Tuesday, 15 October 2024

art-2

 

Τα άρθρα Μελών και Φίλων της Παρέμβασης, όπως δημοσιεύτηκαν στον ελληνικό και διεθνή τύπο.

Για να δείτε τα άρθρα ανά συγγραφέα, πατήστε εδώ .

 

 

 

 

 

Το «Βήμα» για τον τόπο και τη ζωή μου

Πριν από 100 χρόνια, την Κυριακή 6 Φεβρουαρίου το 1922 κυκλοφόρησε το «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», πρόδρομο του σημερινού ΒΗΜΑΤΟΣ. Οι καταγωγικές ιδέες της εφημερίδας ανάγονται στην εξέγερση του 1909 στο Γουδί. Εξέγερση που, ως γνωστό, οδήγησε στο πέρασμα από τον ολιγαρχικό κοινοβουλευτισμό του 19ου αιώνα στον μετα-ολιγαρχικό του 20ου. Αυτό καθώς και οι προοδευτικές αλλαγές που ο Ελευθέριος Βενιζέλος έφερε στη χώρα συνομίλησαν συστηματικά και υποστηρίχθηκαν από το ΒΗΜΑ.
Στη συνέχεια, από τις στρατιωτικές επεμβάσεις του Μεσοπολέμου μέχρι τον Εμφύλιο, το ΒΗΜΑ συντρόφευσε τους αναγνώστες τους στις πολεμικές επιχειρήσεις και τα άλλα δραματικά γεγονότα της περιόδου με δημοκρατικό, προοδευτικό πνεύμα.
Στην μετα-εμφυλιακή περίοδο το ΒΗΜΑ έπαιξε ένα πολύ σημαντικό, μαχητικό , παρηγορητικό ρόλο. Ήταν η εποχή που το αντικομμουνιστικό κράτος ήταν πανίσχυρο. Η εφημερίδα θεωρήθηκε ως «επικίνδυνο» φύλλο. Έτσι, για παράδειγμα, δεν μπορούσε ένας δημόσιος υπάλληλος να πάει στην εργασία του με το ΒΗΜΑ στο χέρι από φόβο μήπως χάσει τη δουλειά του.
Σε ό,τι αφορά τη συνεργασία μου με την εφημερίδα αυτή άρχισε επί εποχής Λέοντος Καραπαναγιώτη. Ξεκίνησα γράφοντας στις «επιφυλλίδες» της εφημερίδας. Συνέχισα με πιο εκτεταμένα άρθρα όλα τα χρόνια που ζούσα στο εξωτερικό. Ήταν το νήμα επικοινωνίας με τη χώρα μου. Από μακριά παρακολουθούσα τις εξελίξεις στην πολιτική, την οικονομία, την κοινωνία αλλά και την πολιτιστική ζωή. Συμμετείχα με άρθρα στις διάφορες διαμάχες της εποχής. Χρωστάω πολλά σ' αυτή την ευκαιρία που μου δόθηκε.
Πιο πρόσφατα στο ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΒΗΜΑ οι πρώτες σελίδες που διαβάζω είναι οι Νέες Εποχές που κάθε εβδομάδα σημαντικοί συγγραφείς από διάφορες χώρους που πραγματεύονται ένα συγκεκριμένο θέμα. Πέρα από το ένθετο των Νέων Εποχών το ενδιαφέρον πάντα διατηρεί μια παγκοσμιοποιημένη ματιά.
Με δύο λόγια το ΒΗΜΑ έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην ιστορία του τόπου και στη ζωή μου και χαίρομαι που στην ψηφιακή εποχή που ο τύπος περνάει μια δύσκολη περίοδο το ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΒΗΜΑ στην έντυπη παραμένει μια από τις σημαντικές εφημερίδες της χώρας με ευρεία απήχηση. Διατηρώντας τον προσανατολισμό της η εφημερίδα είναι ανοιχτή σε άλλες θέσεις και απόψεις. Μια μικρή παρατήρηση. ¨Όπως όλος ο υπόλοιπος τύπος θα ήταν καλό μετά τη δημοσίευση να απελευθερώνει τα άρθρα του στο διαδίκτυο και να μη τα κρατάει μόνο για τους συνδρομητές ώστε οι ιδέες να κυκλοφορούν ελεύθερα και να γίνονται αντικείμενο αντικείμενο ευρύτερης συζήτησης.
Ελπίζω, ή μάλλον είμαι σίγουρος, πως το ΒΗΜΑ θα εξακολουθήσει να παίζει ένα πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή μας.

*Δημοσιεύτηκε στο "Βήμα" στις 6/2/2022. 

Προοπτικές

1. Η μαζική συμμετοχή των πολιτών στην εκλογική διαδικασία του ΚΙΝΑΛ, η νίκη του Νίκου Ανδρουλάκη και η εστίαση όλων των ΜΜΕ στα όσα εξελίχθηκαν τις δύο τελευταίες εβδομάδες, δημιούργησαν την εντύπωση μιας θεαματικής ανόδου ενός κόμματος που θα καταστεί, πλέον, μια σημαντική πολιτική δύναμη μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία. Μια πολιτική δύναμη που θα μπορεί να διαμορφώσει πολιτικές εξελίξεις, να αλλάξει τον κοινωνικοπολιτικό συσχετισμό δυνάμεων και, ενδεχομένως, να αναδιαμορφώσει ριζικά το πολιτικό σκηνικό. Δεν είμαι σίγουρος ότι κάτι τέτοιο θα συμβεί. Το ΚΙΝΑΛ δεν φαίνεται ικανό να αναπτύξει μια κοινωνική και πολιτική δυναμική που θα το οδηγήσει να ξεπεράσει το 12% που εκτιμάται πως έχει σήμερα. Πιθανότερο είναι ότι αυτές οι εκτιμήσεις δεν θα επιβεβαιωθούν και, τουναντίον, θα μειώσει τα ποσοστά του. Με άλλα λόγια, το πολιτικό σύστημα θα διατηρήσει τον βασικό διπολικό χαρακτήρα του. Και, παρόλο που η αξιωματική αντιπολίτευση αδυνατεί να ανταποκριθεί με αποτελεσματικότητα στον ρόλο της, θα συνεχίζει να καθορίζει σε έναν μεγάλο βαθμό τις πολιτικές εξελίξεις στον αντιπολιτευτικό χώρο.

2. Και οι τρεις διεκδικητές που ξεχώρισαν στον πρώτο γύρο τόνιζαν επανειλημμένα την ανάγκη να διατηρηθεί και ενισχυθεί η αυτονομία του κόμματος – χωρίς, αν χρειαστεί, να αποκλείσουν την προοπτική μετεκλογικών συμμαχιών αν προκύψουν. Ο Ανδρέας Λοβέρδος υποστήριζε πως, αν κέρδιζε, θα απέκλειε μια συμμαχία με τον ΣΥΡΙΖΑ. Από την άλλη μεριά, ο Γιώργος Παπανδρέου απέκλειε μια συνεργασία με την ΝΔ. Όσο για τον Νίκο Ανδρουλάκη, ουσιαστικά δεν πήρε θέση.
Ο πρωθυπουργός φαίνεται ότι, πράγματι, εννοεί πως δεν θα κάνει εκλογές πριν από το τέλος της τετραετίας. Η παρούσα πολιτική συγκυρία με επίκεντρο τη διαχείριση της πανδημίας δεν υπόσχεται μετεκλογική αυτόνομη επικράτηση της ΝΔ είναι το πιο πιθανό σενάριο. Φαντάζομαι ότι ελπίζει πως στο τέλος της τετραετίας θα έχουν ενδεχομένως αλλάξει οι συνθήκες ώστε να επιτύχει την πολυπόθητη αυτοδυναμία και να μην αναγκαστεί δηλαδή να συμμαχήσει με άλλες πολιτικές δυνάμεις. Νομίζω πως αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο. Ιδίως αν λάβουμε υπόψη τα κυβερνητικά σφάλματα στα θέματα αντιμετώπισης της πανδημίας, της ακρίβειας και ειδικότερα στον τομέα της ενέργειας και της συνεχιζόμενης επιλογής να μην παρέχει ικανή χρηματοδότηση στον ευρύτερο τομέα της υγείας.

3. Αν έτσι έχουν τα πράγματα θεωρώ πως μια ενδεχόμενη μετεκλογική συμμαχία του ΚΙΝΑΛ με τον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα και για τις δύο παρατάξεις. Πρόκειται για μια θέση που έχει να κάνει με τη δεδομένη πολιτική συγγένεια των δύο κομματικών σχηματισμών με κεντρικό άξονα τον ρόλο του κράτος. Συγκεκριμένα, το ΚΙΝΑΛ θα μπορεί να συμβάλει σε μια πιο επεξεργασμένη και αποτελεσματική αντιπολίτευση που είναι αναγκαία για την καλύτερη λειτουργία του δημοκρατικού συστήματος της χώρας. Αντίστοιχα, ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία θα δώσει έτσι την ευκαιρία στο ΚΙΝΑΛ να αποκτήσει περισσότερη δύναμη και επιρροή στις πολιτικές εξελίξεις. Από την άλλη, η έμφαση της σοσιαλδημοκρατίας στην κρατική παρέμβαση για την άμβλυνση των ανισοτήτων, την ανάπτυξη της κοινωνικής πρόνοιας και την ενδυνάμωση των συνδικάτων καθιστά μια ενδεχόμενη συνεργασία του ΚΙΝΑΛ με την ΝΔ ασύμβατη με τις σοσιαλδημοκρατικές αξίες και πρακτικές, τις οποίες το κόμμα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου υποστηρίζει ότι υπηρετεί ακόμη.

