Τρίτη, 23 Απρίλιος 2024

Είναι ο Τσίπρας σοσιαλδημοκράτης;

Προχωρεί σταδιακά ο Τσίπρας προς τη σοσιαλδημοκρατία; Πολλοί υποστηρίζουν πως ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ούτε είναι ούτε πρόκειται στο μέλλον να ασπαστεί σοσιαλδημοκρατικές αρχές. Οι λενινιστικές καταβολές του, οι ομοϊδεάτες στενοί συνεργάτες του και η βασική ιδεολογία του θα τον κάνουν να παραμείνει στο αντισοσιαλδημοκρατικό στρατόπεδο. Στο κείμενο αυτό θα υποστηρίξω πως τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα.

Ο Τσίπρας πρoτού γίνει πρωθυπουργός όντως δεν ήταν σοσιαλδημοκράτης - ούτε στα λόγια ούτε στις πράξεις. Στη συνέχεια όμως αναγκάστηκε να ακολουθήσει έναν κεντροαριστερό, σοσιαλδημοκρατικό δρόμο, κυρίως όταν δέχτηκε το τρίτο Μνημόνιο. Σήμερα προσπαθεί, ειλικρινά κατά τη γνώμη μου, να το υλοποιήσει. Αν τα καταφέρει, πράγμα δύσκολο αλλά όχι ακατόρθωτο, ο δρόμος του προς τη σοσιαλδημοκρατία θα είναι αναπόφευκτος. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα εξελιχθεί σε ένα ριζοσπαστικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.

Βέβαια υπάρχει το επιχείρημα πως ο ιδεολογικά στρατευμένος δεν αλλάζει. Ο Τσίπρας έχει την ακραία «αριστεροσύνη στο DNA του». Αυτό είναι λάθος. Οι άνθρωποι δεν είναι μηχανές που δεν αλλάζουν σε όποιο πλαίσιο και αν βρεθούν. Τα υποκείμενα όχι μόνο διαμορφώνουν αλλά και διαμορφώνονται από το συνεχώς εξελισσόμενο περιβάλλον. Είναι βέβαια γεγονός πως, παρ' όλο που στην ουσία δεν συμφωνούσε με πολλές από τις απαιτήσεις του Μνημονίου, αναγκάστηκε να τις δεχθεί. Δηλαδή, μετά τις συνεχείς «κωλοτούμπες» του, αντελήφθη πλήρως την πραγματικότητα: την προφανή ανισορροπία δύναμης μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και γερμανοκρατούμενης ευρωζώνης. Ετσι δέχθηκε μεν το τρίτο Μνημόνιο, αλλά τόνισε πως θα προσπαθήσει να το υλοποιήσει παρ' όλο που δεν συμφωνεί με βασικές διατάξεις του. Υπονόησε άρα πως ο αρχικός προσανατολισμός του ίδιου και των στενών συνεργατών του δεν άλλαξε ούτε πρόκειται να αλλάξει. Αλλα όμως τα λόγια και άλλες οι πράξεις.

Η απόφαση αποδοχής του Μνημονίου και οι πρακτικές της υλοποίησης που έχουν ήδη αρχίσει αργά ή γρήγορα θα κάνουν τον Πρωθυπουργό να αλλάξει την ιδεολογία του. Η προσγείωση στην πραγματικότητα θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στην ιδεολογία του, στον τρόπο που σκέφτεται, στην πολιτική του ταυτότητα. Θα περάσει από τον λόγο της αριστερής «ανατροπής» σε αυτόν της σταδιακής/εξελικτικής σοσιαλδημοκρατικής αλλαγής. Δηλαδή, θα περάσει από τον Λένιν στον Μπερνστάιν. Από την άμεση ανατροπή στη «ρεφορμιστική» στρατηγική εξανθρωπισμού του καπιταλισμού. Οπως υποστηρίζει ο Μπερνστάιν, η βασική προϋπόθεση για το μελλοντικό πέρασμα στην κυριαρχία ενός δημοκρατικού και συγχρόνως σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής είναι η σταδιακή αλλαγή προς έναν λιγότερο βάρβαρο, σοσιαλδημοκρατικό καπιταλισμό.

Βέβαια ο Τσίπρας αποφεύγει να χρησιμοποιεί τη λέξη σοσιαλδημοκρατία, αφού ο όρος αυτός είναι ταμπού στον χώρο της Αριστεράς. Από τη στιγμή όμως που αποφάσισε να υλοποιήσει στα σοβαρά το μνημονιακό εγχείρημα, η υλοποίησή του θέτει στενά όρια μέσα στα οποία η μόνη προοδευτική, ρεαλιστική κατεύθυνση είναι το πέρασμα από τον νεοφιλελεύθερο στον σοσιαλδημοκρατικό καπιταλισμό. Με άλλα λόγια, αν τα καταφέρει, δεν θα υπάρξει δρόμος επιστροφής. Οπως πολλοί υποστηρίζουν, θα γίνει ένας νέος Παπανδρέου. Θα περάσει, όπως ο Ανδρέας, από τον πρώιμο ριζοσπαστικό αριστερισμό του σε μια σοσιαλδημοκρατία με έντονα λαϊκιστικά χαρακτηριστικά. Ο ΣΥΡΙΖΑ, με άλλα λόγια, θα γίνει ένα κεντροαριστερό, ριζοσπαστικό, σοσιαλδημοκρατικό κόμμα - όχι βέβαια βορειοδυτικού αλλά νοτιοευρωπαϊκού τύπου. Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως το ανδρεϊκό ΠαΣοΚ, θα αποδεχθεί τη μόνιμη ένταξή μας στον ευρωπαϊκό χώρο, θα ξεχάσει τους εξωευρωπαϊκούς προσανατολισμούς του και, όπως τα άλλα σοσιαλδημοκρατικά ευρωπαϊκά κόμματα, θα προσπαθήσει, μέσα στα όρια που ο παγκόσμιος νεοφιλελευθερισμός επιτρέπει, να προστατεύσει τα οικονομικά αδύναμα στρώματα και να αποτρέψει την παραπέρα συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας.

Από την άλλη μεριά, όμως, αν ο Πρωθυπουργός αποτύχει να φέρει εις πέρας την υλοποίηση του Μνημονίου, είναι πιθανόν να χάσει την πλειοψηφία που έχει στη Βουλή. Σε αυτή την περίπτωση θα έχει δύο επιλογές: είτε να αντιπολιτευθεί ως αρχηγός ενός σοσιαλδημοκρατικού ΣΥΡΙΖΑ (όπως το ΠαΣοΚ του Ανδρέα Παπανδρέου) είτε να διαλέξει μια νέα αντιμνημονιακή στρατηγική, σε μια προσπάθεια να ξαναποκτήσει τη ριζοσπαστική αριστεροσύνη του. Νομίζω πως αν περάσει στην αντιπολίτευση μάλλον θα διαλέξει την πρώτη λύση.

Συμπερασματικά, τα παραπάνω σημαίνουν πως η πολιτική ταυτότητα δεν είναι ένα ρούχο που φοράει κανείς μια για πάντα. Οπως γνωρίζουμε από την ελληνική περίπτωση, μπορεί αυτή η ταυτότητα να αλλάξει ή και να αλλάζει ανάλογα με τις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Τέλος, οι αλλαγές πολιτικής ταυτότητας, για όσους βλέπουν τα πράγματα και από μια ψυχολογική διάσταση, μπορεί να είναι οπορτουνιστικές αλλά μπορεί και να μην είναι.

Δημοσιεύτηκε στο Βήμα της Κυριακής στις 25/10/2015

Προσθήκη νέου σχολίου


Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση