Άρθρο του πολιτικού επιστήμονα Αθανάσιου Θεοδωράκη
Το θέμα που θέτει ο Περικλής Βασιλόπουλος στο άρθρο του «Πολιτικά κόμματα, αλλοιώς προτάσεις άμεσης εφαρμογής προς ένα ΝΕΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ» γράφει συγκεκριμένα: «Με την χώρα σε μετάβαση εν μέσω κρίσης, σταθερά ακροβατώντας δίπλα από τον γκρεμό, πρέπει να συνδυάσουμε τρία διακριτά και εν μέρει αντιφατικά μεταξύ τους καθήκοντα, κάτι που σε κανονικές συνθήκες θα ήταν ακατόρθωτο. Πρώτον, να διασφαλίσουμε την ομαλή και ειρηνική μετεξέλιξη του κοινοβουλευτισμού, δεύτερον να βελτιώσουμε την κυβερνησιμότητα (governance) του σημερινού συστήματος για να μην καταρρεύσει η χώρα ξαφνικά και τρίτον να επιτύχουμε μια ριζοσπαστική και ανοιχτή στο μέλλον μετεξέλιξη με νέες, υγιείς και δυναμικές πολιτικές ομάδες και κόμματα στη βάση αλλαγών που θα αποτυπωθούν στη συνέχεια στο νέο Σύνταγμα μέσα από μια καινοτομική διαδικασία Αναθεώρησης».
Οι προτάσεις του σχετικά με τη διασφάλιση της δημοκρατικής λειτουργίας των κομμάτων αξίζουν κάθε προσοχής. Στο μεταξύ ο πολλαπλασιασμός των νέων κομμάτων ενόψει των ευρωεκλογών του Μαίου 2014 και οι ποικίλες απόψεις σχετικά με την αναθεώρηση του Συντάγματος φέρνουν στην επιφάνεια ένα ευρύτεο θέμα:αυτό της λειτουργίας του Πολιτεύματος.
Θεωρώ ότι πέρα από τις νομικές πτυχές, αξίζει να ενσκύψουμε στις βαθύτερες αιτίες της αποτυχίας του πολιτικού μας συστήματος. Η πασίδηλη αυτή αποτυχία αυτή, έτσι όπως βιώνεται καθημερινά από τον ελληνικό λαό, θέτει ερωτήματα γενικότερης υφής. Η Προεδρευομένη Δημοκρατία απέτυχε και η ευθύνη των κομμάτων είναι μεγάλη. Μια λύση θα ήταν η υιοθέτηση, μέσα από καινοτόμες αλλά αποδεκτές δημοκρατικά διαδικασίες, όπως είναι το δημοψήφισμα, του Πολιτεύματος της Προεδρικής Δημοκρατίας. (1)
Εδώ που φτάσαμε όλα πλέον είναι ανοιχτά και γι αυτό όλα πρέπει να συζητηθούν νηφάλια, χωρίς υστεροβουλίες και αφορισμούς. Ο καλύτερος τρόπος διασφάλισης της δημοκρατίας είναι η ελευθερία της σκέψης και του λόγου. Η έννοια του ελευθέρου πολίτη είναι ελληνική εφεύρεση, αυτό έκανε την Ελλάδα να ξεχωρίσει από την εμπειρία του δεσποτισμού.
Σήμερα ζούμε μια μεγάλη συστημική κρίση. Θεσμοί, οικονομία, μύθοι, βεβαιότητες και ιδεολογήματα κατέρρευσαν. Εχουμε ανάκη από σχέδιο, πρόταση, κατεύθυνση. Ο διάλογος σχετικά με την αναθεώρηση του Συντάγματος είναι ενδεικτικός και διδακτικός. Σε ό,τι αφορά τα επί μέρους, η κάθε επαγγελματική ομάδα θέλει να δει τον εαυτό της να καθρεφτίζεται σε κάποια συνταγματική διάταξη. Οπως ισχύει ακριβώς και στο ισχύον Σύνταγμα. Αυτό όμως δεν βγάζει πουθενά αφού δεν ανταποκρίνεται στα σημερινά κοινωνικά και οικονομικά δεδομένα.
'Ηρθε η ώρα να δούμε με ειλικρίνεια τα χρόνια προβλήματα και να προετοιμάσουμε τη χώρα μας για τη νέα εποχή. Χρειάζεται όμως θάρρος και ανάληψη ευθύνης σε όλα τα επίπεδα για βαθιές τομές και επιλογές που θα ανυψώσουν τον δημόσιο βίο και θα ανοίξουν νέες προοπτικές. Το ζητούμενο σήμερα είναι: δημοκρατικό και αποτελεσματικό κράτος δικαίου, δημιουργική κοινωνία, ενεργοί πολίτες,παραγωγική οικονομία. Το κοινωνικό και εθνικό συμφέρον πρέπει να αναδειχθεί ως βασική συνισταμένη της ελληνικής κοινωνίας, πάνω από συντεχνίες, οικονομικά συμφέροντα και κυρίως πάνω από κομματικές διαμάχες.
Χρειαζόμαστε γι αυτό μια νέα αρχή, ένα νέο ξεκίνημα. Κι αυτό είναι μια ουσιαστική κι όχι μια μηχανική κίνηση, μια νέα σχέση μεταξύ κράτους και πολίτη, και χρειάζεται άφθαρτη ηγεσία και ένα εντελώς νέο Σύνταγμα. Το πλέγμα αυτό προϋποθέτει άμεση λαϊκή παρέμβαση και νέους θεσμούς συμμετοχής και αντιπροσώπευσης. Το πολίτευμα που ανταποκρίνεται καλύτερα στις σημερινές ανάγκες και στις επείγουσες προκλήσεις της διακυβέρνησης είναι αναμφισβήτητα αυτό της Προεδρικής Δημοκρατίας. Με το σύστημα αυτό ο λαός επιλέγει ύστερα από ανοιχτό δημόσιο διάλογο τον Ανώτατο Άρχοντα και του αναθέτει τη διακυβέρνηση της χώρας στη βάση προγραμματικών αρχών και πολιτικών δεσμεύσεων. Η Προεδρική Δημοκρατία διασφαλίζει αποτελεσματικότητα, ευελιξία και ταχύτητα στη λήψη των αποφάσεων, κινητοποίηση της κρατικής μηχανής και προϋποθέτει βέβαια την ύπαρξη κατάλληλων θεσμικών ερεισμάτων για την εξισορρόπηση των εξουσιών. Αναφέρω ενδεικτικά την αναγκαιότητα ύπαρξης ισχυρής Βουλής, την πραγματική διάκριση και ανεξαρτησία των εξουσιών, την οργάνωση δημοψηφισμάτων με λαϊκή παρέμβαση.
Η απίστευτη καταβαράθρωση του κύρους των σημερινών πολιτικών κομμάτων εξουσίας και η ηθική, κυρίως, χρεοκοπία δεν είναι καλός οιωνός. Επιπλέον η έλλειψη κουλτούρας συνεργασίας του πολιτικού κόσμμου αποδεικνύεται επικίνδυνη. Ο κίνδυνος της εκτροπής και του αυταρχισμού υπάρχει και ο μόνος τρόπος για την αντιμετώπισή του είναι η δημοκρατική λαϊκή παρέμβαση. Οι πολίτες, τα πρωτογενή στελέχη του κοινωνικού συμβολαίου, θα αποφασίζουν με βάση τον δημόσιο διάλογο σε ποιόν θα αναθέσουν την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας. Οχι σε κόμματα επαγγελματιών που διαπραγματεύονται εκ των υστέρων συμμαχίες και συνεργασίες, αλλά σε υποψήφιο Πρόεδρο της Δημοκρατίας που έχει τη βούληση και αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη ενώπιον του λαού. Ο «διεμβολισμός του κομματικού κατεστημένου» (Σταύρος Λυγερός) μπορεί να γίνει δημοκρατικά, με την υιοθέτηση του Πολιτεύματος της Προεδρικής Δημοκρατίας.
Δεν πρόκειται λοιπόν απλά για θέμα αλλαγής κυβέρνησης, κομμάτων ή προσώπων, το πολιτικό μας σύστημα χρειάζεται πλέον ριζική ανασυγκρότηση. Ο ουσιαστικός δημόσιος διάλογος και η εμπέδωση αρχών πρέπει να αποσκοπεί στη διασφάλιση της λειτουργικότητας του δημοκρατικού πολιτεύματος, ώστε να δοθεί ουσιαστικό περιεχόμενο στην πολιτική ζωή. Οι ζωντανές δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας απαιτούν την συνολική επανεξέταση των δημοσίων πολιτικών και του δημοσίου βίου, τη χάραξη μιας εθνικής στρατηγικής και την προώθηση μιας δημιουργικής αντίληψης της δημόσιας ζωής.
Εχουμε ανάγκη από ένα σύγχρονο κράτος δικαίου και από μια παραγωγική οικονομία. Χρειζόμαστε παράλληλα ισχυρή δημοκρατία, αποτελεσματικό και δίκαιο σύστημα διακυβέρνησης. Τώρα πρέπει να αρχίσει η Μεταμόρφωση της χώρας. Από την πολιτική.
Αποσπάσματα από την ραδιοφωνική εκπομπή «Ασκώ τα δικαιώματα μου, τηρείς τις υποχρεώσεις σου» με τον Περικλή Βασιλόπουλο και Αντώνη Παπαγιαννίδη σε συζήτηση με τον Αλέκο Αλαβάνο.
Ερώτηση: Πως συμβιβάζεται ένας πεπειραμένος Διεθνιστής της Αριστεράς που λέγεται Αλέκος Αλαβάνος να μιλάει για επιστροφή στο εθνικό νόμισμα? Ακούγεται αντιφατικό.
Αλ. Αλαβάνος: Το δίλημμα αυτό «με το ευρώ ή με δικό μας νόμισμα» έρχεται να συναντήσει την ιδεολογική αντίθεση ανάμεσα σε «διεθνικό» και «εθνικό» που στοιχειώνει για αιώνες την ελληνική πραγματικότητα, ιδιαίτερα τον χώρο των προοδευτικών ιδεών. Άγρια πόλωση, αδιάκοπες συγκρούσεις, πολλές φορές μίσος και εχθρότητα. Αντί να γίνεται συνεχώς μια γόνιμη σύνθεση όπως απαιτεί η σημερινή παγκόσμια πραγματικότητα της εξέλιξης των εθνικών κρατών μέσα στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης.
Έτσι η άποψη για την έξοδο από το ευρώ από πολλούς καταγράφεται ως εθνικιστική και απομονωτική. Αυτό έχει την εξήγησή του. Από τη στιγμή που χρησιμοποιείται ο όρος «εθνικό νόμισμα» παραπέμπει σε ένα είδος εθνικισμού. Πολύ περισσότερο γίνεται αυτό με τα βαφτίσια του παιδιού πριν γεννηθεί, με την ονομασία «δραχμή». Ένας λόγος ακόμα είναι ότι κάποιες από τις μικρές δυνάμεις που υποστηρίζουν την έξοδο έχουν όντως μια εθνικιστική ρητορική, που κάποτε προσεγγίζει και της Χρυσής Αυγής, δημαγωγώντας σε ένα λαϊκό ακροατήριο που όντως βλέπει την εθνική του πραγματικότητα να γίνεται κομμάτια και θρύψαλα. Πάντως στην Ελλάδα βαθμιαία η κεντρική αντιπαράθεση μετατίθεται από την αντίθεση «μνημόνιο ή όχι» στο δίλημμα «μέσα ή έξω από την Ευρωζώνη». Αυτό είναι θετικό και ουσιαστικό, αν και πολύ καθυστερημένο. Διότι η ίδια η Ευρωζώνη έχει ήδη αποκτήσει μια «μνημονιακή» υπόσταση – με την έννοια ότι η έγκριση των εθνικών προϋπολογισμών, οι εντολές, οι επιτόπιες αποστολές επιτηρητών, η συνεργασία με το ΔΝΤ, οι προειδοποιήσεις, οι κυρώσεις, η αυξημένη εποπτεία, όλη η μακάβρια τελετουργία που έχουμε γνωρίσει με το καθεστώς της τρόικα, γενικεύεται και ισχύει πια για όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ. Αυτά εκφράζονται με εντελώς συγκεκριμένο τρόπο στους κανονισμούς 472 και 473 του 2013 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ισχύουν από τη φετινή πρωτοχρονιά, μόνο για τις χώρες της Ευρωζώνης.
ΕΡ: Τι διαφορετικό κομίζει το Σχέδιο Β?
Α.Α.: Το Σχέδιο Β βλέπει την έξοδο από την Ευρωζώνη ως μια υποχρεωτική κίνηση για τη σωτηρία του τόπου, με εθνικές, ευρωπαϊκές και πλανητικές διαστάσεις μαζί. Ένα μεγάλο βήμα όχι απόσυρσης αλλά δυναμικής ένταξης στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας. Θα αναφέρω τρεις από τους βασικούς λόγους.
Πρώτο, το βάθος και η ποιότητα της συμμετοχής στο διεθνή καταμερισμό εργασίας δεν κρίνεται ούτε μόνο ούτε κυρίως από τις υπερεθνικές οργανώσεις που συμμετέχει μια χώρα και από το αν σε περιφερειακές ολοκληρώσεις είναι «εταίροι» της οι πιο ανεπτυγμένες δυνάμεις της περιοχής. Αυτές τις μέρες είχε σύνοδο ηγετών στην Κούβα η CELAC – Community of Latin American and Caribbean States. H Kοινότητα αυτή προωθείται σε βάρος του OAS – Organisation of American States - παρότι στη δεύτερη συμμετέχουν οι ΗΠΑ και ο Καναδάς. Οι όροι της διεθνούς συνεργασίας μετράν περισσότερο από την τεχνολογική και οικονομική ανάπτυξη των εταίρων. Προτιμότερο να μοιραστείς ένα καρβέλι με τον φτωχό γείτονά σου παρά να φας τα αποφάγια από το κρέας του πλουσίου. Αυτή η διάκριση της ουσιαστικής συμμετοχής στο διεθνή καταμερισμό και της θεσμικής της διάστασης φαίνεται πολύ ευδιάκριτα μέσα στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση. Χώρες που είναι εκτός Ευρωζώνης οικονομικά μπορεί να είναι πολύ πιο «ευρωπαϊκές» από ότι χώρες εντός. Για παράδειγμα Δανία και Ελλάδα. Μόνο τα εμπορικά ρεύματα να πάρει κανείς, μπορεί να κατανοήσει τη διαφορά. Τα τελευταία στοιχεία της Eurostat δείχνουν για το 2010 για την πρώτη 14,3 δις ευρώ περίσσευμα στο εμπορικό ισοζύγιο, για τη δεύτερη 14,3 δις ευρώ έλλειμμα παρά την καθοδική τάση των εξαγωγών λόγω της κρίσης. Αυτή η διαφορά είναι ακόμα πιο έντονη στη σύνθεση των εμπορικών ανταλλαγών, στην παραγωγική συνεργασία, στις τεχνολογικές ανταλλαγές. Για την Ελλάδα της κρίσης προτεραιότητα είναι να δει την ουσία κι όχι τους τύπους.
ΕΡ.: Ο Νίκος Χριστοδουλάκης στο πρώτο μέρος της εκπομπής είπε ότι δεν φεύγεις από ένα ισχυρό νόμισμα αυτό που πρέπει να κάνεις είναι να αλλάξεις πολιτική. Δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο μιας αποχώρησης από το ισχυρό νόμισμα.