*Δημοσιεύτηκε στα "Νέα" στις 18/12/2021. 

Διαβάζοντας 200 χρόνια Τουρκικής οικονομίας, με την Ελλάδα ως φόντο

Δύσκολα θα μπορούσε να βρεθεί πιο επίκαιρη στιγμή, για την εισαγωγική συνεισφορά στην επιστημονική συνάντηση των Ιστορικών Αρχείων της Τράπεζας της Ελλάδος και της Alpha Bank ( συμβολικά: στην αίθουσα του Βουλευτικού, στο Ναύπλιο) με θέμα «200 χρόνια Ελληνικής Οικονομίας μεταξύ Κράτους και Αγοράς» από τον Τούρκο ακαδημαϊκό Σεβκέτ Παμούκ, του Πανεπιστημίου του Βοσπόρου. Ήταν να μιλήσει ο Παμούκ για την οικονομική ανάπτυξη της Τουρκίας τα 200 τελευταία χρόνια «σε συγκριτική προοπτική», με μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα επιλογή παραλληλισμού με τα 200 χρόνια της – εορτάζουσας – Ελλάδας. Όμως συνέβη η παρέμβασή του αυτή να συμπέσει με το meltdown της Τουρκικής οικονομίας των τελευταίων ημερών.
Μολονότι, λοιπόν, η παρουσίαση στοιχείων από τον Παμούκ είχε το δικό της ενδιαφέρον, η καταληκτική ερώτηση – από τον Φραγκίσκο Κουτεντάκη, πρώην συντονιστής στο Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στην Βουλή, τώρα Παν/μιο Κρήτης – τράνταξε τα πράγματα. Όλοι μιλούμε τελευταίως, και επί καιρό, για ακραία κρίση και για αδιέξοδα της Τουρκικής οικονομίας, ωστόσο τελικά αδιέξοδο δεν προκύπτει. Αυτό, πώς εξηγείται; Ο Σ. Παμούκ στάθηκε λίγο να το σκεφθεί, σημείωσε ότι, πάντοτε, στην Τουρκία υπάρχει μια τάση να ενεργοποιείται ο δημοσιονομικός μοχλός, πράγμα που φέρνει πληθωρισμό και υποτίμηση, ωστόσο «δίνει» αναπτυξιακούς ρυθμούς. Όμως... κι ο ίδιος δεν είχε συνολική/πειστική απάντηση να δώσει.
Πάμε όμως από την αρχή της παρουσίασης του Σεβκέτ Παμούκ. Εξήγησε πως η Τουρκία – στους δυο τελευταίους αιώνες – μακροσκοπικά έμεινε περίπου στην ίδια θέση. λίγο καλύτερα από τις αναπτυσσόμενες χώρες, λίγο χειρότερα από τις πιο ανεπτυγμένες με περίπου 1% του παγκόσμιου πληθυσμού, με ανάλογο ποσοστό του παγκόσμιου ΑΕΠ. Στις τέσσερεις αναπτυξιακές της περιόδους – του 1820 έως τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, του 1914 μέχρι την δεκαετία του ΄50, τις δεκαετίες του ΄50-'80 και στο διάστημα από την δεκαετία του΄80 έως τώρα - η χώρα αυτή, που δεν γνώρισε μεν αποικιοκρατία, δεν διαθέτει όμως και πετρέλαιο ή/και φυσικούς πόρους, πέρασε από μια αγροτική οικονομία (όμως ανοιχτή στο διεθνές εμπόριο) σε μια κλειστή οικονομία με δασμολογική προστασία, ύστερα σε εσωστρεφή βιομηχανική ανάπτυξη, τελευταίως δε σε άνοιγμα και ενσωμάτωση στο παγκόσμιο σύστημα. Συνολικά η Τουρκία εφήρμοσε οικονομικές πολιτικές ανάλογες με των ανεπτυγμένων χωρών, αν και στο χαμηλότερο επίπεδο αναπτυξιακής απόδοσης: με περιορισμένη ενσωμάτωση τεχνολογικής αλλαγής, είχε ανάπτυξη μέσω των επενδύσεων (παραδόξως περισσότερων την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όμως και τώρα πάλι τις δυο τελευταίες δεκαετίες με – δανειακό, κυρίως – άνοιγμα στις διεθνείς αγορές). Ενώ μέχρι το 1940 είχε μόνο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης γύρω στο 1% , στην συνέχεια έχει εγκατασταθεί στο 2,5%-3%. Μέχρι το 1950, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Τουρκίας πήγαινε με χαμηλότερους ρυθμούς σε σχέση με εκείνο των ανεπτυγμένων χωρών, όμως έκτοτε συνολικά έχει επιταχύνει. Μια σύγκριση: η Τουρκία πήγε στους δυο αυτούς αιώνες καλύτερα από χώρες σαν την Αίγυπτο ή το Ιράν, χειρότερα από την Ισπανία ή την Ιταλία.
Σε σύγκριση τώρα με την Ελλάδα, η Τουρκία υστερούσε κατά 40%-50% ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ: η διακύμανση του πήγαινε από σχεδόν ίση – μια μόνο διετία, του 1944-45, είχε προσπεράσει – μέχρι το ήμισυ. από το 2000 και μετά, η σχετική θέση της Τουρκίας βελτιώνεται. Άλλα στοιχεία βελτίωσης: το προσδόκιμο ζωής εκτοξεύεται μετά το 1940, για να φθάσει στα 77 έτη πλέον: αντίστοιχη η μεταβολή και στην Ελλάδα, πάντα σχετικά προηγούμενη. και η παρακολούθηση σχολείου από τον πληθυσμό, ανάλογα βελτιώνεται.
Οι λόγοι που εξηγούν την σχετική υστέρηση της Τουρκίας έναντι των πιο ανεπτυγμένων χωρών είναι η σχετικά βραδεία ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών, η συγκριτική εκπαιδευτική υστέρηση και οι κοινωνικές δομές που κρατούν την βελτίωση της παραγωγικότητας κάτω από το 1% ετησίως.
Υπάρχουν όμως και «βαθύτερα αίτια» αυτής της υστέρησης κατά τον Σεβκέτ Παμούκ: ναι μεν η χώρα δεν γνώρισε αποικιακό ζυγό, όμως η ενσωμάτωσή της στο διεθνές εμπορικό κανονιστικό περιβάλλον, πιο τελευταία στην νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, δεν λειτούργησε πάντα θετικά (Και εδώ, αναλογίες με την Ελληνική περίπτωση των 2 τελευταίων αιώνων). Κατά τον Σ. Παμούκ, οι απόψεις περί υστέρησης λόγω Ισλαμισμού δεν ευσταθουν: οι πολιτικοί είναι εκείνοι που αξιοποιούν το Ισλάμ για προσωπική τους κυριαρχία. Αντιθέτως, τα ζητήματα ταυτότητας, η κατοχή του Κράτους από τις ελίτ, το Κουρδικό ζήτημα λειτουργούν ως βαθύτερη ανάσχεση. Κατ' αυτόν, ακόμη και στην Οθωμανική περίοδο «οσάκις υπάρχει ζήτηση για αλλαγή, αυτή προκύπτει».
Όμως η κρατική δομή είναι αδύναμη, ήδη δε μετά τον Β' ΠΠ η αστικοποίηση βάρυνε τις ανισότητες και έφθειρε την Δημοκρατία (πραξικοπήματα, κοινωνική πόλωση, κρίσεις).Κάθε φορά που υπάρχει σαφής πολιτική επικράτηση – π.χ. το 1958-60, το 1980, το 2001 και μετά – ακολουθεί υπερβολική αίσθηση κυριαρχίας, επιδίωξη άμεσων αναπτυξιακών επιδόσεων, συχνά με δημοσιονομική επέκταση και πληθωριστική εκτροπή (που φέρνει ΔΝΤ ή/και πολιτική εκτροπή).
Σημειωτέον ότι μέχρι το 2000 οι άμεσες ξένες επενδύσεις ήταν περιορισμένες, ενώ τις δυο τελευταίες δεκαετίες απογειώθηκαν ιδίως με την προοπτική, αρχικώς, της ένταξης στην ΕΕ – πλην όμως βάσει δανεισμού (και μάλιστα ιδιωτικού), που τώρα «εκδικείται» με την υποτίμηση της λίρας και την ανάφλεξη του πληθωρισμού. Αν, τώρα εμφανισθούν και οι κρυφές υποχρεώσεις/contingent liabilities της χρηματοδότησης της ανάπτυξης, μπορεί να προκύψει η χειρότερη κρίση.
Αμα παρακολουθούσε κανείς τα διαγράμματα της παράλληλης εξέλιξης της Ελληνικής οικονομίας και της Τουρκικής, σε πολλά, αληθινά πολλά σημεία η εγγύτητα των εξελίξεων προέκυπτε ιδιαίτερα στενή.

*Δημοσιεύτηκε στην economia.gr στις 3/12/2021. 

Θέλουμε – αληθινά όμως! – ένα failed State ακριβώς δίπλα μας;

Υπάρχει η λογική της κακεντρέχειας/της χαιρεκακίας, υπάρχει από κοντά και η τάση της κοντόφθαλμης προσέγγισης των πραγμάτων – αμφότερα στοιχεία των «στρατηγών του καφενείου», που σύγχρονη εκδοχή τους έχουν τους σχολιαστές των τηλεπαραθύρων και ακόμη περισσότερο τους άρχοντες των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης
Σ' όλο αυτό το σύμπαν, κάθε φάση στην οποία σκοντάφτει η γειτονική Τουρκία χαιρετίζεται περίπου ως (δική μας) εθνική νίκη. Εντελώς τελευταία, η κατάρρευση της ισοτιμίας της τουρκικής λίρας, το κύμα ακρίβειας που ξεπατώνει την μεσαία τάξη (στην οποία στηρίχθηκε η εποχή Ερντογάν) και φθάνει κάτω από το όριο των αντοχών τους τους απόκληρους της Τουρκίας, η πρόδηλη αποτυχία των «Ερντογανικών Οικονομιών» που θεωρούν ότι η μείωση των επιτοκίων θεραπεύει τον πληθωρισμό (και που οδηγεί σε λάδι, ζάχαρη και καφέ με το δελτίο), μαζί και με τις πηγαίες διαδηλώσεις που ξέσπασαν σε πολλά αστικά κέντρα της Τουρκίας, όλα αυτά έκαναν σ' εμάς πολλούς (α) να προδικάζουν το τέλος της εποχής Ερντογάν ο οποίος «βρίσκεται στην γωνία», (β) να επιχαίρουν για τα παθήματα των γειτόνων που τον στήριξαν και την αμηχανία των συμμάχων που τον στηρίζουν, (γ) να μιλούν ήδη για μια επόμενη μέρα σχετικά άμεση και καλύτερη για τα Ελληνικά συμφέροντα.
Υπάρχει βέβαια και μια άλλη, κάπως πιο ψαγμένη και «αντανακλαστική» των παραπάνω προσέγγιση που θυμίζει ότι οσάκις η Τουρκία (δηλαδή: η κυβερνώσα ελίτ της Άγκυρας) βρέθηκε είτε μπροστά από πραξικοπήματα, είτε σε κλονισμό της εσωτερικής ισορροπίας, είχαμε ως αποτέλεσμα την μια τα Σεπτεμβριανά του 1955, την άλλη την εισβολή στην Κύπρο του 1974 (από Σοσιαλδημοκράτη, κοινωνικά πεφωτισμένο και... ποιητή Μπουλέντ Ετσεβίτ), την τρίτη τα Υμια και τις γκρίζες ζώνες του 1996 (επί της καλής μαθήτριας της Δύσης και ευνοούμενης της κυρίας Ωλμπράϊτ Τανσού Τσιλλέρ). Με δεδομένη την αναθεωρητική/νεοοθωμανική λογική Ερντογάν και τον τυχοδιωκτισμό από Συρία μέχρι Λιβύη και Ναγκόρνο-Καραμπάχ, την οικοδόμηση πυραμίδας εξοπλισμών (μόλις τελευταία στάση η συμφωνία με Ισπανία για δεύτερο αεροπλανοφόρο και υποβρύχια, μετά τα 6 Γερμανικά, συν με αναβάθμιση από τις ΗΠΑ των εκεί F-16 σε Viper) και με αιχμή την διακήρυξη της «Γαλάζιας Πατρίδας» σε προϊούσα υλοποίηση το 2020-21, η προσέγγιση αυτή εισπράττει την προειδοποίηση: μήπως πάλι επιδιωχθεί η «εξαγωγή κρίσης» μέσα από κινήσεις στο Αιγαίο ή/και τον Έβρο;
Θα μας επιτραπεί να καταθέσουμε την άποψη ότι και οι δυο αυτές στάσεις είναι ρηχές. Επικίνδυνα ρηχές. Όπως, βεβαίως, ρηχότατη είναι και η άλλη – συχνά εκφωνούμενη – εντύπωση ότι «η Τουρκία βρίσκεται απομονωμένη». Όταν σε κάθε δεύτερη στροφή, οι ΗΠΑ διαδηλώνουν την ανάγκη να μείνει η Άγκυρα προσδεδεμένοι στο Δυτικό/ΝΑΤΟϊκό άρμα. όταν στα 15 δις δολάρια στήριξης του Κατάρ προς την Άγκυρα στην περυσινή κρίση έρχονται τώρα να προστεθούν 10 δις από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (με τα οποία θεωρήσαμε ότι διαθέτουμε νεοπαγή στρατηγική σχέση). όταν... να δούμε την αυριανή στάση της ΕΕ και την μεθαυριανή της νέας Γερμανικής Κυβέρνησης π.χ. στην αυριανή φάση του Προσφυγικού/Μεταναστευτικού.
Όμως η ουσία, για μας, είναι αλλού: επιθυμεί αλήθεια οποιοσδήποτε νουνεχής άνθρωπος στην Ελλάδα ένα failed State στην άμεση γειτονιά μας; Γιατί αυτό θα ήταν μια Τουρκία σε περιδίνηση.
Και μάλιστα – προσθέτουμε – όταν ένα τέτοιο «αποτυχημένο Κράτος» συμβαίνει όχι απλώς να είναι και πολυάνθρωπο και ευεπίφορο σε εκρήξεις, αλλά και να έχει παράδοση σκληρής εσωτερικής πειθαρχίας. οπότε η «αποτυχία» μπορεί να φέρει εύκολα εκρηκτικότητα. Ας το ξανασκεφτούμε, ιδίως δε οι χειριστές πολιτικής και οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης, τι ευχόμαστε/τι φοβόμαστε/τι θέλουμε εν τέλει.

*Δημοσιεύτηκε στην economia.gr στις 26/11/2021. 

