καν στο πρώτο στάδιο της επιλογής, παρά τις δυο θερμές συστατικές επιστολές που είχα επισυνάψει στο βιογραφικό μου, όπως ζητούσε η αγγελία. Ηλικία; Μάλλον.
Η συνεργασία με τους εκδοτικούς οίκους δεν είναι χωρίς εμπόδια, εκτός του γεγονότος ότι είναι κακοπληρωμένη. Όταν ρωτήθηκα, μετά τη δεύτερη επιμελητική συνεργασία μου, πόσο θα ήθελα να πληρωθώ και είπα «όσα μου δώσατε και την προηγούμενη», η συνεργάτις του εκδότη επέμενε ότι είχε την εντολή να με ρωτήσει. Απάντησα κι εγώ, υπολογίζοντας τα χρήματα που είχα πάρει την προηγούμενη φορά, και το μέγεθος του βιβλίου,και δήλωσα ένα ποσόν, για να μου προτείνουν στο τέλος 30% κάτω. Η συνεργασία τελείωσε άδοξα. Σε επόμενη συνεργασία, με άλλον φορέα, μεταφραστική αυτή τη φορά, στάθηκε αδύνατον να βρεθεί ένας νόμιμος τρόπος πληρωμής, που να είναι και ελάχιστα συμφέρων.
Η κορυφαία, ως τώρα, στιγμή αυτής της πορείας αναζήτησης εργασίας ήρθε την προηγούμενη εβδομάδα κι ήταν αυτή που με έκανε να γράψω το τόσο προσωπικό κείμενο. Βρέθηκα με τρεις ανθρώπους που έχουν προσληφθεί από έναν φορέα του ευρύτερου δημοσίου τομέα για να φέρουν εις πέρας συγκεκριμένο πρότζεκτ διαρκείας ενός έτους. Παρόντες στη συνάντηση ήταν ο διευθυντής, η διευθύντρια του έργου και μια τρίτη, διευθύντρια κι αυτή, του κάτι τι, που δεν το θυμάμαι. Με υποδέχτηκαν με πολλή χαρά, αφού θα αναλάμβανα για ένα χρόνο τη γραμματειακή υποστήριξη και την παρακολούθηση των επί μέρους δράσεων, με αντάλλαγμα ένα γραφείο, όχι το έπιπλο, κι ένα μέιλ του οργανισμού. Τον προϋπολογισμό, όπως μου εξήγησαν, τον είχαν ήδη μοιράσει μεταξύ τους, «είναι και περιορισμένος, άλλωστε». Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι που τολμούν να ζητούν από «εθελοντές»να κάνουν δωρεάν τη δική τους δουλειά; Ευτυχώς η συνάντηση κράτησε μόνο δέκα λεπτά. Ευχαρίστησα κι έφυγα κι είπα να γράψω τις περιπέτειές μου, γιατί φαντάζομαι δεν είμαι κι η μοναδική. Ίσως όμως να αποτελεί κι ενα ρεκόρ, πρόταση ΔΩΡΕΑΝ γραμματειακής υποστήριξης για ένα χρόνο!
Θα ήμουν άδικη, αν δεν ανέφερα, τη συνάντησή μου με την υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων του Pierce College, η οποία μετά από μια αναλυτική και ουσιαστική συζήτηση μου είπε ότι η πολιτική είναι να παίρνουν αποφοίτους του σχολείου τους, αυτή τη δύσκολη εποχή. Για να κλείσω αυτό το επίπονο αλλά και life changing οδοιπορικό, θέλω να πω ότι η λύση, η προοπτική βρέθηκε για μένα σε ένα σχέδιο που εκπονήθηκε από την αρχή από έναν ´Ελληνα που άλλαξε επαγγελματική πορεία και μια Αμερικανοκινέζα που σκέφτηκαν να οργανώνουν μαθήματα ελληνικού πολιτισμού σε κινέζους μαθητές που επισκέπτονται την Ελλάδα. Μια επαγγελματική προοπτική που φτιάχτηκε από την αρχή, πρωτότυπα κι ευέλικτα, χωρίς στεγανά και περιορισμούς, άλλους από αυτούς που θέτει η ελληνική νομοθεσία, που δεν είναι και λίγοι.
Φιλόξενο χώρο στην πορεία αυτή μου έδωσε το διαδικτυακό συνδρομητικό μέσο ερευνητικής δημοσιογραφίας, insidestory.gr, όπου αρθρογράφησα για θέματα εκπαιδευτικά και βέβαια η Athens Voice που φιλοξενεί με δημοκρατική άνεση τους κοινωνικούς αλλά και επαγγελματικούς προβληματισμούς μου.
Με ποιες λέξεις θα απέδιδα την εμπειρία μου; Αποκλεισμός, δυσπιστία, ηλικιοφοβία, κρυμμένες ατζέντες και στον αντίποδα πρωτοτυπία, δημιουργικότητα, τόλμη, άνοιγμα, ανοχή της διαφορετικότητας. Η λύση, για όσους αναζητούν στην ηλικία αυτή επαγγελματική προοπτική είναι να φτιάξουν κάτι από τη αρχή, που θα το θεωρήσουν δικό τους, θα έχουν λόγο στη διαμόρφωσή του. Κάτι καινοτόμο που να αξιοποιεί τη γνώση και την εμπειρία τους. Κάτι, όπως λέμε στα ελληνικά, out of the box.
*Δημοσιεύτηκε στο athensvoice.gr στις 11/2/2018.
Δυστυχώς, η δημοκρατία δεν φαίνεται να αποτελεί συνειδητή επιλογή στην κοιτίδα της, ούτε ιστορικό προορισμό. Ο λόγος ξανά για τα συλλαλητήρια και την ένδεια επιχειρημάτων εκ μέρους της Ν.Δ. για το ονοματολογικό των γειτόνων αλλά και τη νομιμοποίηση της νεοφασιστικής οργάνωσης που –με κάθε τρόπο– θέλει «ξιφολόγχες στα πεζοδρόμια». Στην πραγματικότητα, πίσω από τους αντικυβερνητικούς τακτικισμούς της αντιπολίτευσης βρίσκεται η εθνικιστική αναδίπλωση της ελληνικής συντήρησης.
Το «προοίμιο» της Συμφωνίας των Πρεσπών κάνει λόγο για «πνεύμα και αρχές δημοκρατίας, για σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων...»∙ μιλάει για «την υποχρέωση των κρατών να απέχουν στις διεθνείς σχέσεις τους από την απειλή ή χρήση βίας κατά της εδαφικής ακεραιότητας ή της πολιτικής ανεξαρτησίας οποιουδήποτε κράτους»∙ τονίζει «τις αρχές του απαραβίαστου των συνόρων και της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών που έχουν ενσωματωθεί στην Τελική Πράξη του Ελσίνκι του 1975».
Μιλάει για «την ενίσχυση της ειρήνης, της σταθερότητας, της ασφάλειας και την περαιτέρω προώθηση της συνεργασίας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη», για «κλίμα εμπιστοσύνης και σχέσεις καλής γειτονίας στην περιοχή και να τερματίσουν οριστικά οιεσδήποτε εχθρικές συμπεριφορές... μορφές αλυτρωτισμού και αναθεωρητισμού...»∙ για διεύρυνση μιας στρατηγικής εταιρικής σχέσης στους τομείς της γεωργίας, της πολιτικής προστασίας, της άμυνας, της οικονομίας, της ενέργειας, του περιβάλλοντος, της βιομηχανίας, των υποδομών, των επενδύσεων, των πολιτικών σχέσεων, του τουρισμού, του εμπορίου, της διασυνοριακής συνεργασίας και των μεταφορών, αξιοποιώντας επίσης τα υπάρχοντα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης κ.λπ., κ.λπ.