A.A.: Το νόμισμα είναι κώδικας επικοινωνίας με τη διεθνή οικονομία. Σε συνθήκες μεγάλης νομισματικής αποσταθεροποίησης σε όλο τον κόσμο, μέχρι στιγμής το ευρώ κρατάει ή και ανεβάζει την αξία του. Είναι εξαιρετικά δύσκολο μια χώρα που αντιμετωπίζει κατά το ΔΝΤ τη μεγαλύτερη ύφεση ποτέ σε όλο τον πλανήτη να βγει από αυτήν με ένα σκληρό νόμισμα. Στην τελευταία του επισκόπηση της ελληνικής οικονομίας το ΔΝΤ αποδίδει την αποτυχία του προγράμματος της τρόικα σε μεγάλο βαθμό στην έλλειψη νομισματικής πολιτικής από την Ελλάδα. Οι μειωμένες δυνατότητες εξαγωγών σε σχέση με τις ανταγωνιστικές χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης με συγκριτικά πιο αδύναμα νομίσματα και η μετατροπή σε μόνιμο εισαγωγέα εντός Ευρωζώνης λόγω της τεχνολογικής ανωτερότητας της Γερμανίας και άλλων χωρών του Βορρά δημιουργούν ασφυξία στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, στη δημοσιονομική ισορροπία, στο χρέος. Με αυτή την έννοια η αλλαγή νομίσματος προσδοκά κανείς ότι θα δημιουργήσει ένα αντίστροφο φίλτρο στις εμπορικές, κι όχι μόνο, σχέσεις μιας χώρας με τον υπόλοιπο κόσμο εντός και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης,. Αντί να εμποδίζει τις εξαγωγές και να ευνοεί τις εισαγωγές, θα κάνει το εντελώς αντίστροφο που είναι και το φυσιολογικά ζητούμενο. Αυτή την εμπειρία την έχει βιώσει η Ελλάδα όταν το 1932 έβαζε τέλος στη «χρυσή δραχμή», μαζί με την παύση πληρωμών του εξωτερικού χρέους και την ενίσχυση του κεντρικού ρόλου της Τράπεζας Ελλάδας. Σήμερα παρακολουθούμε την αγωνιώδη προσπάθεια της Ιαπωνίας με τα abenomics να ανακτήσει τον παλιότερο ηγεμονικό ρόλο της στη διεθνή οικονομία με ένα πρόγραμμα που κεντρικό του εργαλείο είναι ο διπλασιασμός του όγκου της νομισματικής κυκλοφορίας μέσα σε δύο χρόνια, η υποτίμηση του γεν, ο πληθωρισμός.
ΕΡ.: Τι ρόλο παίζει η Ευρωπαική Ένωση σε όλα αυτά?
A.A.: Η αποχώρηση από την Ευρωζώνη, συνοδευόμενη όμως από ένα παραγωγικό σχέδιο, τη βαθιά δημοκρατική μεταρρύθμιση του κράτους σε εντελώς διαφορετικές κατευθύνσεις από την τρόικα, την επικέντρωση στην παιδεία, δεν συγκρούεται με την επιδίωξη μιας γενικότερης αλλαγής στην Ευρώπη. Το ακριβώς αντίθετο. Είναι ο μόνος δρόμος για να γίνει αυτό. Η συνεργασία των κινημάτων, των εργαζομένων, των διανοουμένων σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει πολύ μεγάλη σημασία. Ένας κοινός δημοκρατικός και κοινωνικός ξεσηκωμός σε όλη την Ευρώπη δεν μπορεί, θεωρητικά τουλάχιστον να αποκλεισθεί και είναι επιδιωκόμενος. Δεν είναι όμως και το αναμενόμενο και για αυτό δεν μπορεί να γίνει το άλλοθι για την παραίτηση, για την αποφυγή των αναγκαίων μετασχηματισμών σε εθνικό επίπεδο, για την καταδίκη της μιας γενιάς νέων μετά την άλλη, για τη μόνιμη φτώχεια και ανεργία και για την ώθηση λαϊκών στρωμάτων στη ναζιστική ακροδεξιά. Για αυτό εμείς, στο Σχέδιο Β, την αποχώρηση δεν τη βλέπουμε ως μια δραπέτευση από τον ευρωπαϊκό χώρο, αλλά ως μια κίνηση με ευρωπαϊκό περιεχόμενο, ως αρχή μιας διαδικασίας μετασχηματισμών που μέσω Λισαβόνας, Μαδρίτης ή Ρώμης θα μπορούσε να φτάσει μέχρι και το Βερολίνο, ως μια πρόκληση και πρόσκληση για την οικοδόμηση μιας νέας Ευρώπης που θα ανταποκρίνεται στις αρχές και αξίες της γαλλικής επανάστασης για «ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη». Δεν κτίζουμε τείχη από την οικουμένη, αντίθετα, αξιοποιώντας και τα καλά διδάγματα της ελληνικής ιστορίας, γκρεμίζουμε τα τείχη που έχουν κτισθεί γύρο μας, ώστε τουλάχιστον οι νεώτερες γενιές να ανοίξουν τα φτερά τους σε πλανητικές πτήσεις.
Κύριε Πρωθυπουργέ, Κύριοι Γεν. Γραμματείς , Κύριοι Πρεσβευτές, Κυρίες και Κύριοι,
Στη σύντομη αυτή παρέμβασή μου θα ήθελα να σας πω γιατί θεωρούμε το ρόλο της Κοινωνίας των Πολιτών σημαντικό για τη Χώρα και για ποιο λόγο το ΄Ιδρυμα Μποδοσάκη έταξε ως στρατηγικό του στόχο τη διεύρυνση και την ισχυροποίησή του.
Για μένα η Κοινωνία των Πολιτών είναι ο χώρος που όσο μεγαλώνει και ισχυροποιείται τόσο πολλαπλασιάζεται η κοινωνική ωφέλεια και τόσο σταθεροποιείται και ανθεί η δημοκρατία.