Το ζητούμενο από τα (νέα) μέτρα για την πανδημία: αποτέλεσμα, όχι αυτοδικαίωση

Πριν λιγότερες από δυο εβδομάδες, ο Πρωθυπουργός διαβεβαίωνε: «Είμαι κατηγορηματικός δεν πάμε σε lock-down [...]. Το 4ο κύμα αφορά τους ανεμβολίαστους, πρόκειται για μια πανδημία των ανεμβολίαστων». Προ καιρού, ο Άδωνις Γεωργιάδης έκανε πιο λιανά το αληθινό πλαίσιο αυτής τη διαβεβαίωσης: «Δεν υπάρχουν πλέον χρήματα για επιπλέον μέτρα στήριξης [...]. Πλέον, κανένα Κράτος δεν δίνει λεφτά, η δε Ευρώπη έχει κόψει τα λεφτά». Με τον αμίμητο, δε, τρόπο του εισήγαγε και την λειτουργική διάκριση εμβολιασμένων/ανεμβολίαστων: «Δεν θέλεις να εμβολιαστείς, κύριε; Μη σώσεις! τελεία και παύλα...».
Ήδη, μέσα Νοεμβρίου, η πορεία της πανδημίας ανά την Ευρώπη δείχνει ότι οι πολλές-πολλές διαβεβαιώσεις δεν βοηθούν όσους τις δίνουν. Και μπορεί όσα συμβαίνουν σε μια χώρα σαν την Λεττονία να μην πολυενδιαφέρουν, όμως το μερικό lockdown στην Ολλανδία (διάρκειας τριών εβδομάδων και τα ξαναβλέπουμε) με κλείσιμο εστίασης και απαραίτητων καταστημάτων στις 20.00, των «μη-αναγκαίων» στις 18:00, με απαγόρευση συγκέντρωσης πάνω από 4 άτομα στα σπίτια (!), με τηλεργασία ως κανόνα πλην περιπτώσεων «όπου αυτό δεν είναι εφικτό» (Ποσοστό εμβολιασμένων στην Ολλανδία; Περί το 85%). Στην δε Αυστρία, η επιλογή είναι για 10ήμερο lock-down στοχευμένο στους ανεμβολίαστους, οι οποίοι θα μπορούν να κυκλοφορούν μόνο για ουσιώδεις ανάγκες, συν χρήση μάσκας (Ποσοστό εμβολιασμένων στην Αυστρία, που ο ίδιος Καγκελάριος Σάλλενμπεργκ αποκαλεί «ξεδιάντροπα χαμηλό»; Περί το 65%).
Έτσι, λοιπόν, προχωράει και σ' εμάς η συζήτηση των προσεγγίσεων για μια νέα φάση μέτρων. Τα οποία, συμπεριφερόμενοι ως ρεπόρτερ-αναλυτές περιφέρονται ανά τα κανάλια και τα ραδιόφωνα οι διάφοροι υπουργοί δηλώνοντας ότι «σκέφτονται», «αντιμετωπίζουν» κλπ. Αξίζει όμως, έστω και στο νήμα , ένα στοιχείο αναστοχασμού γύρω από το πώς θα επεξηγηθούν/πώς θα προβληθούν τυχόν μέτρα που θα στοχεύουν/ποιο τμήμα του πληθυσμού (Ποσοστό εμβολιασμού στην Ελλάδα, στο 63%). Ειδικά αν στοχευθεί το τμήμα των ανεμβολίαστων – και μάλιστα αν «ανεπαρκώς εμβολιασμένοι» ανακηρυχθούν (πώς; με λήξη ισχύος των πιστοποιητικών εμβολιασμού μετά από 6 μήνες μετά την δεύτερη δόση, για τους άνω τω 60 ή των 65 ετών) κάποιοι από τους θεωρούμενους εμβολιασμένου – είναι εντελώς διαφορετικό το να στηριχθεί μια τέτοια κίνηση: (α) στην ευθύνη που φέρουν οι ανεμβολίαστοι, και μάλιστα με την καταφρόνηση στη διατύπωση Γεωργιάδη, ή πάντως με την λογική της ατομικής ευθύνης ή/και της αντικοινωνικής συμπεριφοράς (β) στην απόσειση από το Κράτος (δηλαδή από την Κυβέρνηση) της δικής του της ευθύνης για όσα θα ακολουθήσουν («εμείς το προσπαθήσαμε, εσείς δεν το κάνατε», (γ) στην εξήγηση ότι ακριβώς οι ανεμβολίαστοι είναι εκτεθειμένοι, οπότε μετά την εξάντληση των δυνατοτήτων του ΕΣΥ δεν υπάρχει άλλη δυνατότητα προστασίας/διάσωσής τους αν μολυνθούν.
Και, βέβαια, επανέρχεται το ζήτημα - όπως και σε κάθε φάση επιβολής μέτρων – του τρόπου, της πειστικότητας, της αξιοπιστίας, τού ύφους του ελέγχου/της «αστυνόμευσης» των μέτρων. Όπως την παλιά εκείνη εποχή της πειθούς (Τσιόδρας) ή της απειλής (Χαρδαλιάς), που η μνήμη της είχε αρχίσει να ξεφτίζει στην δημόσια συζήτηση
Σ' αυτήν λοιπόν την πραγματική – πραγματικότατη – συγκυρία της αναζήτησης ενός νέου πλαισίου μέτρων προκειμένου να ανασχεθεί η πανδημία (ή: για να καταδειχθεί ότι «ό,τι μπορούμε, κάνουμε!», που εξαρχής ήταν η ουσία των πραγμάτων), έχει σημασία με ποια λογική γίνεται η προσέγγιση των μέτρων: καταγγελίας των «κακών»; τιμωρητικότητας έναντι των αφρόνων; απόσεισης της ευθύνης; εξήγησης ότι «αυτό είναι το περισσότερο που μπορούμε» για προστασία. έχει πολύ μεγάλη σημασία, ώστε να μην επικρατήσει μια αντίληψη (πολιτικά αποδοτικής, αλλά) τραυματιστικής διχαστικότητας στην ούτως ή άλλως διχασμένη κοινωνία «μας». Και να επικεντρωθεί η προσοχή στο αποτέλεσμα/στην συγκράτηση της πανδημίας.
Γιατί... αυτό είναι το ζητούμενο, όχι μια οποιαδήποτε αίσθηση αυτοδικαίωσης.

*Δημοσιεύτηκε στην economia.gr στις 16/11/2021. 

Ingebor Beugel, Κυριάκος Μητσοτάκης, Υlva Johanson - η ουσία και το ύφος

Δεν ήταν καθόλου ευχάριστη η αντιπαράθεση – σε συνέντευξη Τύπου, στο Μέγαρο Μαξίμου – της Ολλανδής δημοσιογράφου Ingeborg Beugel με τον Έλληνα Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη γύρω από το θέμα των απωθήσεων – επαναπροωθήσεων/push-backs στο Αιγαίο. Στο θέμα αυτό, που διεκδίκησε το προσκήνιο και δύσκολα «φεύγει», υπήρξε μια σειρά από θέματα ύφους που τραυματίζουν. υπάρχει όμως και πολύ βαρύτερη ουσία.
Θα μας επιτραπεί να ξεκινήσουμε από το δεύτερο, εκείνο που όσες κινήσεις κι αν γίνουν για απομάκρυνση από την δημόσια προσοχή θα συνεχίσει να επανέρχεται: γίνονται ή όχι, συστηματικά ή ευκαιριακά push-backs στα ταραγμένα νερά του Αιγαίου; Ποια η στάση της επίσημης Ελλάδας, δηλαδή του Λιμενικού και των υπουργείων; ποια η συμμετοχή της Frontex; Ποιοι οι τρόποι των push-backs, ποιο το ανθρώπινο κόστος;
Η Ingeborg Beugel είναι μια Ολλανδή δημοσιογράφος που την έχει την συνήθεια να ενοχλεί τους εκάστοτε Έλληνες επισήμους κάποτε βασιζόμενη σε πληροφόρηση από ΜΚΟ: Παλιά, σε φάση της κρίσης στην Βοσνία/μνήμες γενοκτονίας στην Σρεμπρένιτσα, διαξιφισμός της με τον Θόδωρο Πάγκαλο είχε προσκαλέσει τηλεοπτικό σάλο. Όμως, για παράδειγμα, η Ylva Johanson – αυτή είναι η αρμόδια για τις Εσωτερικές Υποθέσεις Επίτροπος της ΕΕ (η οποία ΕΕ δεν είναι ακριβώς ΜΚΟ, και έχει κομβικό ρόλο στα θέματα προσφύγων/μεταναστών και ασύλου. ούτε και η Καθολική Εκκλησία είναι άλλωστε ΜΚΟ, το λέμε αυτό ενόψει επίσκεψης Πάπα Φραγκίσκου στην Ελλάδα) και προ εβδομάδων, αναφερόμενη σε καταγγελίες για push-backs αφενός από την Κροατία και αφετέρου από την Ελλάδα, για την πρώτη μεν δήλωνε ότι «παίρνει το ζήτημα πολύ σοβαρά και θα αρχίσουν αμέσως έρευνες [...] ο (Κροάτης) υπουργός ήταν σοκαρισμένος», ενώ για την Ελλάδα «η συζήτηση με τον Έλληνα υπουργό ήταν πολύ διαφορετική». Ο δε εκπρόσωπος Τύπου της ΕΕ Adalbert Jahnz, αφού εξέφρασε την «σοβαρή ανησυχία της Επιτροπής» δήλωσε ότι «[η Επιτροπή] δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει, οποιαδήποτε μέτρα επί παραβάσεως σε σχέση με τις εναπαπροωθήσεις. Έχουμε πει κατ' επανάληψιν ότι είναι παράνομες».
Επίσης ουσία είχαν δυο πράγματα που κατέθεσε – έστω με το δυσάρεστο επιθετικό ύφος της – η Ολλανδή δημοσιογράφος, δυο πράγματα που θα ήταν πολύτιμα για την Ελληνική διαπραγματευτική θέση: πρώτον, ότι επί έξη χρόνια η Ελλάδα αφέθηκε να μάχεται μόνη με το προσφυγικό/μεταναστευτικό ρεύμα από Τουρκία, με τους εταίρους να «βολεύονται» με την σκλήρυνση της Ελληνικής στάσης. δεύτερον, ότι στην Ολλανδία (της οποίας παρευρισκόταν ο πρωθυπουργός Μαρκ Ρούττε) υπάρχουν Δήμοι πρόθυμοι να φιλοξενήσουν πρόσφυγες για μετεγκατάσταση, όμως η Κεντρική Κυβέρνηση το αποτρέπει. Και οι δυο αυτές συνεισφορές θα μπορούσαν να αποτελέσουν χρήσιμα όπλα διαφώτισης της διεθνούς κοινής γνώμης, αν (ΑΝ) κάποιος ενδιαφερόταν να τα αξιοποιήσει έτσι, αντί να παίζει για το εσωτερικό ακροατήριο.
Αυτά είναι τα ουσιαστικά, μαζί και με την σταθερή αναφορά σε push-backs από Μέσα Ενημέρωσης όπως ο Spiegel, η SZ, η Guardian, η Deutsche Welle: ακόμη κι αν θεωρήσει κανείς ότι υποκρύπτουν υποκριτικές ευαισθησίες, αυτού του είδους τα Μέσα είναι που δημιουργούν την διεθνή κοινή γνώμη.
Όμως... δυο λόγια και για τα θέματα ύφους, τα οποία σχεδόν μονοπώλησαν το παρ' ημίν ενδιαφέρον. Πρώτον, η θεατρικότητα της καταγγελίας της Ολλανδής δημοσιογράφου έφερε τον Έλληνα Πρωθυπουργό εκτός εαυτού: επικίνδυνο, αυτό, αν σκεφθεί κανείς πόσες εντάσεις έχει μπροστά του – να φαντασθούμε ΕλληνοΤουρκικά, άμα ξεφύγουν; - οπότε μια εικόνα «εκτός εαυτού» σε συνέντευξη εντός έδρας/στο Μαξίμου δεν προοιωνίζεται καλά πράγματα. Δεύτερον, ο Κ. Μητσοτάκης θεώρησε ότι η Ολλανδή δημοσιογράφος θίγει, εν τω προσώπω του, ολόκληρο τον Ελληνικό λαό. η δε Ingeborg Beugel θεώρησε ότι ο Έλληνας Πρωθυπουργός προσβάλλει το σύνολο των δημοσιογράφων, διεθνώς, ψευδόμενος. Ειλικρινά, ποιος δίνει και στον έναν και στην άλλη το δικαίωμα να θεωρούν ότι αντιπροσωπεύουν το σύνολο της πλευράς από την οποία αποφάσισαν να ομιλούν; Τρίτον, η αναφορά του Έλληνα Πρωθυπουργού στις «ευθείες ερωτήσεις» που έχουν την (κακή) συνήθεια να κάνουν οι Ολλανδοί δημοσιογράφοι (θυμηθήκαμε προς στιγμήν πώς στο HardTalk του ΒΒC ο Steven Sacur – δεν είναι Ολλανδός, αυτός... - «έκανε φέτες» τον Χάρη Θεοχάρη όταν εκείνος θέλησε να δώσει καλλωπισμένη εικόνα για τους εμβολιασμούς στην Ελλάδα, με τουρισμό στο φόντο). Σε αντίθεση, προδήλως, με την πραότητα των αντίστοιχων Ελλήνων. Αρκετά υποτιμητικό για τ ους εγχώριους δημοσιογράφους – ή όχι;
Να κλείσουμε με μια αφήγηση: Έλληνας δημοσιογράφος, στο Νταβός, επί συναντήσεων Μητσοτάκη-Ντεμιρέλ (συνέχεια της «μεγάλης» συνάντησης Παπανδρέου-Οζάλ, με Κυπριακό στο ράφι, mea culpa κοκ), κάνει την πρώτη ερώτηση σε συνέντευξη του Τούρκου Προέδρου, ερώτηση ηπίως επιθετική με τα Δυτικά μέτρα. Πέφτει παγωμάρα στην αίθουσα που είχε κυρίως τούρκους δημοσιογράφους, επισήμους, ασφαλίτες – τα συνήθη – με ένα στοιχείο εχθρότητας φανερό. Ο πολύπειρος Τούρκος πρωθυπουργός, απαντά «δίπλα» από την ουσία, ο Έλληνας δημοσιογράφος επιχειρεί να προχωρήσει – διακόπτεται, «πάμε παρακάτω». Οι επόμενες ερωτήσεις, των Τούρκων συναδέλφων, σαφώς .... μη-ευθείες. Δίνουν βάση σε επεξηγηματικά λογύδρια Ντεμιρέλ. Ογκώδης λεπτομέρεια: οι ερωτήσεις γίνονται από – όχι αμελητέους – Τούρκους δημοσιογράφους, οι οποίοι πετιούνται όρθιοι σαν ελατήριο ήταν τους δινόταν ο λόγος. Και.... έκλειναν την ερώτησή τους με μια κλίση του σώματος προς τα εμπρός και ένα σεβαστικό «εφέντιμ».
Μετά από ημέρες, ο δημοσιογράφος περιγράφει την εμπειρία – πίσω στην Αθήνα – στον Μητσοτάκη (Κωνσταντίνο): «Έτσι είναι αυτοί», το σχόλιο του.