Αυτά ποιος τα διάβασε; Πάντως, όχι ο πανελίστας που έλεγε «Εύχομαι να γίνει πόλεμος και να πάτε να πολεμήσετε, κύριε», ούτε ο Πάνος Καμμένος που διαβλέπει –το εύχεται μήπως;– «μελλοντικούς πολέμους στα Βαλκάνια»∙ ούτε όσοι επινοούν σκοτεινές πτυχές της περιώνυμης συμφωνίας.
Προφανώς, τα διάβασε μόνον ο Τρυγαίος του Αριστοφάνη στην «Ειρήνη» (ανέβηκε το 421 π.Χ. στα Μεγάλα Διονύσια). Ποιοι δεν ήθελαν τότε την Ειρήνη; Ο Πόλεμος, που την κρατούσε φυλακισμένη. Και ποιοι άλλοι; Ολοι οι έμποροι –όπως και οι σημερινοί– που σιτίζονταν από τον Πόλεμο. Κι όμως, εκείνοι που ήξεραν τι είναι η Ειρήνη κατάφεραν να την ελευθερώσουν μαζί με την Οπώρα και τη Θεωρία που κι αυτές ήταν φυλακισμένες: την Οπώρα για να την παντρευτεί ο Τρυγαίος, τη Θεωρία για να τη χαρίσουν στη Βουλή. Τη βλέπουμε αυτή την κληρονομιά ή βλέπουμε μόνο «Power of love»;
Και μιλώντας για θεωρία, αλήθεια, πώς φαντάζονται οι «πολέμιοι της συμφωνίας» τη θρυλούμενη ανάπτυξη και τις επενδύσεις, όταν η ανάπτυξη των Βαλκανίων σε κλίμα ειρήνης (και όχι εχθρότητας) είναι άμεση συνισταμένη της δικής μας εθνικής ανάπτυξης; Ας το πούμε για πολλοστή φορά: όσοι εμμένουν σε μη επίλυση του Μακεδονικού με το επιχείρημα «Δεν μας ενδιαφέρει τι κάνουν οι άλλοι, αρκεί εμείς να μην τους αναγνωρίσουμε», κινούνται εις βάρος των εθνικών συμφερόντων.
Ο Ιμάνουελ Καντ, πάνω από διακόσια χρόνια πριν, με το «Προς την αιώνια ειρήνη» (εκδ. Πόλις, 2006), είχε υπερασπιστεί, με υπεραισιοδοξία, ένα διεθνές δίκαιο με σκοπούμενο τον τερματισμό κάθε πολέμου και την ειρηνική αδιάσπαστη κοινότητα όλων των λαών. Δεν εννοούσε «συμμαχίες που θα αποσοβούν τον πόλεμο, με μόνιμο τον κίνδυνο της έκρηξής του». Στην «αιώνια ειρήνη» είχε κάνει, επίσης, διάκριση –σημαντικό σήμερα θέμα– μεταξύ «ηθικού πολιτικού» και «πολιτικού ηθικολόγου».
Ο ηθικός πολιτικός, έλεγε, είναι εκείνος που υποτάσσει τα δημόσια ενεργήματά του σε ασφαλή ηθικά και έλλογα κριτήρια∙ είναι αυτός που πιστεύει ότι οι κανόνες της πολιτικής και της ηθικής μπορούν να συνυπάρξουν ώστε η πολιτική του να διέπεται από δίκαιες και έλλογες αρχές. Αντίθετα, ο πολιτικός ηθικολόγος είναι κυνικός και ιδιοτελής∙ χρησιμοποιεί σοφιστικέ αξιώματα για την, εκ των υστέρων, δικαιολόγηση άδικων πράξεων εναντίον του λαού του ή εναντίον κάποιου γειτονικού κράτους· αποποιείται τις ευθύνες του για το κακό που διαπράττει και χρησιμοποιεί στρατηγικές «διαίρει και βασίλευε».
Πολλοί θα μπορούσαν να ισχυριστούν ότι ο Καντ υπερτίμησε την ισχύ του Λόγου και υποτίμησε τη δύναμη των παθών. Αλλά ακόμα και αυτοί –όπως ο Γιούργκεν Χάμπερμας– που θεώρησαν ότι ο φιλόσοφος της «αιώνιας ειρήνης» έσφαλε και, εν μέρει, διαψεύστηκε ιστορικά ως προς την εμπέδωση της διεθνούς ειρήνης ένεκα του αναπτυσσόμενου «εμπορικού πνεύματος», είναι πεπεισμένοι ότι, κατά βάθος, ο Καντ εξακολουθεί να έχει δίκιο (όσο και ο αντιπολεμικός Αριστοφάνης).
Ο Τζον Ρολς στο «Το Δίκαιο των Λαών» (εκδ. Ποιότητα, 2002) το είχε πει αλλιώς: «...αν δεν είναι εφικτή μια λογική και δίκαιη Κοινωνία των Λαών που τα μέλη της να υποτάσσουν τις δυνάμεις τους σε εύλογους σκοπούς, αλλά αντίθετα οι άνθρωποι είναι σε μεγάλο βαθμό ανήθικοι, κυνικοί και εγωκεντρικοί, θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί μαζί με τον Καντ, αν αξίζει τον κόπο αυτοί οι άνθρωποι να βρίσκονται πάνω στη γη». Ποια είναι επιτέλους τα συνεκτικά στοιχεία που ενώνουν τους Έλληνες; Η φτώχεια, η τυχαιότητα και η εχθρότητα; Μας αξίζει;
*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 25/1/2019.
Πώς θα μοιάζει το μέλλον της γεωργίας στην ΕΕ; Ποια είδη θα καλλιεργούνται; Σε τίνος τραπέζι θα καταλήξουν τα Ευρωπαϊκά προϊόντα; Τί ρόλο θα παίξει η τεχνολογία; Πως θα κινηθεί το αγροτικό εισόδημα; Αυτά είναι τα ερωτήματα που απάντησε ο Τάσος Χανιώτης, διευθυντής της Διεύθυνσης Στρατηγικής, Απλοποίησης και Αναλύσεων Πολιτικής στη Γενική Διεύθυνση Γεωργίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε παρουσίασή του στο Συνέδριο για τις Προοπτικές της Γεωργίας που έλαβε χώρα στις Βρυξέλλες τον προηγούμενο μήνα αλλά και σε συνέντευξη που έδωσε στη συνέχεια στο Agro24. Στο Συνέδριο παρουσιάστηκαν αναλυτικά οι προοπτικές ανά κύριο γεωργικό κλάδο, περιεγράφηκαν οι κύριες κινητήριες δυνάμεις πίσω από τις εξελίξεις και ανακοινώθηκαν οι προβλέψεις της Κομισιόν για τις αλλαγές που αναμένονται να συντελεστούν στις διεθνείς αλλά και στις αγορές των χωρών της ΕΕ μες την ερχόμενη δωδεκαετία.
Κλάδοι με δυνατή ανάπτυξη
Όπως φαίνεται από τα στοιχεία της ετήσιας ανάλυσης της Κομισιόν ο γεωργικός κλάδος της ΕΕ αναμένεται να ανεβάσει ταχύτητα κατά την επόμενη δωδεκαετία. 'Η συνολική αξία της γεωργικής παραγωγής της ΕΕ προβλέπεται ότι θα αυξηθεί τόσο σε όρους όγκου όσο και αξίας ανάμεσα στο 2019-2030' είπε ο κ. Χανιώτης. 'Οι κλάδοι που περιμένουμε να δούμε αύξηση είναι τα δημητριακά και τα γαλακτοκομικά προϊόντα προϊόντα καθώς και τα πουλερικά. Η παραγωγή ελαιούχων σπόρων θα αυξηθεί δυναμικά στην περίοδο των προβλέψεων, αλλά παραμένουν μικρό ποσοστό στη συνολική παραγωγή αροτραίων καλλιεργειών στην ΕΕ. Αυτό που θα ανεβάσει την αξία της παραγωγής είναι η αύξηση των τιμών. Το πιο σημαντικό ποσοστό αύξησης της αξίας της παραγωγής αναμένεται να σημειώσουν τα γαλακτοκομικά προϊόντα κι αυτό γιατί η ζήτηση για προϊόντα προστιθέμενης αξίας αναμένεται να αυξηθεί', ανέφερε ο ίδιος.