Τα βασικότερα κύτταρα του χώρου αυτού είναι οι Μη Κυβερνητικές, Μη Κερδοσκοπικές, Μη Πολιτικές, Μη Συνδικαλιστικές, Μη Θρησκευτικές Οργανώσεις που έχουν μέλη τα οποία εθελοντικά δεσμεύονται να πετύχουν κοινούς στόχους και να λύσουν κοινά προβλήματα. Οι Οργανώσεις αυτές προωθούν και υπηρετούν νέα αιτήματα ζωής, ανθρωπισμού και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, διαφάνειας, δημοκρατίας, προστασίας του περιβάλλοντος.
Η Κοινωνία των Πολιτών κινείται κάτω από το επίπεδο του Κράτους αλλά διεκδικεί τη δική της έκφραση και παίζει το δικό της θεσμικό ρόλο στην εθνική και παγκόσμια πολιτική διαδικασία. Η Κοινωνία των Πολιτών και οι οργανώσεις που την αποτελούν δεν υποκαθιστούν σε καμμία περίπτωση το Κράτος. Δρουν συμπληρωματικά, επικουρικά, δρουν ενισχυτικά προς το Κράτος και θεραπεύουν ευαίσθητους κοινωνικούς τομείς με πολύ μεγαλύτερη επιτυχία και αποτελεσματικότητα απ'ότι θα το έκανε το Κράτος.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Διοίκηση του Προέδρου Obama δημιούργησε ένα Ομοσπονδιακό Γραφείο κοινωνικής καινοτομίας για να ενισχύει τους αναδυόμενους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς με αποδεδειγμένο έργο και αποτελεσματικότητα. Ούτε ότι ο συνασπισμός Συντηρητικών και Φιλελευθέρων στη Μεγάλη Βρεταννία δημιούργησε τη «Μεγάλη Κοινωνία» (The Big Society), ένα συνασπισμό δυνάμεων από δημόσιους – ιδιωτικούς και μη κερδοσκοπικούς φορείς για την επεξεργασία και υλοποίηση συγκεκριμένων κοινωνικών πολιτικών.
Η συμμετοχή στις οργανώσεις μιας υγιούς Κοινωνίας των Πολιτών έχει τεράστια παιδευτική αξία για τους πολίτες γιατί μέσα από τη συλλογικότητα που αναπτύσσεται μέσα στις οργανώσεις αυτές, καλλιεργείται η κοινωνική αρετή αλλά και οι κοινωνικές δεξιότητες των πολιτών• και τέτοιες δεξιότητες είναι :
• Η δεξιότητα του διαλόγου (η αποφυγή των μονολόγων)
• Η δεξιότητα της διαπραγμάτευσης για τη λύση κοινών προβλημάτων
• Η δεξιότητα της ανοχής (μαθαίνουμε ότι υπάρχουν και άλλες γνώμες με τις οποίες δεν συμφωνούμε).
Η σημασία της απόκτησης κοινωνικών δεξιοτήτων για την ενεργό συμμετοχή στην Κοινωνία των Πολιτών αλλά και στη Δημόσια Ζωή είναι κάτι που απασχολεί τους διανοητές, τους πολιτικούς και τους σκεπτόμενους πολίτες ήδη από τα χρόνια της κλασσικής Αθήνας. Ο τρόπος απόκτησης και ανάπτυξης κοινωνικών δεξιοτήτων και ορθής κρίσης (ευβουλίας) αποτέλεσε αντικείμενο έντονων συζητήσεων μεταξύ του Σωκράτη και του Πρωταγόρα. Σήμερα το θέμα της απόκτησης κοινωνικής αρετής και κοινωνικών δεξιοτήτων από τους νέους μας μέσα από τη συμμετοχή τους στις ΜΚΟ θα έπρεπε να το δούμε και από μια ευρύτερη πολιτική σκοπιά. Το κομματικό περιβάλλον και οι κομματικές διαδικασίες απωθούν συνήθως τα ικανότερα και τα πιο ανιδιοτελή άτομα.
΄Ετσι οι νέοι μας είτε αποστασιοποιούνται από τα κοινά, είτε προτιμούν να δραστηριοποιούνται σε οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών διαισθανόμενοι ότι εκεί μπορούν να εκφράζονται πιο ελεύθερα, πιο αποτελεσματικά και χωρίς ξεπερασμένες κομματικές δεσμεύσεις.
Για πολλά χρόνια ο κανόνας ήταν οι πολιτικοί να μπαίνουν στην πολιτική πλούσιοι ή ευκατάστατοι και να βγαίνουν φτωχοί. Σήμερα όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι πιστεύουν ότι ο κανόνας έχει αντιστραφεί.