*Δημοσιεύτηκε στην economia.gr στις 11/11/2021. 

«Καλή τύχη» στην COP26

Ξεκίνησε λοιπόν και επισήμως η COP 26, που φέρνει για 2 ημέρες στην Γλασκώβη 20.000 αντιπροσώπους από 193 χώρες, να επιχειρήσουν μια ύστατη οργανωμένη προσπάθεια για ανάσχεση του ρυθμού επιδείνωσης (διότι περί αυτού πρόκειται) της κλιματικής κρίσης σε λογική Ατζέντας 2030. Προηγήθηκε, στην Ρώμη σύνοδος των G20 – που βαρύνονται με 80% των ρύπων που «παράγει» η παγκόσμια οικονομία – η οποία λειτούργησε ως προεισαγωγή. [Για όσους έχουν προσπεράσει κάτι από την αρχή αυτής της συζήτησης, πρόκειται για την 26η COP, δηλαδή Conference of the Parties, όπου «Parties» τα μέρη στην Framework Convention of Climate Change των Ηνωμένων Εθνών. Η COP1 συνήλθε το 1995, στο Βερολίνο. Στην ιστορική COP21 , στο Παρίσι, κατορθώθηκε να υπογραφεί η Συμφωνία των Παρισίων, όπου σχεδόν όλες οι χώρες της υφηλίου συμφώνησαν σε έναν στόχο: να φθάσει η θερμοκρασία σε επίπεδο ανώτερο μεν από την προ-βιομηχανική εποχή αλλ' «αρκετά κάτω από 2 βαθμούς Κελσίου» (ιδανικά 1,5 βαθμούς). Από την Συμφωνία των Παρισίων απέσυρε τις ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ. Τις επανέφερε ο Τζο Μπάϊντεν].
Η COP26 οργανώνεται από την Βρετανία σε συνεργασία με την Ιταλία, όπου και συνήλθαν οι G20. Καθώς η εκκίνηση δόθηκε στην Ρώμη, χαιρέτισε τις εργασίες ο Πάπας Φραγκίσκος, με ισχυρό μήνυμα προς την κατεύθυνση της συστράτευσης στο θέμα της κλιματικής αλλαγής/ήδη κρίσης. (Είχε προηγηθεί κατά δυο δεκαετίες ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, αναδεικνύοντας και θρησκειολογικά την υπόθεση του περιβάλλοντος). Οι συμβολικές κινήσεις άφθονες: στην «οικογενειακή φωτογραφία» των G20 ήρθαν και προστέθηκαν «μαχητές της πρώτης γραμμής»: γιατροί, διασώστες κοκ (στην φωτογραφία αυτοί φορούσαν μάσκες, οι ηγέτες βέβαια δεν φορούσαν).
Ενός άλλου επιπέδου συμβολισμός, όταν οι G20 φωτογραφήθηκαν να ρίχνουν τα παραδοσιακά νομίσματα στην Fontana di Trevi, δείγμα υπόσχεσης/δέσμευσης να επανέλθουν (στην Ρώμη, στην λογική της COP, στο όλο ζήτημα;). Ενώ στις εργασίες της Γλασκώβης, την υποδοχή του πλανητικού κοινού – η αλήθεια είναι ότι τα διεθνή μήντια έχουν προσέλθει, με κάθε λογής αφιερώματά και με διεξοδική κάλυψη – ανέλαβε ο συμπαθής δεινόσαυρος Frankie, ο οποίος πρωταγωνιστεί σε βίντεο ευαισθητοποίησης της UNFCCC: μεταφέροντας την εμπειρία των ίδιων των δεινοσαύρων από την εξαφάνιση, μετέφερε στους ανθρώπους το μήνυμα: «Μην επιλέξτε την εξαφάνισή σας! Σώστε το είδος σας πριν είναι πολύ αργά». Ανάλογα πήγε να εκφράσει και ο αμφιτρύων της Γλασκώβης Μπόρις Τζόνσον, όταν έκανε λόγο για το ότι «ο κόσμος βρίσκεται στο 1 λεπτό πριν τα μεσάνυχτα» στο θέμα της κλιματικής κρίσης. (Βέβαια... αφήνοντας στις δικές του αρχές σχεδιασμού/planning authorities την ευθύνη για το αν θα συνεχιστεί η χρήση άνθρακα, όπως π.χ. με άνοιγμα νέου ορυχείου στην Cumbria). O Γ.Γ. του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρρες χρησιμοποίησε μιαν άλλη μεταφορική έκφραση, λέγοντας ότι «χρησιμοποιούμε τον πλανήτη σαν αποχωρητήριο». Αντιθέτως, έμεινε σε δεύτερο πλάνο η (πάντα θυμωμένη Γκρέτα Τούνμπεργκ) – κρίθηκε ότι είναι αντιπαραγωγική.
Βέβαια, τίποτε δεν μπορεί να οργανωθεί χωρίς απρόβλεπτα: έτσι, πηγαίνοντας να πάρουν το τραίνο για την Γλασκώβη από τον σταθμό Euston στο Λονδίνο – αδιανόητο να χρησιμοποιηθούν αυτοκίνητα, σε περιβαλλοντική διοργάνωση: το τραίνο είναι αναγκαστική επιλογή! – εκατοντάδες ανθρώπων βρέθηκαν εγκλωβισμένοι στον σταθμό και τις πλατφόρμες, καθώς μια πτώση δέντρου είχε διακόψει την διαδρομή. Λιγότεροι από τους μισούς συνωστισμένους φορούσαν μάσκες: άλλο θέμα η Covid-19 απ' ό,τι η COP 26...
Σε λίγο πιο βαριά ατμόσφαιρα, χώρες με ισχυρότατο περιβαλλοντικό αποτύπωμα όπως η Κίνα , η Ρωσία, η Βραζιλία – και η Ιαπωνία, εκεί όμως είχαν εκλογές – έλαμψαν δια της απουσίας των ηγετών τους. Ασφαλώς υπάρχουν και οι βιντεοεπικοινωνίες, αλλά.....
Στο ξεκίνημα, λοιπόν, της COP26 ένα μπορεί να ευχηθεί κανείς: «καλή τύχη».