Χωρίς αντίπαλο η ΕΕ στις παγκόσμιες αγορές
Βασική διαπίστωση της ανάλυσης της Κομισιόν όπως ανέφερε στην παρουσίασή του ο κ. Χανιώτης είναι ότι η ΕΕ θα εξακολουθήσει να έχει ουσιαστικά την ηγεμονία στις παγκόσμιες αγορές τροφίμων υψηλής τελικής αξίας. 'Η ΕΕ δεν έχει ουσιαστικά αντίπαλο όσον αφορά στα τρόφιμα με υψηλές προδιαγραφές ποιότητας και ασφάλειας και ακριβώς γι΄αυτό το λόγο προβλέπουμε ότι τα προϊόντα που έχουν ιδιαίτερη ταυτότητα και συνδέονται με τον Ευρωπαϊκό τρόπο ζωής όπως δηλαδή είναι τα προϊόντα γεωγραφικής ένδειξης και ΠΟΠ ΠΓΕ θα συνεχίσουν να έχουν υψηλή ζήτηση'. Σύμφωνα με τον κ. Χανιώτη οι αλλαγές τις οποίες πρέπει να έχει υπόψιν του ο παραγωγός στον μελλοντικό προγραμματισμό της αγροτικής εκμετάλλευσης είναι οι μεταβολές στις προτιμήσεις των καταναλωτών καθώς αυτές καθορίζουν το ρυθμό των εξελίξεων 'Αυτό που αλλάζει τα πράγματα και πρέπει να αποτελεί πυξίδα για τον παραγωγό είναι η αλλαγή στη ζήτηση των καταναλωτών γιατί αυτή ορίζει τις μελλοντικές τάσεις της αγοράς και όχι οι αλλαγές στην παραγωγή των τροφίμων. Εντός της ΕΕ όπου θα εξακολουθούν να καταναλώνονται το μεγαλύτερο μέρος της Ευρωπαϊκής αγροτικής παραγωγής δεν περιμένουμε σημαντικές αλλαγές. Αυτό διότι ο πληθυσμός μεν σταθεροποιείται και αφετέρου δεν έχεις πολλές αλλαγές στις προτιμήσεις των καταναλωτών πέρα από την ανάδειξη τάσεων προς πιο υγιεινά πρότυπα διατροφής. Εκεί όμως που συντελούνται συνεχώς σημαντικές αλλαγές είναι εκτός ΕΕ όπου ενισχύεται αισθητά η επιρροή των καταναλωτικών προτύπων του Ευρωπαϊκού μοντέλου. Η αγορά της Ασίας διευρύνεται εντυπωσιακά καθώς υπάρχει έντονη στροφή προς μια σειρά προϊόντων που συνδέονται με το λεγόμενο δυτικό τρόπο ζωής όπως τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Η αγορά της Βόρειας Αμερικής επίσης διευρύνεται κυρίως επειδή στις δύο ακτές, δυτική και ανατολική, αναπτύσσονται καταναλωτικά πρότυπα που προσαρμόζονται στα Ευρωπαϊκά δεδομένα διατροφής'.
Το στοίχημα της σταθεροποίησης κερδίζει η ΚΑΠ
Για σταθεροποίηση του εισοδήματος του γεωργού έκανε λόγο ο κ. Χανιώτης τονίζοντας ότι αποτελεί απόδειξη των ευκαιριών που δίνει η ΚΑΠ στον αγροτικό τομέα. 'Στην ΕΕ όπως και σε άλλες αναπτυγμένες οικονομίες η πρόοδος σημαίνει ταυτόχρονα και συρρίκνωση του γεωργικού τομέα. Η αξία της γεωργίας μειώνεται έναντι άλλων οικονομικών κλάδων και γι' αυτό το λόγο τα εισοδήματα του γεωργού υστερούν σε σχέση με άλλα πιο προσοδοφόρα επαγγέλματα. Όμως παρότι το χάσμα εξακολουθεί να είναι μεγάλο, το χάσμα αυτό κλείνει, ενώ τα εισοδήματα των γεωργών σε ολόκληρη την ΕΕ συγκλίνουν. Με άλλα λόγια, η ΚΑΠ βοηθά εξομαλύνοντας το μετασχηματισμό της οικονομίας στηρίζοντας και συγκρατώντας το εισόδημα του γεωργού σε ένα γενικά σταθερό επίπεδο', είπε ο κ. Χανιώτης. Και συμπλήρωσε ότι 'το αγροτικό εισόδημα αναμένεται να παραμείνει σταθερό σε γενικούς όρους κατά την επόμενη δωδεκαετία. Την αύξηση στηρίζει από τη μια πλευρά η άνοδος της αξίας της γεωργικής παραγωγής και η έξοδος του εργατικού δυναμικού που συνεχίζει να μετακινείται σε άλλους κλάδους. Από την άλλη πλευρά την αύξηση του αγροτικού εισοδήματος συγκρατεί η άνοδος στα κόστη παραγωγής που εκτιμάται ότι ανέρχεται σε επίπεδα της τάξης του 2% ως το 2030 κυρίως λόγο του αυξανόμενου κόστους της ενέργειας η οποία οδηγεί σε άνοδο στις τιμές των λιπασμάτων και καυσίμων'.
Μονόδρομος οι νέες τεχνολογίες
Όπως ανέφερε ο κ. Χανιώτης στην τόνωση του γεωργικού εισοδήματος αναμένεται να παίξουν θετικό ρόλο και οι τεχνολογίες γεωργίας ακριβείας που προσφέρουν δυνατότητες διεύρυνσης της παραγωγικότητας. 'Οι τεχνολογίες αυτές για πρώτη φορά προσφέρουν την ευκαιρία για διπλά οφέλη τόσο στο επίπεδο της παραγωγικότητας όσο και στην προστασία του περιβάλλοντος, ενώ βελτιώνουν την ασφάλεια των τροφίμων και παράλληλα μπορούν να διευκολύνουν το έργο του παραγωγού', θα πει ο κ Χανιώτης. Η επίδραση των νέων τεχνολογιών δεν περιορίζεται μόνο στο στάδιο της παραγωγής όμως αλλά προσδιορίζει και νέες συνθήκες στο επίπεδο της ζήτησης δίνοντας στον καταναλωτή πληροφορίες για την προέλευση της τροφής 'Η τεχνολογίες μπλοκτσέην για παράδειγμα δίνουν την ευκαιρία στον καταναλωτή να αποκτήσει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στα τρόφιμα που επιλέγει. Με ένα σκανάρισμα της ετικέτας από το κινητό τηλέφωνο στο μέλλον ο καταναλωτής μπορεί να δει τα πλήρη στοιχεία για την προέλευση του προϊόντος, τον χρόνο, τον τόπο και τον τρόπο καλλιέργειας ή εκτροφής, το όνομα του παραγωγού. Οι τεχνολογίες αυτές ενισχύουν λοιπόν τη διαφάνεια σε όλη τη διαδικασία της παραγωγής', θα πει ο κ. Χανιώτης.