Από την άλλη πλευρά, στο χώρο της Κοινωνίας των Πολιτών συναντάει κανείς εξαιρετικά μυαλά που προέρχονται από το χώρο των διανοουμένων, των επιστημόνων, των ακτιβιστών, των αμφισβητιών αλλά και των ενεργών πολιτών. Μήπως, λοιπόν, ήρθε η ώρα τα κόμματα στην προσπάθειά τους να εκσυγχρονιστούν και να ανανεωθούν, να κάνουν ανοίγματα προς το χώρο αυτό της Κοινωνίας των Πολιτών, προς το χώρο της κοινωνικής προσφοράς, για να αντλήσουν μέσα απ'αυτόν υγιείς δυνάμεις, ώστε να πάψουν να είναι εγκλωβισμένα σε συγκεκριμένης νοοτροπίας και δυναμικότητας κομματικά στελέχη ;
Η μεγάλη αποδοχή και εμπιστοσύνη που έχει η κοινή γνώμη για τις ΜΚΟ σε σχέση με τα κόμματα τα τελευταία χρόνια, αποτυπώνεται σε όλες τις μετρήσεις διεθνώς. Στις Ηνωμένες Πολιτείες το 54% εμπιστεύεται τις ΜΚΟ σε σύγκριση με 49% τις επιχειρήσεις, 38% την κυβέρνηση και 30% τα ΜΜΕ. Στην Ευρώπη (Μεγάλη Βρεταννία, Γαλλία, Γερμανία) 52% εμπιστεύεται τις ΜΚΟ, 38% τις επιχειρήσεις, 31% την κυβέρνηση και 27% τα ΜΜΕ. Στην Ελλάδα τελευταίες μετρήσεις δείχνουν ότι η κοινή γνώμη εμπιστεύεται κατά 70% τις ΜΚΟ και τα Ιδρύματα και το 16% τα κόμματα (κι αυτό παρά τη δυσφήμηση που έχουν υποστεί οι ΜΚΟ από τα καμώματα διαφόρων επιτηδείων).
Ο τομέας της Κοινωνίας των Πολιτών στην Ελλάδα υπήρξε αναιμικός και σχετικά υπανάπτυκτος μέχρι το 1990. Το Κράτος, τα πολιτικά κόμματα, η Εκκλησία και η Οικογένεια ήταν οι ισχυρότεροι θεσμοί μέσα από τους οποίους οι πολίτες έβρισκαν διέξοδο για κοινωνική ενσωμάτωση. Οι περισσότεροι ΄Ελληνες, μέχρι πρόσφατα, δεν συμμετείχαν σε μη κομματικές δραστηριότητες ούτε και σε εθελοντική δουλειά (με εξαίρεση ίσως τους Ολυμπιακούς Αγώνες).
Μόνο κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες αρχίζει το τοπίο να μεταβάλλεται, με ραγδαία αύξηση του αριθμού των ΜΚΟ, όπου όμως, αξιόλογοι μη κερδοσκοπικοί φορείς με οργανωμένη δομή και σαφή προσανατολισμό, συνυπάρχουν με μη κερδοσκοπικούς φορείς που είναι ανενεργοί και υπάρχουν μόνο σαν σφραγίδες.
Η έλλειψη σαφούς νομικού πλαισίου και ιδιαίτερα η αποτυχία θέσπισης κριτηρίων αναγνώρισης και αξιολόγησης έχει οδηγήσει σε μια απόλυτα συγκεχυμένη κατάσταση. Από τη θολή αυτή κατάσταση επωφελήθηκαν διάφοροι επιτήδειοι με αποτέλεσμα να τρωθεί και να δυσφημιστεί ο χώρος των ΜΚΟ.
Εν όψει αυτών και της σημασίας που αποδίδει στο ρόλο της Κοινωνίας των Πολιτών για την κοινωνική ανέλιξη και τη δημοκρατική εμβάθυνση της Χώρας το ΄Ιδρυμα Μποδοσάκη πήρε την απόφαση να ασχοληθεί με την Κοινωνία των Πολιτών τάσοντας σαν στρατηγικό του στόχο την άνδρωση και ισχυροποίησή της. Ο στόχος αυτός του Ιδρύματος υλοποιείται με τρεις κύριες δράσεις:
ΔΡΑΣΗ 1η :
Προσπάθεια δημιουργίας αποτελεσματικού νομοθετικού πλαισίου που θα εξασφαλίζει την πιστοποίηση, αξιολόγηση και διαφανή λειτουργία των ΜΚΟ.
Η κυβέρνηση και ιδιαιτέρως ο κ. Πρωθυπουργός ενθαρρύνει και στηρίζει την προσπάθειά μας αυτή και ελπίζουμε ότι σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα θα έχει ετοιμαστεί σχέδιο νόμου που θα εισάγει κανόνες διακυβέρνησης και διαφάνειας των ΜΚΟ που θα επιτρέπουν στο Κράτος, στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση και σε κάθε χορηγό ή πολίτη να έχει πληροφορίες για τη δραστηριότητα, την αποτελεσματικότητα και την αξιοπιστία κάθε Οργανισμού. Επιδίωξή μας επίσης θα είναι σε προσεχή Συνταγματική Αναθεώρηση να αποτυπωθεί ρητή συνταγματική εξουσιοδότηση προς τον νομοθέτη για τη θεσμική ενθάρρυνση και την έμπρακτη ενίσχυση της Κοινωνίας των Πολιτών.