*Δημοσιεύτηκε στην economia.gr στις 2/11/2021.

Η πρόταση Μόσιαλου για ένα πρόγραμμα/καμπάνια «Φώφης Γεννηματά»

Εντελώς ιδιαίτερο το κλίμα των δηλώσεων του πολιτικού κόσμου – από δίπλα και το κλίμα της μηντιακής κάλυψης – στους αποχαιρετισμούς και την έκφραση τιμής προς την Φώφη Γεννηματά. Ένα κοινό στοιχείο, όχι και τόσο συχνό τους τελευταίους αυτούς καιρούς έντασης, ήταν μια συγκράτηση του λόγου, μια ηπιότητα εκφράσεων: στοιχεία που είχαν συνοδεύσει την ίδια στην πολιτική/δημόσια διαδρομή της, μια διαδρομή συγκρατημένη και ωστόσο επιδραστική όπως αποδείχθηκε. Συμπεριέλαβε η εκδήλωση εκτίμησης ως προς την συνολική παρουσία της την τονισμένη αναφορά στο πώς δημοσιοποίησε, πώς «έζησε σε δημόσια θέα» (πάντα συγκρατημένα, αλλά χωρίς συγκαλύψεις) την αρρώστιά της, την μάχη με τον καρκίνο – μέχρι τέλους. Και θεωρήθηκε – ευλόγως – ότι αυτό ακριβώς απετέλεσε σημαντική προσφορά της στην δημόσια ζωή. Μια ακόμη, ύστατη προσφορά: να μιλάμε ανοιχτά, όχι για «επάρατη ασθένεια» αλλά για καρκίνο. ιδιαίτερα οι γυναίκες για τον καρκίνο του μαστού. Να γίνεται ευθεία συζήτηση στην αυτοεξέταση, στην έγκαιρη διάγνωση, στις δυνατότητες αντιμετώπισης (αν μη θεραπείας).
Απ' όλες αυτές τις συζητήσεις, εντελώς ιδιαίτερη αξία πρέπει να αναγνωρισθεί – και να δοθεί ουσιαστική συνέχεια – στην πρόταση του Ηλία Μόσιαλου (κατατέθηκε σε συζήτηση στο Action 24) να μεταβληθεί ριζικά/να έρθει σε νέο επίπεδο η προσπάθεια πρόληψης του καρκίνου ως θέματος δημόσιας υγείας – ξεκινώντας ακριβώς με τον καρκίνο του μαστού. Όπως εξήγησε, με την συνήθη τάση του να λέει τα πράγματα με το όνομά τους, στην Ελλάδα κρίθηκε ότι το να αποζημιώνονται από τον ΕΟΠΥΥ οι σχετικές εξετάσεις (ιδίως οι μαστογραφίες) αποτελεί επαρκή συνεισφορά του Δημοσίου στην προσπάθεια πρόληψης/έγκαιρης διάγνωσης – και τούτο με δεδομένο ότι η διάγνωση στα πρώτα στάδια εμφάνισης καρκίνου αφήνει σημαντικά περιθώρια αντιμετώπισης. Μελέτες που επικαλέσθηκε ο Ηλ. Μόσιαλος δείχνουν ότι στην Ελλάδα, πολύ συχνότερα απ' ό,τι σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, η ασθένεια διαγιγνώσκεται σε στάδιο 3 ή 4. δηλαδή πολύ αργά για να υπάρχουν καλές προοπτικές της θεραπευτικής αγωγής. Εκείνο που θα βελτίωνε σοβαρά την κατάσταση, θα ήταν – κατά τρόπο ανάλογο με αυτό που έγινε με την καμπάνια εμβολιασμών για την Covid-19 – να υπήρχε μια συγκροτημένη κάλυψη του πληθυσμού. να διεξάγονταν καμπάνιες στοχευμένης ευαισθητοποίησης. να ειδοποιούνταν με τα αντίστοιχα SMS οι πληθυσμοί-στόχοι για την διαθεσιμότητα ραντεβού μαστογραφίας, δηλαδή να γίνεται κάτι και σε ευρεία κλίμακα, και pro-active (Τα παραδείγματα δεν λείπουν, διεθνώς). Μάλιστα, ως τιμή στην Φώφη Γεννηματά, να ονομαζόταν ένα τέτοιο πρόγραμμα/καμπάνια με το όνομά της
Ήδη, η Κυβέρνηση (δια του Αντιπροέδρου της Τάκη Πικραμμένου, τον οποίο διαδέχθηκε πανηγυρικότερα ο Πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης) και «έπιασε την μπάλα στον αέρα» με την πρόταση Μόσιαλου, αναγγέλοντας ότι θα προωθήσει προς εφαρμογή ένα Πρόγραμμα «Φώφη Γεννηματά». Θα προσθέταμε εδώ ότι, η Βουλή των Ελλήνων, αντί να καταφύγει στην πλέον κενή ουσίας εκδήλωση τιμής – την 10ήμερη παύση εργασιών – θα μπορούσε να διέθετε την περίοδο αυτή για να οργανώσει την δημόσια συζήτηση γύρω απ' αυτό το θέμα και να δρομολογηθεί – πέραν των προθέσεων – σχετική νομοθετική πρωτοβουλία.

*Δημοσιεύτηκε στην economia.gr στις 27/10/2021. 