Είναι όμως ρεαλιστική η προοπτική εφαρμογής των νέων τεχνολογιών στο άμεσο χρονικό διάστημα; Ο κ. Χανιώτης παραδέχεται ότι υπάρχουν εμπόδια στην άμεση υιοθέτηση των πρωτοπόρων τεχνολογιών γεωργίας. 'Υπάρχει ένα χάσμα γνώσης που χρειάζεται για την εφαρμογή των τεχνολογιών γεωργίας ακριβείας, στις αντιλήψεις για την αξία τους αλλά και στην ωριμότητα των νέων τεχνολογιών. Ένα πράγμα είναι όμως είναι σαφές: οι τεχνολογίες αυτές ήρθαν για να μείνουν. Δεν συζητάμε σήμερα για το αν θέλουμε να πάμε προς ένα μέλλον που θα περιλαμβάνει τη γεωργία ακριβείας γιατί είναι βέβαιο ότι προοριζόμαστε να κινηθούμε σε αυτή την κατεύθυνση. Η συζήτηση σήμερα αφορά το αν και πως η πολιτική θα μπορέσει να διευκολύνει τη μετάβαση προς ένα νέο παραγωγικό μοντέλο που ενσωματώνει τις νέες τεχνολογίες'. Επιπλέον όπως υποστηρίζει ο ίδιος η ταχύτητα με την οποία ενδέχεται να υιοθετηθούν οι τεχνολογίες γεωργίας ακριβείας είναι μεγάλη 'Κάθε φορά που υπάρχει μια καινούρια εξέλιξη μοιάζουν όλα φουτουριστικά αλλά εκτιμώ ότι τα πράγματα θα εξελιχθούν πολύ γρήγορα. Υπάρχουν άλλωστε και πρόσφατα εμπειρία όσον αφορά στη γεωργία ακριβείας που εξαπλώνεται ραγδαία. Όπως πληροφορήθηκα σε επίσκεψή μου στην Αμερική για παράδειγμα στις μεσοδυτικές πολιτείες η διάδοση της χρήσης νέων τεχνολογιών στην παραγωγή σόγιας και καλαμποκιού αυξήθηκε από 10% σε 60% μέσα σε μια πενταετία. Στις σημερινές κοινωνίες ακριβώς επειδή οι τεχνολογίες πληροφορικής αυξάνει όχι μόνο τον όγκο των πληροφοριών αλλά και την ταχύτητα διάδοσης τους βλέπουμε ότι οι τεχνολογικές εξελίξεις διαδίδονται με μεγάλη ταχύτητα', καταλήγει.
*Δημοσιεύτηκε στο agro24.gr. Την συνέντευξη στον κ. Τάσο Χανιώτη πήρε η Σοφία Σπύρου.
Να ξεκινήσουμε τη συζήτησή μας από τον έπαινο της κ. Μέρκελ για την οικονομία. Σημείωσε ότι «με την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος προσαρμογής τον περασμένο χρόνο η Ελλάδα έχει σημειώσει μεγάλη πρόοδο».
Το σχόλιο της κας Μέρκελ για την ελληνική οικονομία έχει μια αλήθεια κι ένα ψέμα. Η αλήθεια είναι ότι πράγματι, πλέον, η οικονομία είναι εκτός του τρίτου προγράμματος, με ολοκληρωμένο αυτό το πρόγραμμα και τα μέτρα που προέβλεπε και το ψέμα είναι ότι έχει βγει από τον κίνδυνο. Ο κίνδυνος έχει να κάνει με το αν μπορεί αυτή η οικονομία να λειτουργήσει στο διεθνές περιβάλλον. Η αλήθεια είναι ότι ακόμη δεν μπορεί να λειτουργήσει φυσιολογικά και αυτό φαίνεται σε μέτρα που έχουν ληφθεί από τον καιρό των προγραμμάτων και εξακολουθούν να ισχύουν. Υπεύθυνη γι' αυτό είναι η ΕΚΤ π.χ., τα capital controls ή ο εξωστρακισμός της ελληνικής οικονομίας από όλα τα μέτρα στήριξης της οικονομίας που έχει πάρει και εξακολουθεί παρά το τέλος της ποσοτικής χαλάρωσης, η ΕΚΤ.
Δάνεια ειδικού σκοπού και η ελληνική περίπτωση
Διάβασα στη «Ναυτεμπορική» ότι η ΕΚΤ ετοιμάζει το μέτρο της χορήγησης φθηνών δανείων μακράς διάρκειας για ενίσχυση της ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος. Θα ισχύει και για την Ελλάδα;
Πρόκειται για ένα μέτρο ανανέωσης των δανείων ειδικού σκοπού που είχε δώσει η ΕΚΤ, τα περιβόητα T-L TROS, τα οποία ήταν δάνεια μηδενικού κόστους προς ευρωπαϊκές τράπεζες, με την προϋπόθεση ότι ένα μέρος τους θα διοχετευτεί στη χρηματοδότηση της οικονομίας, δηλαδή των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Θα ανανεωθούν το 2019, καθώς μερικά από αυτά λήγουν το 2020 και το 2021 αλλά χρειάζεται να ανακοινωθεί νωρίτερα για να μπορούν να προγραμματίσουν οι τράπεζες. Κανονικά θα πρέπει αυτό να αφορά και την Ελλάδα, αλλά ακόμη δεν έχει γίνει γνωστό. Να τονίσουμε εδώ πως οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να υφίστανται τον περιορισμό της ΕKT από την άνοιξη του 2015, που τους απαγορεύει να ξεπεράσουν ένα ελάχιστο όριο, 8 δισ. ευρώ, αγοράς κρατικών ομολόγων.
Έτσι δεν μπορεί να διαφοροποιηθεί και η σύνθεση του ελληνικού χρέους, με σοβαρές συνέπειες για την οικονομία.
Το ένα είναι ότι δεν μπορούν να απολαμβάνουν τα υψηλά, σχετικά επιτόκια που έχουν τα ελληνικά κρατικά ομόλογα, να στηρίζουν έτσι την κερδοφορία τους και το δεύτερο είναι ότι αποκλείονται μ΄ αυτό τον τρόπο από τη διαμόρφωση τιμών από τα ελληνικά ομόλογα. Πέρα από την ισχύ των capital controls που κρατούν την ελληνική οικονομία απομονωμένη από τις ελεύθερες συναλλαγές της από το εξωτερικό.
Αναχρηματοδότηση του χρέους
Φαίνεται ότι υπάρχει ένα κλίμα στήριξης της ελληνικής οικονομίας από έξω όπως είδαμε και σε σχόλιο κοινοτικού αξιωματούχου για τη δήλωση Σημίτη και την αναφορά Μέρκελ στην έξοδο στις αγορές.
Πρέπει, νομίζω, να πούμε εδώ το εξής. Η επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές δεν είναι κάτι που θα εξαρτηθεί από το πόσο ψηλότερο ή χαμηλότερο είναι το επιτόκιο που θα της ζητηθεί. Έχει να κάνει με κάτι άλλο το οποίο είναι πολύ πιο βασικό και ουσιώδες, αλλά δεν έχει μπει στη συζήτηση. Η ελληνική οικονομία έχει ένα χρέος που εξυπηρετείται με περίπου 15 δισ. ευρώ το έτος, όσον αφορά τους δανειστές της. Είναι ένα χαμηλό ποσοστό στο ΑΕΠ, αν το συγκρίνεις με άλλες χώρες. Από την άλλη όμως αυτά τα χρήματα, ακριβώς επειδή αφορούν ξένους δανειστές –το ΔΝΤ, την ΕΚΤ, το διακρατικό δάνειο κ.ά.– βγαίνουν όλα έξω. Και αυτή η έξοδος, ως εκροή κεφαλαίων δεν μπορεί να καλυφθεί με τα υπάρχοντα δεδομένα της οικονομίας ούτε από τον τουρισμό ούτε από τις εξαγωγές. Το υπόλοιπο, δηλαδή, που απομένει, γύρω στα 10 δισ. είναι μια τρύπα η οποία δεν μπορεί παρά να καλυφθεί μέσω δανεισμού. Διαφορετικά θα είναι μια περαιτέρω αφαίμαξη της εσωτερικής ρευστότητας η οποία είναι ήδη συρρικνωμένη. Την οποία δεν μπορεί να καλύψει το τραπεζικό σύστημα για τους γνωστούς λόγους. Κατά συνέπεια ναι μεν η Ελλάδα έχει εξασφαλίσει την κάλυψη του χρέους της μέχρι το 2032, αλλά αυτή η κάλυψη -ακριβώς επειδή αφορά εκροή κεφαλαίων- πρέπει να γίνει με αναχρηματοδότηση του χρέους από τις αγορές. Γι' αυτό θα είναι λάθος να προσεγγίσει κανείς την έξοδο στις αγορές μόνο από το ύψος του επιτοκίου. Έτσι κι αλλιώς, στην τρέχουσα συγκυρία είναι χαμηλότερο από αυτό άλλων ομολόγων που λήγουν τους επόμενους μήνες. Π.χ., εάν αυτή τη στιγμή βγει στις αγορές η Ελλάδα και πληρώσει για ένα πενταετές ομόλογο 3,6%-3,7% αυτό είναι περίπου μια μονάδα λιγότερο από το αντίστοιχο πενταετές δάνειο της άνοιξης του 2014, την περίοδο του success story. Κατά συνέπεια ναι μεν έχουμε επιτόκιο υψηλότερο των άλλων χωρών της Ευρωζώνης, αλλά είναι πολύ φθηνότερο από όσα ήδη πληρώνει η Ελλάδα. Άρα η αναχρηματοδότηση αυτού του κομματιού του χρέους φαίνεται συμφέρουσα, αν και είναι ακριβή.