ΔΡΑΣΗ 2η :
Να ενισχύσουμε οικονομικά αλλά και να αναπτύξουμε οργανωτικά τις ικανότητες των ΜΚΟ (Capacity Building). Με συστηματικό και αξιοκρατικό τρόπο το ΄Ιδρυμα θα αξιολογεί και θα ενισχύει οργανώσεις που παράγουν σοβαρό κοινωνικό έργο και χρειάζονται οικονομική ενίσχυση και οργανωτική ενδυνάμωση για να αναπτύξουν τη δραστηριότητά τους. Με το Πρόγραμμα που εγκαινιάζουμε σήμερα και το οποίο χρηματοδοτείται από χώρες του ΕΟΧ και κυρίως από τη Νορβηγία γίνεται η αρχή αυτής της δράσης. Το πρόγραμμα αυτό θα ενισχύσει Ελληνικές ΜΚΟ που ασχολούνται με τη φτώχεια, τον κοινωνικό αποκλεισμό, τις κοινωνικές ανισότητες, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ανοχή, τη διαφάνεια. Θέλω εδώ να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μας προς τις δωρήτριες χώρες για τη γενναιόδωρη αυτή προσφορά τους που γίνεται σε μια κρίσιμη για τη χώρα μας στιγμή και αποτελεί πραγματική ευλογία για τις Ελληνικές ΜΚΟ. Πρόθεσή μας είναι να το υλοποιήσουμε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Θεωρώ όμως ότι το Πρόγραμμα των EEA Grants αποτελεί μόνο το πρώτο βήμα του Ιδρύματος προς την ενδυνάμωση του χώρου της Κοινωνίας των Πολιτών. Ελπίζουμε ότι με τη συμπαράσταση της Ελληνικής Πολιτείας θα ακολουθήσουν και άλλα που θα βοηθήσουν να ανθίσει η κοινωνική αλληλεγγύη σε όλες τις περιοχές που δραστηριοποιούνται οι ΜΚΟ.
ΔΡΑΣΗ 3η :
Χαρτογράφηση των Ελληνικών ΜΚΟ. Η προσπάθειά μας σε συνεργασία με άλλους οργανισμούς και ομάδες επιστημόνων θα είναι να χαρτογραφήσουμε τις ανά τη χώρα ΜΚΟ κατά κατηγορία και δραστηριότητα ώστε να καταστεί στη συνέχεια ευχερής η αξιολόγηση της αξιοπιστίας τους και η ανάπτυξη κατά ομάδες δικτύων που θα αυξήσουν την κοινωνική τους αποτελεσματικότητα.
Σας παρουσίασα σε πολύ γενικές γραμμές, για να μην σας κουράσω, τους στόχους μας για τη δημιουργία μιας ανεξάρτητης και ισχυρής Κοινωνίας των Πολιτών που ξεκινάει συμβολικά σήμερα και θα κλιμακωθεί στα επόμενα 6 χρόνια με τη συμπαράσταση, όπως ελπίζουμε, των φίλων μας Νορβηγών, της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και της Ελληνικής Κυβέρνησης. Τη δομή και τις λεπτομέρειες του Προγράμματος των EEA Grants and Norway που ξεκινάμε με τη σημερινή εκδήλωση θα σας τις παρουσιάσει ο διευθυντής του προγράμματος κ. Φαρμάκης. Εγώ θέλω να σας ευχαριστήσω θερμά για την παρουσία σας που αποτελεί μεγάλη ενθάρρυνση στον αγώνα μας.
Άρθρο του Θανου Βερεμη*
Οι κρίσεις ενισχύουν τον λαϊκισμό, δεξιό ή αριστερό, ή και τους δύο μαζί. Το αντιμνημονιακό μέτωπο της αντιπολίτευσης διεμβολίζεται οριζόντια από το αντιρασιοναλιστικό αυτό ιδεολόγημα ώστε να πρέπει να παρακολουθεί ο θεατής της Βουλής την κομματική προέλευση του εκάστοτε ομιλητή για να καταλάβει αν προέρχεται από τον ΣΥΡΙΖΑ ή τους ΑΝΕΛ.
Αλλά τι ακριβώς είναι ο λαϊκισμός; Κατά τον Αριστοτέλη η έκπτωση της Δημοκρατίας παράγει την οχλοκρατία, η οποία περιέχει πολλά από τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου λαϊκισμού. Για τη δεξιά και αριστερή εκδοχή του λαϊκισμού η Δημοκρατία είναι προϊόν μιας ομάδας επιλέκτων, ένα είδος αριστοκρατίας των ικανών την οποία αντιπαθεί ο μέσος όρος. Συνεπώς, η πλειοψηφία των μετρίων οφείλει, κατ' αυτούς, να ανατρέψει τη Δημοκρατία των αρίστων και να εγκαθιδρύσει το σύστημα της μετριοκρατίας. Οι μέτριοι επικαλούνται τη νομιμότητα των αριθμών και τη γνησιότητα της λαϊκής αυθεντίας.
Οι διαφορές ανάμεσα στα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος βρίσκονται μεταξύ της ισοπέδωσης των κοινωνικών τάξεων και την ανάδειξη ενός αρχηγικού καθεστώτος, το οποίο στρέφεται συνήθως κατά των αρίστων αλλά και των αδυνάτων.
Η ουτοπία πλέον της άμεσης Δημοκρατίας αποτελεί πρόκριμα και των δύο άκρων του λαϊκισμού. Σύμφωνα με αυτά η αντιπροσωπευτική μας Δημοκρατία (η οποία είναι η μόνη ισχύουσα) οφείλει να εγκαταλείψει το κράτος δικαίου, αφού το μόνο έγκυρο δίκαιο είναι του μικρού ανθρώπου και των συνδικαλισμένων. Το δίκαιο αυτό ερμηνεύει ο πανίσχυρος δικτάτωρ αρχηγός ή η παντοδύναμη κεντρική επιτροπή του μοναδικού κόμματος. Και στις δύο περιπτώσεις καταργείται το αντιπροσωπευτικό σύστημα χάριν μιας δικτατορίας «γνήσιων» λαϊκών ηγετών. Δεν έχει υπάρξει λαϊκιστικό καθεστώς της Λατινικής Αμερικής το οποίο να μην ισχυρίζεται ότι υπηρετεί λαϊκά συμφέροντα. Πρόκειται συνήθως για ιδεολογήματα χωρίς βαθύ επινόημα, αλλά ένα άδειο κέλυφος το οποίο ο κάθε χαρισματικός ισχυρός άνδρας μπορεί να παραγεμίσει με αναφορές στη λαϊκή αυθεντία.