Άβολες ανατροπές σε στερεότυπα από τα Νόμπελ Οικονομικών 2021

Ευρύτερη συμφωνία υπάρχει ότι μια αύξηση του κατώτατου μισθού δημιουργεί κίνδυνο να τραυματισθεί η συνολική απασχόληση. Αρκετοί μάλιστα θεωρούν ότι ένα τέτοιο αρνητικό αποτέλεσμα είναι βέβαιο: βλέπε και την πρόσφατη υπερ-επιφυλακτικότητα, στην Ελλάδα, να υπάρξει αύξηση των κατώτατων, έστω και συμβολική, μετά την καταβύθισή τους επί Μνημονίων.
Ευρύτερα διαδεδομένη είναι και η αντίληψη ότι η εισροή μεταναστών σε μια χώρα ή περιοχή θα συμπιέσει τα μεροκάματα του εγχώριου εργατικού δυναμικού και/ή θα φέρει ανεργία στους ντόπιους: σ' αυτή την αντίληψη στηρίχθηκε (και συνεχίζει να στηρίζεται) το αντιμεταναστευτικό κίνημα άλλα και πολλά σχετικά μέτρα πολιτικής, στην Ευρώπη και σ' εμάς.
Όλο και ευρύτερα ακούγεται, κατά τα άλλα, η αιτίαση/το παράπονο εργοδοτών – ξεκίνησε στις ΗΠΑ, όπου βέβαια η ανεργία βρίσκεται στο 5,4%, πέρασε στην Ευρώπη των «27» ενός 6,9% (Ιταλία 9,3%, Γαλλία 7,9%, Πορτογαλία 6,6%), τώρα τελευταία εισήχθη και στην Ελλάδα του περίπου 13% ποσοστού ανεργίας – ότι «δεν βρίσκουν κατάλληλο/πρόθυμο εργατικό δυναμικό». Αυτό, με την σειρά του κάνει να ανθούν οι προτάσεις για έμφαση στην κατάρτιση/επανακατάρτιση, αντί των πιο ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης ή της αύξησης των μισθών.
«Ευρύτερη συμφωνία» «ευρύτερα διαδεδομένη» κλπ.: έτσι δημιουργούνται στερεότυπα (αν μη θέσφατα), έτσι χαράσσεται – και στηρίζεται επικοινωνιακά, και γίνεται αποδεκτή από την κοινή γνώμη – μια αυστηρή οικονομική πολιτική.
Δείτε όμως: ανατροπή αυτών των στερεοτύπων έφεραν τα φετεινά Νόμπελ Οικονομικών, στους Ντέηβιντ Καρντ (του Berkeley), Τζόσουα Άνγκριστ (του ΜΙΤ) και Γκούϊντο Ιμπενς (του Στάνφορντ). Το Νόμπελ θα είχε μοιρασθεί με τον Καρντ και ο Άλαν Κρούγκερ πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων επί Ομπάμα, του Πρίνστον) αν δεν είχε πεθάνει το 2019 – τα Νόμπελ τιμούν μόνον ζώντες επιστήμονες. Σε κομβικής σημασίας μελέτη των Καρντ-Κρούγκερ, σύγκριση της πολιτικής για αύξηση του κατώτατου ημερομισθίου σε σχετικά ανειδίκευτους εργαζομένους εστιατορίων στο Νιου Τζέρσεϋ σε αντίθεση με μη-αύξηση στην γειτονική/συγκρίσιμη Πενσυλβάνια, «απέδωσε» αύξηση της απασχόλησης στον κλάδο αυτό στην πρώτη Πολιτεία ενώ καταγραφόταν μείωση απασχόλησης στην δεύτερη. Άλλη πάλι μελέτη του Ντ. Καρντ, που έβαλε στο μικροσκόπιο την μετανάστευση Κουβανών προς τις ΗΠΑ (δεκάδες χιλιάδες πέρασαν όταν ο Κάστρο άνοιξε τα σύνορα, αρχές της δεκαετίας του΄80, πριν τα ξανακλείσει), συγκρίνοντας την κατάσταση που διαμορφώθηκε στο Μαϊάμι – όπου κατέληξαν οι περισσότεροι – με εκείνην σε Ατλάντα, Χιούστον, Τάμπα αλλά και Λος Άντζελες, που δέχθηκαν λιγότερους, έδειξε ότι στο Μαϊάμι μπορεί να καταγράφηκε αύξηση του αριθμού εργαζομένων με περιορισμένες δεξιότητες, ωστόσο τα ημερομίσθια δεν δέχθηκαν πίεση προς τα κάτω.
Τα συμπεράσματα των μελετών των Καρντ-Κρούγκερ συνάντησαν αρκετές επιφυλάξεις στην ακαδημαϊκή κοινότητα, αν και άλλοι προβεβλημένοι οικονομολόγοι όπως ο Πωλ Κρούγκμαν ή ο Τζόζεφ Στίγκλιτς τα στήριξαν. Τώρα, μετά το Βραβείο Νόμπελ 2021 – που έρχεται σε μια φορτισμένη περίοδο οικονομικής πολιτικής διεθνώς, βλέπε την αύξηση του κατώτατου μισθού στις ΗΠΑ του Τζο Μπάϊντεν – η συζήτηση αυτή ξανανοίγει με ένταση.
Αξιοσημείωτο είναι ότι στην σχετικά εκλαϊκευτική μεν, όμως πολιτικά φορτισμένη παρουσίαση των νέων Νόμπελ, από ECONOMIST ή WSJ. βλέπει κανείς μια διστακτικότητα να αναδειχθεί αυτή ακριβώς η πτυχή των εργασιών τους. Μεγαλύτερη σημασία αποδίδεται στην οργάνωση της μεθόδου που έχουν εφαρμόσει – εκείνη των «φυσικών πειραμάτων» (έτυχε η πολιτική κατώτατου μισθού να είναι διαφορετική σε δυο συγκρίσιμες περιοχές, έτυχε ο Κάστρο να ανοίξει τα σύνορα) – καθώς και στις προϋποθέσεις που τίθενται προκειμένου τα συμπεράσματα αυτής της μεθόδου να είναι αξιόπιστα. (Εδώ έπαιξαν ρόλο οι εργασίες των Ανγκριστ-Ίμπενς, νωρίτερα των Άνγκριστ-Κρούγκερ που αφορούσαν το επίσης πολιτικά φορτισμένο ζήτημα του πόσο – και υπό ποιες προϋποθέσεις – η μακρότερη διάρκεια σπουδών δημιουργεί διαφορετικά εισοδήματα σε μεταγενέστερα στάδια της ζωής). Γενικώς, η συζήτηση που διευρύνεται με τα φετεινά Νόμπελ Οικονομικών έρχεται να ενταχθεί στην γενικότερη παρατήρηση ότι η θεωρητική προσέγγιση μπορεί να δημιουργεί σχήματα και θέσφατα, ωστόσο η εκ του σύνεγγυς καταγραφή δεδομένων – όπως των «φυσικών πειραμάτων» - και η μ' αυτή την βάση ανάλυσή τους καμιά φορά διορθώνει τα παραδεδεγμένα και την πολιτική που στηρίζεται σ' αυτά.
Αφήσαμε στην μέση της συζήτησης το παράπονο των εργοδοτών «δεν βρίσκουμε κατάλληλο εργατικό δυναμικό». Την φιλοξενούν, την εικόνα αυτή, τα περισσότερα διεθνή μήντια, όσο στοιχεία ανεβαίνουν στο προσκήνιο για αδύναμη εξέλιξη της απασχόλησης π.χ. στις ΗΠΑ. Σε πρόσφατη αρθρογραφία του, ο Ρόμπερτ Ράϊχ – καθηγητής σε Χάρβαρντ και Μπέρκλεϋ, υπουργός Εργασίας επί Κλίντον – ξιφούλκησε υποστηρίζοντας ότι εκείνο που δημιουργεί φαινόμενα έλλειψης στην αγορά εργασίας είναι «η έλλειψη ικανοποιητικών αμοιβών, η έλλειψη αμοιβών για επικίνδυνη εργασία, η έλλειψη παιδικής μέριμνας, η έλλειψη αδειών ασθένειας, η έλλειψη. υγειονομικής κάλυψης». Μιλούσε βέβαια για την Αμερικανική περίπτωση – και μάλιστα επεξέτεινε την ανάλυσή του στο φαινόμενο συνειδητής αποχώρησης από την αγορά εργασίας πολλών εργαζομένων «που αισθάνονται καμένοι, αδικημένοι, αγανακτισμένοι» οπότε, όταν βρουν τρόπο επιβίωσης, μένουν εκτός αγοράς εργασίας. Μέχρις ενός σημείου, κάτι τέτοιο μπορεί να είναι συνέπεια της περιπέτειας του κορωνοϊού.
Μάλλον όμως αυτό δεν δίνει την πλήρη ερμηνεία. Μήπως και αυτό το καταγραφόμενο φαινόμενο θάξιζε να προσεχθεί. Και σ' εμάς, όπου τα θέσφατα εύκολα επικρατούν.

*Δημοσιεύτηκε στην economia.gr στις 19/10/2021. 

Περί νεωτερικότητας

Παρά το ότι έχω ασχοληθεί ξανά με την έννοια της νεωτερικότητας σε σχέση με την Ελλάδα και άλλες αναπτυσσόμενες χώρες, σε αυτό το κείμενο θα ασχοληθώ πιο γενικά/θεωρητικά με το θέμα. Η νεωτερικότητα συνδέεται κυρίως με την Γαλλική Επανάσταση. Μια επανάσταση που κατάργησε τον φεουδαρχισμό του ancient regime, εναντιώθηκε στην απολυταρχία του θρόνου, στον θρησκευτικό σκοταδισμό και στις λαϊκές δεισιδαιμονίες. Στήριξε δηλαδή τις αξίες της λογικής ανάλυσης των φαινομένων, την επιστημονική πρόοδο και την αυτονομία του ατόμου. Ο παραπάνω ορισμός της νεωτερικότητας δεν είναι ικανοποιητικός. Δεν τονίζει την ιδιαιτερότητα των νεωτερικών κοινωνιών σε σχέση με τις προνεωτερικές. Αυτό είναι προφανές αν λάβουμε υπόψη μας πως μερικές από τις αξίες και συμπεριφορές που αναδύθηκαν στην περίοδο του Γαλλικού Διαφωτισμού τις παρατηρούμε και σε μη νεωτερικές κοινωνίες. Τις βλέπουμε για παράδειγμα στους προ και μετα-σωκρατικούς φιλοσόφους, καθώς και στους μαθητές τους (βλ. Minois 1998). Το ίδιο ισχύει αν επικεντρωθούμε σε κοινωνικοπολιτισμικά φαινόμενα, όπως η αυξανόμενη αναστοχαστικότητα, η υπαρξιακή αγωνία, η αμφισημία κτλ. Χαρακτηριστικά που μπορεί ένας ιστορικός να τα βρει, στο επίπεδο των ελίτ, στα μεγάλα αστικά κέντρα της ελληνιστικής περιόδου – όπως για παράδειγμα στην Αλεξάνδρεια, την Αντιόχεια και την Ρόδο (βλ. Ferguson 1969).
Αν θέλουμε να καταλάβουμε την ιδιαιτερότητα του νεωτερικού φαινομένου είναι απαραίτητο να εστιάσουμε λιγότερο στις αξίες και τη γενική κουλτούρα και περισσότερο στην κοινωνική οργάνωση που βλέπουμε στην περίοδο της ανάπτυξης του βιομηχανικού καπιταλισμού και της ανάδυσης του έθνους κράτους τον 19 ο αιώνα. Είναι σε αυτή την περίοδο που αναδύονται τα τρία βασικά δομικά χαρακτηριστικά των νεωτερικών κοινωνιών:
- Η μαζική ένταξη του πληθυσμού στο κράτος έθνος.
- Η ολική διαφοροποίηση των θεσμικών χώρων.
- Η διάχυση της εξατομίκευσης από την κορυφή στη βάση της κοινωνικής πυραμίδας.