Αναμένεται η έκθεση για την ελληνική οικονομία που απορρέει από το καθεστώς αυξημένης εποπτείας. Πολλά, απαισιόδοξα, έχουν γραφτεί. Εσύ τι λες;
Νομίζω ότι το κλίμα που θα συνταχθεί η έκθεση είναι το ίδιο με το οποίο μίλησε η κ. Μέρκελ στο ταξίδι της στην Αθήνα ή εκφράζουν τελευταία κοινοτικοί αξιωματούχοι, ειδικά ο κ. Μοσκοβισί που θα έρθει την επόμενη εβδομάδα στην Αθήνα. Δηλαδή, παρά τις επιμέρους παρατηρήσεις θα είναι μια θετική έκθεση και θα οδηγήσει, εκτός απροόπτου, στην εκταμίευση των 600 εκατ. ευρώ από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων που θα αξιοποιηθούν για την κάλυψη χρέους.
Ευνοϊκότερο περιβάλλον στις αγορές
Αναμένεται και αξιολόγηση από τους τρεις οίκους το επόμενο διάστημα.
Ναι, η πρώτη είναι στις 18 Ιανουαρίου, η δεύτερη στις 8 Φεβρουαρίου και η τρίτη την 1η Μαρτίου. Δεν φαίνεται πιθανό να υπάρξει κάποια δραματική βελτίωση. Θα προσεγγίζουν, βαθμιαία, την καλύτερη βαθμολογία που είναι της Moodys, BB– όμως θα απέχουν από το όριο που η ΕΚΤ δέχεται κρατικά ομόλογα ως ενέχυρα. Και εδώ ίσως είναι ένα δεύτερο λεπτό σημείο που αφορά την ΕΚΤ. Από την 1-1-2019 και λόγω του τέλους της ποσοτικής χαλάρωσης η ΕΚΤ είναι υποχρεωμένη να επανεπενδύει όλη την ρευστότητα που αποκτά καθώς πωλεί τους τίτλους που έχει αγοράσει στο πλαίσιο της ποσοτικής χαλάρωσης. Όμως είναι σαφές, ήδη ότι δεν υπάρχει πληθώρα τίτλων προς αγορά και ενδεχομένως η ΕΚΤ να μπει σε μια συζήτηση για διεύρυνση των τίτλων που μπορεί να αγοράσει. Μπορεί αυτό να ακουμπήσει και τα ελληνικά ομόλογα; Πιθανότατα όχι προς το παρόν, αλλά σίγουρα δημιουργεί ένα περιβάλλον πιο ευνοϊκό στις αγορές.
Είναι και τα επικείμενα μέτρα, στα οποία αναφέρθηκε και ο Πρωθυπουργός στην συνέντευξή του. Πως αυτά θα επιδράσουν στην οικονομία;
Όλα σχεδόν έχουν ένα αποτύπωμα στην κατανάλωση. Είναι κυρίως κοινωνικά μέτρα που οδηγούνται στην κατανάλωση, διότι δημιουργούν εισοδήματα που οι άνθρωποι θέλουν για την επιβίωσή τους όχι για αποταμίευση. Είναι πολύ πιθανόν ότι θα έχουμε μια αποτύπωση στην αύξηση του ΑΕΠ. Είναι σαφές ότι η σύνθεσή τους συνδέεται και με τις επερχόμενες εκλογές αλλά έτσι κι αλλιώς φαίνεται ότι η υπεραπόδοση των μέτρων, φορολογικών και μη, αφήνουν ένα σημαντικό περιθώριο για να επιστρέψουν κατά ένα μέρος στα χαμηλά εισοδήματα και να περάσουν στην κατανάλωση.
*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Εποχή" στις 13/1/2019. Την συνέντευξη πήρε ο Παύλος Κλαυδιανός.
Το πρώτο αυταπόδεικτο είναι ότι η επιτυχία για την Ελλάδα δεν εξαρτάται από αυτό που βλέπουμε στα δελτία ειδήσεων. Ούτε από τις ευαρέσκειες της καγκελαρίου Μέρκελ προς την κυβέρνηση για το έργο της, ούτε από την αναγνώριση των θυσιών του ελληνικού λαού εκ μέρους των δανειστών, ούτε καν από τα παραδεδεγμένα λάθη τους. Εξαρτάται από το πόσο ευτυχισμένοι και αισιόδοξοι είναι οι Ελληνες –και ως Ελληνες και ως Ευρωπαίοι.
Το δεύτερο μείζον έχει να κάνει με το ευρωπαϊκό τοπίο. Για όσο διάστημα οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θα λειτουργούν σε πολιτικό κενό με αποκλειστικό γνώμονα την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς προς όφελος των μεγάλων επιχειρήσεων, δεν θα είναι ο λαϊκισμός και η ακροδεξιά που θα απειλεί την Ε.Ε., αλλά η ίδια η Ε.Ε. που θα δημιουργεί και θα διογκώνει τον ευρωπαϊκό λαϊκισμό. Η συνέπεια είναι ήδη ορατή: φαύλος κύκλος σε εθνικά επίπεδα που επιτίθεται συνεχώς στις ποιότητες της δημοκρατίας, στον χώρο μιας Ηπείρου που απέτυχε να κάνει τη δημοκρατία χειροπιαστή στο ευρωπαϊκό επίπεδο.
Το 1989 η πτώση του Τείχους του Βερολίνου υποσχόταν άνοιξη και νέα περίοδο για την Ευρώπη το μέλλον της οποίας φάνταζε διαφορετικό, όπως διαφορετικό έδειχνε για κείνη την παγκόσμια στιγμή και το παρελθόν της ‒ παρά το γεγονός ότι το τελευταίο προέκυπτε ματωμένο από τα συντρίμμια του 1945 αλλά και από διαχωρισμούς που, εν τω μεταξύ, παγιώθηκαν στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου και επικυρώθηκαν με την ανέγερση του Τείχους το 1961. Υστερα από τρεις δεκαετίες πολλά έχουν αλλάξει στον «ελεύθερο ευρωπαϊκό κόσμο».