Χωρίς αμφιβολία ο λαϊκισμός στην Ελλάδα ενισχύθηκε από τις αποτυχίες των δύο κομμάτων που κυβέρνησαν εναλλάξ τη χώρα από το 1974. Και ενώ οι πολιτικές φιλοσοφίες του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας διέφεραν ως προς τα προγράμματά τους, οι ομοιότητές τους βρίσκονταν στην παλιά πρακτική των πελατειακών σχέσεων, τον κρατισμό και την ικανοποίηση του καταναλωτισμού, ιδιαίτερα της τελευταίας εικοσαετίας.
Ο μύθος του χαρισματικού ηγέτη που απευθύνεται στον λαό για να πολεμήσουν μαζί το «κατεστημένο», εγκαινιάζεται στην Ελλάδα από το γνησιότερο προϊόν της αστικής ελίτ, τον Ανδρέα Παπανδρέου. Ολόκληρη η φιλοσοφία του πρώιμου ΠΑΣΟΚ ήταν βασισμένη στον φθόνο, τον φόβο για τους ξένους και στη λατρεία του περιούσιου λαού. Η εξωτερική πολιτική του τρίτου δρόμου απομάκρυνε την Ελλάδα προσωρινά από τον εκσυγχρονιστικό δυτικό προσανατολισμό της και την ταύτισε με χώρες που δεν γνώριζε και από τις οποίες δεν ήταν δυνατό να αντλήσει οφέλη. Στην εσωτερική πολιτική ενισχύθηκε ένας λαϊκισμός της «αυριανικής» ποικιλίας ώστε τα χρηματικά «δωράκια» εις εαυτούς να θεωρούνται νόμιμες πράξεις.
Ο λαϊκισμός διαπέρασε σταδιακά το σύνολο του πολιτικού φάσματος διότι οι εκλογικές επιτυχίες του ΠΑΣΟΚ δημιούργησαν και για τη Νέα Δημοκρατία πρότυπα συμπεριφοράς. Τα πολιτικά άκρα πλησίασαν όσο ποτέ ώστε σήμερα η αριστεροπατριωτική «Σπίθα» του Μίκη Θεοδωράκη λίγο να απέχει σε ιδεολογικά πρόσημα από τους «Ανεξάρτητους Ελληνες». Ολοι τους καταδεικνύουν λεγεώνες από δωσίλογους Ελληνες και βέβαια τους «απάτριδες» κεφαλαιούχους. Στο παιχνίδι έχει ήδη προσχωρήσει και ο κ. Τσίπρας όταν κατηγορεί «κάποιους Ελληνες που δεν είναι και τόσο Ελληνες» (21/2/2012).
Οι αναφορές στο ΕΑΜ ως υποδειγματική οργάνωση αντίστασης κατά των δυνάμεων κατοχής εχθρών της Ελλάδος, ακούγονται πλέον από τους αριστερούς αλλά και συντηρητικούς όπως ο Χρήστος Γιανναράς.
Κατά τον θεωρητικό του λαϊκισμού Πιέρ Ταγκιέφ, ο λαϊκισμός είναι σαν παρασιτικός οργανισμός που μπορεί να νοθεύσει κάθε ιδεολογία στην οποία θα προσκολληθεί.
Πώς είναι δυνατό να αλλάξει το διαβρωμένο από τον λαϊκισμό σημερινό πολιτικό σκηνικό της Ελλάδος; Ενας τρόπος που πρέπει να μελετήσει τουλάχιστον ο κ. Σαμαράς είναι να θεσπίσει ως εκλογικό σύστημα για τις μεθεπόμενες εθνικές εκλογές την απλή αναλογική. Θα καταφέρει έτσι να πετύχει δύο στόχους ταυτόχρονα: Να ανανεώσει το πολιτικό σκηνικό με νέο αίμα και φρέσκιες νοοτροπίες (βλ. «Δράση» και «58») και να υπάρξει δυνατότητα συνασπισμών από τον πολυκομματισμό που θα προκύψει. Θα αποφύγουμε έτσι τον παρασιτισμό του λαϊκισμού και τα αδιέξοδα αλλεπάλληλων άγονων εκλογών.
Η χειρότερη άλλωστε συνέπεια του λαϊκισμού είναι να απομακρύνει διαρκώς τους ψηφοφόρους και την κοινωνία ολόκληρη από τη λογική. Οταν όμως η λογική κοιμάται, όπως σημειώνει ο μεγάλος Ισπανός ζωγράφος, Φρανσίσκο Γκόγια, ξυπνάνε τα τέρατα.
* Ο κ. Θάνος Βερέμης είναι αντιπρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ.
Εισήγηση στο "Προοδευτικό Φόρουμ" (18-1-2014).
Άρθρο του Αθανάσιου Θεοδωράκη.
Άρθρο του μέλους μας, Αγγέλας Μυλωνά.
Άρθρο του Αθναάσιου Χ. Παπανδρόπουλου
Δημοσιεύτηκε στην Εστία στις 22-10-2013.
Δημοσιεύτηκε στα Νέα στις 12-10-2013.