Μαζική ένταξη στο εθνικό κέντρο

Χρησιμοποιώντας την ορολογία του Durkheim μπορούμε να υποστηρίξουμε πως οι προνεωτερικές, παραδοσιακές κοινωνίες είχαν μια μη διαφοροποιημένη κοινωνική οργάνωση. Από αυτή την άποψη ήταν αυτάρκεις, σχετικά αυτόνομες έναντι περισσότερο συμπεριληπτικών κοινωνικών ομάδων. Στην Δύση η τοπικιστική αυτή αυτάρκεια υπονομεύτηκε πρώτα από το απολυταρχικό μοντέλο διακυβέρνησης που πήρε την πλέον αναπτυγμένη μορφή του στην Γαλλία του Λουδοβίκου ΙΔ΄. Εκείνη την εποχή, με δεδομένες τις τεχνολογικές εξελίξεις στην στρατιωτική σφαίρα και τον διακρατικό ανταγωνισμό, το απολυταρχικό μοντέλο διαδόθηκε σε όλη την ηπειρωτική Ευρώπη – ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την κυριαρχία του έθνους κράτους κατά τον 19ο και 20ο αιώνα. Αυτό οδήγησε στην σταδιακή αποδυνάμωση του παραδοσιακού τοπικισμού και στη μαζική κινητοποίηση και ένταξη του πληθυσμού στις ευρύτερες οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές και πολιτισμικές αρένες του έθνους κράτους. Η εν λόγω διαδικασία ένταξης μπορεί να θεωρηθεί ως μια τεράστια μετατόπιση πόρων από την περιφέρεια στο εθνικό κέντρο.
Από την οπτική των φορέων δράσης μπορεί να γίνει αντιληπτή ως μια διαδικασία συγκέντρωσης στην κορυφή όχι μόνο των μέσων οικονομικής παραγωγής αλλά επίσης εκείνων της βίας/κυριαρχίας όπως και εκείνων της επιρροής/πολιτισμικής παραγωγής. Καθώς το κέντρο βάρους μετατίθεται από την περιφέρεια στο κέντρο, οι ταυτότητες των ανθρώπων διαμορφώνονται όλο και περισσότερο από τους εθνικούς θεσμούς και ιδεολογίες. Οι άνθρωποι που ζουν στην περιφέρεια ταυτίζονται πλέον λιγότερο με τις τοπικές κοινωνίες και περισσότερο με το εθνικό κέντρο. Αισθάνονται για παράδειγμα λιγότερο πατρινοί και περισσότερο έλληνες. Εισέρχονται σε αυτό που ο B. Anderson (1991) αποκαλεί φαντασιακή κοινότητα του έθνους κράτους. Οι παραπάνω διαδικασίες υποδεικνύουν πως στη νεωτερική εποχή το κράτος διεισδύει στην περιφέρεια κατά τρόπο που ήταν αδιανόητος στις προνεωτερικές κοινωνίες.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως η ένταξη στο εθνικό κέντρο έχει και αυτόνομες και ετερόνομες μορφές. Στην πρώτη περίπτωση μπορούμε να μιλάμε για δημοκρατικό εκσυγχρονισμό: αστικά, πολιτικά, κοινωνικά και πολιτισμικά δικαιώματα διαχέονται σταδιακά από το επίπεδο των ελίτ σε αυτό των λαϊκών στρωμάτων. Για παράδειγμα αυτό συνέβη στην Αγγλία του 19ου αιώνα και στις δυτικοευρωπαϊκές σοσιαλδημοκρατίες του 20ου. Από την άλλη μεριά, η ετερόνομη ένταξη οδηγεί στο κέντρο την πλειονότητα του πληθυσμού (ένταξη στον εθνικό στρατό, στο εθνικό σύστημα παιδείας, στις εθνικές αγορές), χωρίς όμως τη διάχυση δικαιωμάτων προς τα κάτω. Πρόκειται για έναν αυταρχικό εκσυγχρονισμό κατά τον οποίο οι πολίτες είναι «εντός» του εθνικού κέντρου σε ό,τι αφορά τις λειτουργίες ενός αυταρχικού συστήματος εξουσίας και «εκτός» αναφορικά με την απόκτηση δικαιωμάτων. Για παράδειγμα στην Πρωσία του 18ου και 19ου αιώνα υπήρξε μαζική ένταξη στον στρατιωτικό και ιδεολογικό χώρο, χωρίς όμως την παροχή πολιτικών δικαιωμάτων. Το ίδιο φαινόμενο, πολύ εντονότερο, παρατηρούμε στη ναζιστική Γερμανία και στην σταλινική Σοβιετική Ένωση. Επομένως είναι λάθος να ταυτίζουμε, όπως γίνεται συχνά, τον εκσυγχρονισμό (modernization) με τον εκδημοκρατισμό. Ο εκσυγχρονισμός μπορεί να πάρει τόσο χειραφετημένες όσο και χειραγωγημένες μορφές ένταξης στο κράτος έθνος.

Ολική διαφοροποίηση θεσμικών χώρων

Περνώντας τώρα από την σκοπιά των φορέων δράσης σε μια πιο συστημική προσέγγιση, ένα δεύτερο δομικό χαρακτηριστικό της νεωτερικότητας είναι η πρωτοφανής κοινωνική διαφοροποίηση καθώς οι θεσμικοί χώροι της οικονομίας, της πολιτικής εξουσίας και του πολιτισμού τείνουν να αποκτήσουν ξεχωριστή δυναμική, λογική και αξίες. Παρόμοιου τύπου διαφοροποιήσεις μπορούμε βεβαίως να συναντήσουμε και σε προνεωτερικούς κοινωνικούς σχηματισμούς (για παράδειγμα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία). Σε τέτοιες περιπτώσεις όμως η διαφοροποίηση περιορίζεται στην κορυφή. Ο κύριος κορμός της κοινωνίας εξακολουθεί να είναι οργανωμένος βάσει της μη διαφοροποιημένης παραδοσιακής κοινότητας (βλ. Marx 1959/1864). Ακριβώς αυτή η σταδιακή έκλειψη του δυισμού μεταξύ ενός θεσμικά διαφοροποιημένου κέντρου και μιας μη διαφοροποιημένης περιφέρειας χαρακτηρίζει τη νεωτερικότητα.
Με την ολική διαφοροποίηση της κοινωνίας σε σχετικά αυτόνομους θεσμικούς χώρους τίθεται το πρόβλημα του συντονισμού αυτών των χώρων. Στην πρώιμη νεωτερικότητα ο συντονισμός πραγματοποιείται κυρίως μέσω της κυριαρχίας του πολιτικού. Και αυτό γιατί, αντίθετα με τη μαρξιστική θεώρηση της κοινωνικής αλλαγής, η μετάβαση από το προνεωτερικό στο πρώιμο νεωτερικό στάδιο, δηλαδή η μετάβαση από την παραδοσιακή κυριαρχία στο έθνος κράτος, έγινε λιγότερο μέσω της επέκτασης των αγορών και περισσότερο μέσω της κρατικής επέκτασης και της διείσδυσης της κρατικής μηχανής στην περιφέρεια (Tilly 1975).

Ευρεία εξατομίκευση

Η διάκριση του Durkheim (1964/1893) μεταξύ μηχανικής και οργανικής αλληλεγγύης είναι ένας τρόπος να συνδέσει κανείς την κοινωνική διαφοροποίηση με την εξατομίκευση. Κατά τον Durkheim, στις μη διαφοροποιημένες κοινωνίες η κοινωνική συνοχή βασίζεται στις κοινές αξίες και τους κανόνες που λίγο πολύ αυτόματα ασπάζονται όλα τα μέλη της κοινωνίας. Σταδιακά με τον αυξανόμενο καταμερισμό της εργασίας, οι κοινοί κανόνες αποδυναμώνονται. Το υποκείμενο έχει την ικανότητα να κρατά αποστάσεις από τα οικογενειακά και κοινοτικά δίκτυα αντιμετωπίζοντας έτσι τον εαυτό του ως ξεχωριστό άτομο. Για να το πω διαφορετικά, στην κατάσταση της μηχανικής αλληλεγγύης κυριαρχεί ό,τι έχει το υποκείμενο κοινό με τους άλλους. Από την άλλη μεριά, στην οργανική κατάσταση το κοινό περιθωριοποιείται (χωρίς ποτέ να εξαφανίζεται). Ενώ, στο επίπεδο της ατομικής συνείδησης, το διαφορετικό καθίσταται κυρίαρχο. Αυτό βέβαια υποδηλώνει την εξατομίκευση. Το πέρασμα από τη μηχανική στην οργανική αλληλεγγύη γίνεται μέσω των μηχανισμών του καταμερισμού της εργασίας. Ο καταμερισμός της εργασίας δεν οδηγεί μόνο στην εξειδίκευση, αλλά και στον πολλαπλασιασμό των ρόλων στην οικονομία και αλλού.

Η μοναδικότητα των νεωτερικών σχηματισμών

Θεωρώ πως η αποδυνάμωση της παραδοσιακής κοινότητας και η μαζική ένταξη του πληθυσμού στο εθνικό κέντρο, η ολική διαφοροποίηση των θεσμικών σφαιρών και η ευρεία εξατομίκευση, στη συνάρθρωσή τους, καταδεικνύουν τη μοναδικότητα της νεωτερικής κοινωνίας. Αυτή η συνάρθρωση δεν είναι δυνατόν να υπάρξει σε κανέναν προνεωτερικό κοινωνικό σχηματισμό. Συμπερασματικά, η μοναδικότητα της νεωτερικότητας αποδεικνύεται λιγότερο με πολιτισμικούς και περισσότερο με κοινωνικοδομικούς όρους. Τα κοινωνικοπολισμικά χαρακτηριστικά αποκτούν την ιδιότητα του μοναδικού μόνο όταν ειδωθούν στο πλαίσιο της κοινωνικοδομικής οργάνωσης.

*Δημοσιεύτηκε στο "Βήμα" στις 17/10/2021.