Ομως, παρά το γεγονός του πολιτικού χειμώνα, η ευρωπαϊκή ιδέα παραμένει στο τραπέζι. Ο ιστορικός Τόνι Τζαντ αρχίζοντας τις πρώτες κι όλας σελίδες του magnum opus του «Η Ευρώπη μετά τον πόλεμο» (εκδ. Αλεξάνδρεια) με σκέψεις και παρατηρήσεις γύρω από τις μεταβολές του 1989, είχε εκφράσει ορισμένες επιφυλάξεις απέναντι στην άκρατη υπεραισιοδοξία που συνόδευε την πλανητική κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου ευρωατλαντισμού, για τις οποίες, δυστυχώς, δεν διαψεύστηκε: «Αν η Ευρώπη ακολουθήσει "γερμανική" πορεία... θα παραμείνει απλώς και μόνο το άθροισμα και ο υψηλότερος κοινός παρονομαστής των ξεχωριστών συμφερόντων των μελών της».
Παρ' όλα αυτά, ως κεντροαριστερός, υποδείκνυε ως μείζον για την προοδευτική ευρωπαϊκή παρακαταθήκη, αυτό που συμβατικά αποκαλούσαμε «ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο». Το μοντέλο αυτό, η δική μας τουλάχιστον γενιά Ευρωπαίων, το αντιπαρέθετε στον αμερικανικό τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας και οικονομίας.
Αυτό το μοντέλο είναι που ενώνει τους Ευρωπαίους, ακόμη και όταν αμφισβητούν κριτικά τη μια ή την άλλη πλευρά του. Και αυτό το μοντέλο υπερασπίζεται αυτή τη στιγμή η Αριστερά. Εκ τούτου, η ενσωμάτωση της ευημερίας δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνον με απλή αναδιανομή εισοδημάτων από τους πλούσιους στους φτωχούς ή από τα πιο παραγωγικά τμήματα της οικονομίας σε λιγότερο παραγωγικούς τομείς.
Η ενάρετη πολιτική οικονομία του 21ου αιώνα, για να προχωρήσει, δεν θα πρέπει να έχει παγίδες ανισότητας. Κάποτε –όχι πριν από πολλά χρόνια‒ το σύνθημα στα ευρωπαϊκά γραφεία ήταν το «Εver closer union» (στενότερη Ενωση), μάλλον με την έννοια της διεύρυνσης – η οποία συνεχίζεται στις μέρες μας, ειδικότερα στις χώρες της γειτονιάς μας.
Σήμερα, προεκλογικά, στο κτίριο που βρίσκεται απέναντι από τα γραφεία της Κομισιόν στις Βρυξέλλες, κυριαρχεί με μεγάλα γράμματα το σύνθημα «The Future Is Europe» (Το μέλλον είναι η Ευρώπη). Πρόκειται περί πίστης σε έναν τύπο συλλογικής διακυβέρνησης που, στο πρόσφατο παρελθόν, δεν επέδειξε υψηλά επίπεδα πολιτικής υπευθυνότητας – ίσως επειδή, όπως και οι μεγάλες εταιρείες, δεν είναι υπόλογη κυρίως στους λαούς της Ευρώπης.
Αντίθετα, όπως φάνηκε με την Ελλάδα, με το Brexit, όπως φαίνεται με το κίνημα διαμαρτυρίας των «κίτρινων γιλέκων» στη Γαλλία, αλλά και με το θέμα του προϋπολογισμού στην Ιταλία, οι γραμμές που αποκόπτουν τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και γεννούν τον εθνικισμό πυκνώνουν και δεν μπορούν πλέον να αγνοούνται. Τούτων δοθέντων, δεν μένει άλλο παρά αυτή η πίστη να αποτυπωθεί στην πραγματική ευημερία και αυτό το μέλλον να συνοδευτεί από χειροπιαστές δράσεις τόσο στα εθνικά συμφραζόμενα όσο και στο κοινοτικό επίπεδο, σε πλαίσιο δημοκρατίας.
Ούτως ή άλλως, όπως έχουν εξελιχθεί τα πολιτικά πράγματα, πολλοί στην Ευρωπαϊκή Ένωση ξυπνούν και νυχτώνουν σε τοπία πολιτικού χειμώνα, με κυρίαρχη την αίσθηση της εγκατάλειψης∙ νοιώθουν άβολα∙ αισθάνονται ευάλωτοι απέναντι στις αυξανόμενες περιβαλλοντικές, οικονομικές και πολιτικές απειλές, με αποτέλεσμα το σύνθημα «The Future Is Europe» να μοιάζει κούφιο και να αμφισβητείται, όσο ποτέ άλλοτε, από τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους. Και τι θα μείνει τελικά στα τοπία της Ευρώπης όταν η δημοκρατία θα σταματήσει πρακτικά να είναι μια πολιτική επιλογή; Δυστοπίες και εθνικιστικές φαντασιώσεις. Οι Βρετανοί –και δεν μιλάμε για κάποιο τελείως ανυπόληπτο έθνος-κράτος‒ βασανίζονται αρκετά στις μέρες μας από την ιδέα ότι «θα είμαστε καλύτεροι μόνοι μας»!
*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 11/1/2019.
Πάντως, από τα μηνύματα για το έτος 2019 το πιο στρογγυλεμένο ήταν του Προέδρου της Δημοκρατίας. Για την Προεδρία, οι μεγάλοι στόχοι μας για το 2019 είναι η πρόοδος του τόπου, η υπεράσπιση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και η θωράκιση των εθνικών μας θεμάτων και δικαίων – με την υπόμνηση «να μην επαναλάβουμε επώδυνα λάθη του παρελθόντος, απώτερου και πρόσφατου».
Από κει και πέρα, ωσάν να απουσιάζει η νεότερη πολιτική και κοινωνική θεωρία περί «ορθών» κοινωνικοοικονομικών διευθετήσεων, τα μηνύματα των αρχηγών και οι σημειολογίες διέφεραν∙ θα περίμενε κάποιος πως, από τη διαφορετικότητα, θα μπορούσε να προκύψει μια σύνθεση – μια, έστω, αποδεκτή από όλους και αισιόδοξη για όλους. Συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Ανέλπιδες ευχές, εγωισμοί, αυταρέσκειες με... ελάχιστη έως καθόλου πολιτική.
Ο μεν πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, έκανε θετική αποτίμηση για το 2018, αφού «οι αγώνες και οι θυσίες του λαού έπιασαν τόπο». Εκτίμησε ότι το 2019 θα είναι «μία χρονιά ελπίδας, αισιοδοξίας, προσδοκίας και δημιουργικότητας», εφόσον «κερδίσαμε ήδη τη μάχη της επιστροφής της κανονικότητας με 350.000 νέες θέσεις εργασίας...». Μίλησε για χρονιά των μεγάλων και αναγκαίων θεσμικών τομών και μεταρρυθμίσεων που κανείς δεν τόλμησε και για χρονιά μεγάλης αναβάθμισης του διεθνούς κύρους και του διεθνούς ρόλου της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό και στο διεθνές στερέωμα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανήλθε στη δική του αφήγηση του χειρότερου για το 2018: «... Πολλοί είδαν τη ζωή τους να γίνεται χειρότερη... πολλοί συμπολίτες μας έχασαν άδικα τη ζωή τους από την ανικανότητα του κράτους, οι φόροι εξακολουθούν να πνίγουν τους Ελληνες και ότι η ανομία γεμίζει με ανασφάλεια την καθημερινότητά τους...». Και έκλεισε με το προεκλογικό ότι «η χώρα δεν χρειάζεται άλλους διχασμούς, ούτε άλλη πόλωση. Χρειάζεται ενότητα, αλληλεγγύη και σχέδιο για το αύριο και ότι το 2019 θα πάμε μπροστά.
Το αξίζουμε και το μπορούμε» – υπονοώντας, με το κόμμα του στην εξουσία. Το ΚΚΕ, λ.χ., με την ίδια πίστη ότι για όλα ευθύνεται το προπατορικό αμάρτημα, μας θύμισε πως όλα τα δεινά είναι δημιούργημα του καπιταλισμού που θα εξαφανιστούν με την κατάργησή του.
Αυτά παθαίνει όποιος, από τα πρωτόκολλα και το επάγγελμά του ως παράγοντας της δημόσιας ζωής, είναι υποχρεωμένος να πει δυο ευχές στους συμπολίτες του∙ να πει πράγματα που δεν τα πολυπιστεύει και όταν, μάλιστα, αυτά τα δυο πράγματα δεν βγαίνουν από την καρδιά του ούτε καν από τη δική του σκέψη.
Τα λόγια και οι ευχές του καταλήγουν σε κοινοτοπίες. Τίποτα για τον φθίνοντα ελληνικό πληθυσμό και τις προβολές του, τίποτα για το περιβάλλον, τίποτα για την ανεργία, τίποτα για τη φτωχοποίηση και τον κοινωνικό αποκλεισμό, τίποτα για την πολιτισμική έκπτωση. Τίποτα για τα δύσκολα, αλλά και τίποτα για τα θεμελιώδη: τι χρειαζόμαστε τον πλούτο; Πόσα χρειαζόμαστε για να ζούμε μια καλή ζωή;
Και ενώ τα καταστήματα ήταν γεμάτα από λογής εμπορεύματα, ενώ υπήρξε πληρότητα στους δημοφιλείς χειμερινούς προορισμούς και ενώ οι ειδήσεις είπαν κάτι για αναθέρμανση της αγοράς, ακούμε μαζί και τα παράπονα των εμπόρων για δουλειές που δεν πάνε καλά, ή ότι οι εφημερίδες έχουν χαμηλές πωλήσεις κ.λπ. κ.λπ, σε μια αγορά που ξέρει καλά ότι για να είναι κάποιος αγοραστής, θα πρέπει να έχει δουλειά και μισθό, να ζεσταίνεται και να χορταίνει.
Αλλά γι' αυτά ούτε κουβέντα, σαν να μην υπήρξαν πτήσεις από το «Δικαίωμα στην τεμπελιά» του Λαφάργκ στην Λευκή Βίβλο της ΕΟΚ (για την ευέλικτη απασχόληση κατά της ανεργίας), και από το φουτουριστικό «Οικονομικές δυνατότητες για τα εγγόνια μας» του Τζον Μέιναρντ Κέινς το 1930, στη φτώχεια και την απλήρωτη εργασία της σημερινής κρίσης.
Σε ένα διάσημο ποίημα του 20ού αιώνα –επηρεασμένο από το Τρίτο Ασμα της «Κόλασης» του Δάντη και εξίσου διάσημο όσο και η «Ερημη Χώρα»–, στο «Οι Κούφιοι Ανθρωποι», ο νομπελίστας Τ.Σ. Ελιοτ μιλάει για εκείνους που μένουν ξεροί μπροστά σε ηθικά προβλήματα∙ αναφέρεται στον θάνατο του ευρωπαϊκού πολιτισμού από αυτούς που καθόρισαν τη Συμφωνία των Βερσαλλιών, τους τραπεζίτες του Σίτι του Λονδίνου και τους δήθεν προοδευτικούς χωρίς ριζώματα στην κοινωνία. Οι τελευταίοι στίχοι του είναι και οι πιο γνωστοί στίχοι οποιουδήποτε αγγλόφωνου ποιητή: «Ετσι τελειώνει ο κόσμος / Οχι με έναν βρόντο / μα μ' ένα λυγμό».
Όμως, τελειώνει ο κόσμος; Μα και βέβαια όχι. Η ζωή συνεχίζεται μεταξύ αισιοδοξίας και απαισιοδοξίας, μεταξύ προσδοκιών και διαψεύσεων –όπως τότε στον Μεσοπόλεμο. Αλλά όπως έλεγε ο φιλόσοφος Καρλ Πόπερ «οι απαισιόδοξοι έχουν συνήθως δίκιο∙ αν όμως η ανθρωπότητα έφτασε ώς εδώ αυτό το χρωστάει στους αισιόδοξους» και, όπως έλεγε και κάποιος άλλος, «ας είμαστε αισιόδοξοι για το μέλλον της απαισιοδοξίας». Το βέβαιο είναι ότι το 2019 θα έχει και τα καλύτερα και τα χειρότερα κι ας σταθούμε εδώ.
*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 4/1/2019.
Κληρονόμος της κριτικής θεωρίας της Σχολής της Φρανκφούρτης, ο 89χρονος σήμερα Γιούργκεν Χάμπερμας θεωρείται δίκαια ένας από τους σημαντικότερους ζώντες φιλοσόφους. Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα συνέντευξης που έδωσε ο Χάμπερμας τον περασμένο Μάιο στην ισπανική εφημερίδα El Pais.
• Καθηγητή Χάμπερμας, θεωρείτε ότι η παρακμή της μορφής του δημόσιου διανοούμενου είναι μια πραγματικότητα ή είναι απλώς ένα θέμα συζήτησης μεταξύ διανοουμένων; Δεν υπάρχει μια ορισμένη δόση μελαγχολίας όταν γίνεται λόγος γι' αυτήν;
Η μορφή του διανοούμενου, όπως τη γνωρίζουμε παραδειγματικά στη Γαλλία, από τον Ζολά ώς τον Σαρτρ και τον Μπουρντιέ, αναδύθηκε σε μια δημόσια σφαίρα της οποίας οι εύθραυστες δομές σήμερα διαλύονται.
Κακώς τίθεται το νοσταλγικό ερώτημα «γιατί δεν υπάρχουν πλέον διανοούμενοι;». Δεν μπορούν πλέον να υπάρχουν, αφού δεν υπάρχει ένα κοινό αναγνωστών στο οποίο να απευθυνθούν με τα επιχειρήματά τους.
• Θεωρείτε ότι το διαδίκτυο έχει αποδυναμώσει εκείνη τη δημόσια σφαίρα την οποία εξασφάλιζαν τα παραδοσιακά μεγάλα μέσα επικοινωνίας και ότι αυτό είχε «πραγματικές» (και όχι προσωρινές ή φαινομενικές) επιπτώσεις στους φιλοσόφους, τους στοχαστές κ.λπ.;
Ναι, η ιστορική μορφή του διανοούμενου αναπτύχθηκε, από τον καιρό του Χάινριχ Χάινε, με την κλασική διαμόρφωση ενός φιλελεύθερου κοινού. Αυτή η μορφή όμως ζει υπό δυσεύρετες πολιτισμικές και κοινωνικές προϋποθέσεις. Αυτές περιλαμβάνουν ένα ολόκληρο σύστημα θεσμών, αλλά κυρίως την ύπαρξη μιας δημοσιογραφίας που επαγρυπνεί, αξιόπιστων μέσων επικοινωνίας και ενός μαζικού τύπου ικανού να προσανατολίζει το ενδιαφέρον της μεγάλης πλειονότητας των πολιτών προς τα λίγα θέματα που είναι σημαντικά για τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης.
Περιλαμβάνουν επίσης ένα κοινό που ενδιαφέρεται για την πολιτική, καλά μορφωμένο, εκπαιδευμένο στη συγκρουσιακή διαδικασία διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, ένα κοινό που διαθέτει χρόνο για να διαβάζει τις ανεξάρτητες και ποιοτικές εφημερίδες. Σήμερα αυτή η υποδομή δεν είναι πλέον ακέραιη. Ο κατακερματισμός που προκαλεί το διαδίκτυο έχει περιθωριοποιήσει τον ρόλο των παραδοσιακών μέσων, τουλάχιστον στις νεότερες γενιές.
Ήδη προτού εκδηλωθούν οι κεντρόφυγες και διαλυτικές τάσεις των νέων μέσων, η αποδιάρθρωση του πολιτικού κοινού είχε αρχίσει με την εμπορευματοποίηση της δημόσιας προσοχής. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, με την αποκλειστική κυριαρχία της ιδιωτικής τηλεόρασής τους, είναι ένα προειδοποιητικό παράδειγμα. Στο μεταξύ, τα νέα μέσα επιδιώκουν μια πολύ πιο δόλια εμπορευματοποίηση. Ο στόχος δεν είναι ευθέως η προσοχή των καταναλωτών, αλλά η οικονομική εκμετάλλευση των ιδιωτικών προφίλ των χρηστών. Από τους «πελάτες», χωρίς αυτοί να το συνειδητοποιούν, κλέβουν τα προσωπικά τους δεδομένα, έτσι ώστε να μπορούν να τους χειραγωγούν καλύτερα, μερικές φορές ακόμη και για πολιτικά «μαφιόζικους» σκοπούς, όπως μάθαμε πρόσφατα από το σκάνδαλο του Facebook.
• Δεν νομίζετε ότι το διαδίκτυο, πέρα από τα αναμφισβήτητα πλεονεκτήματά του, ευνόησε μια νέα μορφή αναλφαβητισμού;
Εννοείτε τις πομφόλυγες και τα fake news των tweets του Ντόναλντ Τραμπ. Δεν μπορούμε καν να πούμε ότι αυτό το πρόσωπο είναι κάτω από το επίπεδο πολιτικής κουλτούρας της χώρας του. Απλώς αυτός καταστρέφει διαρκώς αυτό το επίπεδο. Ωστόσο, από την εφεύρεση της τυπογραφίας, που κατέστησε όλα τα πρόσωπα δυνητικούς αναγνώστες, χρειάστηκαν αιώνες προκειμένου να μάθει να διαβάζει όλος ο πληθυσμός.
Το διαδίκτυο, που μας μετατρέπει όλους σε δυνητικούς συγγραφείς, υπάρχει εδώ και λίγες δεκαετίες. Είναι πιθανό με τον καιρό να μάθουμε να διαχειριζόμαστε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με πολιτισμένο τρόπο. Το διαδίκτυο έχει ήδη ανοίξει εκατομμύρια χρήσιμους ιστότοπους, όπου είναι δυνατό να ανταλλάσσονται αξιόπιστες πληροφορίες και τεκμηριωμένες γνώμες.
Σκεφτείτε τα blogs επιστημόνων που εντατικοποιούν με αυτόν τον τρόπο την ακαδημαϊκή τους εργασία, αλλά και τους πάσχοντες από μια σπάνια ασθένεια που επικοινωνούν με άλλους ομοιοπαθείς από τη μια ήπειρο στην άλλη, για να βοηθηθούν με την ανταλλαγή συμβουλών και εμπειριών. Πρόκειται αναμφίβολα για σημαντικά επικοινωνιακά πλεονεκτήματα, που δεν χρησιμεύουν μόνο για να αυξάνουν την ταχύτητα των συναλλαγών και της κερδοσκοπίας στις χρηματιστηριακές αγορές.
Το διαδίκτυο αυτό καθεαυτό είναι μια πρόοδος. Με την επινόηση της γραφής γεννήθηκαν αναπτυγμένοι πολιτισμοί, με την επινόηση της τυπογραφίας η προτεσταντική Μεταρρύθμιση, η γενική εκπαίδευση και η αστική δημόσια σφαίρα. Είμαι πολύ γέρος για να κρίνω την πολιτισμική ώθηση που θα πυροδοτήσουν τα νέα μέσα. Αυτό που με ενοχλεί είναι το γεγονός ότι αυτή είναι η πρώτη μιντιακή επανάσταση στην ιστορία της ανθρωπότητας που υπηρετεί κυρίως οικονομικούς και όχι πολιτισμικούς σκοπούς.
• Ποια ίχνη απομένουν από την παλιά μαρξιστική σας ένταξη; Ο Γιούργκεν Χάμπερμας θεωρεί ακόμα τον εαυτό του αριστερό;
Η πολιτική οικονομία δεν είναι το θέμα των ερευνών μου, αλλά εργάστηκα και πάλεψα υποστηρίζοντας αριστερές θέσεις στο πανεπιστήμιο και στη δημόσια σφαίρα επί εξήντα πέντε χρόνια.
Αν εδώ και είκοσι πέντε χρόνια υποστηρίζω μια πολιτική εμβάθυνση της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το κάνω με την ιδέα ότι μόνον αυτό το ηπειρωτικό καθεστώς θα μπορούσε σοβαρά να αποκτήσει τη δύναμη να δαμάσει έναν καπιταλισμό που έχει γίνει άγριος.
Δεν εγκατέλειψα ποτέ την κριτική του καπιταλισμού, αλλά διατηρούσα πάντα την επίγνωση ότι οι γενικευτικές διαγνώσεις της εποχής μας, που διατυπώνονται μάλιστα αβασάνιστα, δεν αρκούν. Δεν είμαι ένας από εκείνους τους διανοούμενους που πυροβολούν χωρίς να σκοπεύουν.
• Βρίσκω θαυμαστή τη δική σας υπεράσπιση του «συνταγματικού πατριωτισμού». Με αυτή την έννοια εσείς θεωρείτε τον εαυτό σας πατριώτη;
Αισθάνομαι πατριώτης μιας χώρας η οποία, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, επιτέλους εγκαθίδρυσε μια σταθερή δημοκρατία και στη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών πολιτικής πόλωσης εδραίωσε μια φιλελεύθερη πολιτική κουλτούρα. Το λέω με δισταγμό και το κάνω για πρώτη φορά, αλλά με αυτή την έννοια είμαι ένας Γερμανός πατριώτης.
Θα μου προξενούσε έκπληξη αν, στο εξωτερικό, δεν αναγνωριζόμουν εκ πρώτης όψεως ως ένα προϊόν της γερμανικής κουλτούρας, με τη δική μου διανοητική σφραγίδα και όλες τις πνευματικές μου συνήθειες. Είμαι μάλιστα υπερήφανος γι' αυτή την κουλτούρα, όταν η δεύτερη ή η τρίτη γενιά Τούρκων, Ιρανών, Ελλήνων ή όποιας άλλης εθνικής προέλευσης μεταναστών εμφανίζονται ξαφνικά στη δημόσια σφαίρα ως οι μεγαλύτεροι σκηνοθέτες, δημοσιογράφοι και τηλεοπτικοί παρουσιαστές, ως οι πιο ικανοί ηγέτες και γιατροί ή οι καλύτεροι συγγραφείς, πολιτικοί, μουσικοί ή δάσκαλοι.
Πρόκειται για μια χειροπιαστή απόδειξη της δύναμης και της αναγεννητικής ικανότητας της κουλτούρας μας. Μια κουλτούρα παραμένει ζωντανή μόνον όσο πείθει τις μελλοντικές γενιές ότι αξίζει τον κόπο να οικειοποιηθούν ερμηνευτικά το παρελθόν και να την προεκτείνουν στο μέλλον.
• Παίρνοντας υπόψη μας τις αμοιβαίες αδιαλλαξίες, έχουμε μια (νέα) σύγκρουση πολιτισμών;
Νομίζω ότι αυτή είναι μια εντελώς εσφαλμένη θέση. Οι αρχαιότεροι και ισχυρότεροι πολιτισμοί διαμορφώθηκαν από τη μεταφυσική και από τις παγκόσμιες θρησκείες, που μελέτησε ο Μαξ Βέμπερ.
Όλοι τους διέθεταν ένα οικουμενικό δυναμικό και επομένως ασπάζονταν το άνοιγμα και τη συμπερίληψη. Ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός είναι ένα νεότερο φαινόμενο και ανάγεται στον κοινωνικό ξεριζωμό που συντελέστηκε -και συνεχίζεται ακόμα- εξαιτίας της αποικιοκρατίας, της αποαποικιοποίησης και της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης.
*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 15/12/2018. (Απόδοση: Θανάσης Γιαλκέτσης).