Ένα πράγμα είναι η ουσία των ρυθμίσεων που έρχονται – τώρα σε δημόσια διαβούλευση, τον Μάιο για συζήτηση/ψήφιση στην Βουλή – για τα εργασιακά, ρυθμίσεων που είναι και σημαντικές και (προτού καλά-καλά δρομολογηθούν) παρεξηγημένες. Ένα εντελώς άλλο πράγμα είναι ο τρόπος με τον οποίο μεθοδεύονται.
Πολύ περισσότερο κι από τα μέτρα για τις δημόσιες συναθροίσεις (τα οποία αποδυναμώθηκαν στην πράξη, με την «βοήθεια» της ίδιας της πανδημίας αλλά και τα περιστατικά αστυνομικών παρεκτροπών: σε πόσες/ποιες μεγάλες «δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις» τολμήθηκε η εφαρμογή του νόμου με την «γνωστοποίηση οργανωτή» ή τα παραγγέλματα διάλυσης;), ακόμη περισσότερο από το εγχείρημα του Νόμου Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη για τα μέτρα που αφορούν την Παιδεία με λογική πειθάρχησης (όπου οι κινήσεις εγκατάστασης των ΟΠΠΙ στα επιλεγμένα, «άτακτα» ΑΕΙ όπως ήδη το ΑΠΘ αύριο η ΑΣΟΕΕ/ΟΠΑ αναβάλλονται για τον Σεπτέμβριο για να μεταποισθούν τα μέτωπα κόντρας) η μεθόδευση να ανοίξουν τα εργασιακά ακριβώς την στιγμή που κορυφώνεται η πίεση από την πανδημία του κορωνοϊού έχει λογική παιχνιδιού με την φωτιά. Κι ενώ από τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη θα το ανέμενε αυτό, ως προσέγγιση «μηδενικής ανοχής», όμως από τον Κωστή Χατζηδάκη προβληματίζει!
Και τούτο όχι μόνο επειδή η μεταρρύθμιση στα εργασιακά πάει πολύ-πολύ βαθιά με την διευθέτηση του χρόνου εργασίας υπό τις συνθήκες που επικρατούν ΣΗΜΕΡΑ και θα επικρατήσουν ΑΥΡΙΟ στην αγορά εργασίας «μετά τον Covid» – θα επανέλθουμε, γιατί αυτή είναι η ουσία – αλλ' επειδή παράλληλα επιχειρείται παρέμβαση στην φιλοσοφία του «Να πειθαρχήσουμε την κοινωνία». Το τελευταίο αυτό, με την παρέμβαση στον συνδικαλιστικό νόμο, με τις. προϋποθέσεις για την κήρυξη απεργίας καθώς και τις πρόνοιες για προσωπικό ασφαλείας, στις ΔΕΚΟ (1/3 του συνόλου) υπόσχεται/απειλεί ένταση. Μπορεί το συνδικαλιστικό κίνημα να έχει πάει πολύ-πολύ πίσω στην Ελλάδα του 2021, όμως «ευκαιρία» τώρα να φανεί πόσο.
Έτσι φθάνουμε στην ουσία της τομής που επιχειρείται στα εργασιακά. Είναι αλήθεια ότι η διευθέτηση του χρόνου εργασίας, δηλαδή η υπέρβαση του 8ωρου σε περιόδους αυξημένης δραστηριότητας της επιχείρησης με ρεπό ή μικρότερο ωράριο ή προσαύξηση της κανονικής άδειας υπέρ του εργαζόμενου, ή πάλι η αύξηση της δυνατότητας υπερωριών στις 120 ώρες (αντί των τωρινών 90/χρόνο), ακόμη περισσότερο στις 150 ώρες που έχουν ακουστεί, μπορεί θεωρητικά να εντάσσεται σε σωστή/συμφωνημένη λειτουργία των εργασιακών σχέσεων. Μάλιστα, η καθιέρωση κάρτας εργασίας, ιδίως άμα υπάρξει αληθινή/πειστική παρακολούθησή της (μην προσπερνάς την διατύπωση, φίλε αναγνώστη!) θα μπορούσε να βοηθήσει την διαφύλαξη των δικαιωμάτων των εργαζόμενων. Και για την διευθέτηση του ημερησίου/εβδομαδιαίου/μηνιαίου χρόνου εργασίας, και για την πραγματική πληρωμή των υπερωριών όταν γίνονται.
Ακούγεται ωραία και εκσυγχρονιστική αυτή η περιγραφή/διατύπωση. Όμως εδώ έρχεται να στρογγυλοκαθίσει στο τραπέζι η δυσάρεστη πραγματικότητα. Είναι, δε, η πραγματικότητα το ότι η ήδη καθημαγμένη από την δεκαετία των Μνημονίων αγορά εργασίας, έχει επιπλέον ενσωματώσει τώρα και την βίαιη πίεση της χρονιάς του κορωνοϊού. Ειλικρινά, λοιπόν, πιστεύουν όσοι επέλεξαν ΤΩΡΑ την νομοθέτηση στα εργασιακά προς αυτήν την κατεύθυνση ότι η «συμφωνία εργαζόμενου-επιχείρησης» (που είναι η καρδιά της διευθέτησης του χρόνου εργασίας...) θα βρει τις δυο πλευρές όχι σε ισότητα όπλων – αυτό ουδέποτε ίσχυσε! – αλλ' έστω σε σχετική ισορροπία; Ποιος εργαζόμενος/πώς θα αρνηθεί να προσφέρει εργασία με βολική για την επιχείρηση διευθέτηση; Και πως η «μετακίνηση» από την υπερωρία στην διευθετημένη παροχή εργασίας ή/και στην υπερεργασία (αυτή, 5ωρή την εβδομάδα, προβλέπεται υποχρεωτική), με συνέπια κατά 20%, 40% ή 80% φθηνότερη αμοιβή της εργασίας (για υπερεργασία, νόμιμη υπερωρία ή κατ' εξαίρεσιν υπερωρία), θα βρει τον εργαζόμενο στο δεύτερο μισό του 2021 έτοιμο να αντιταχθεί σε «πρόταση» της επιχείρησης; Και τι ακριβώς συνέπειες θα έχει ευρύτερα στην οικονομία η συμπίεση των εισοδημάτων λόγω εξάχνωσης των. υπερωριών; Όσο για την κατοχυρωτική λειτουργία της κάρτας εργασίας ας μην ξεχνούμε την πραγματική πραγματικότητα της αδήλωτης εργασίας στην Ελλάδα – του 1991, του 2001, του 2011, του 2016, του 2020-21.
Κερασάκι σε όλα αυτά, η εισαγωγή προς συζήτηση και ψήφιση αυτού του νομοθετικού πλαισίου το οποίο έμενε στο «περίμενε» και επί Κώστα Καραμανλή, και επί ΓΑΠ, και επί Σαμαρά/Βενιζέλου, και επί ΣΥΡΙΖΑ/Μνημονίου-3, και δυο χρόνια επί Μητσοτάκη, γίνεται τώρα σε εποχή που οι όποιες κοινωνικές αντιδράσεις θα είναι σε καταστολή λόγω Covid. Ναρκοπέδιο υπόσχονται/απειλούν να γίνουν τα εργασιακά, σ' αυτήν την στροφή!
Ως υποσημείωση σε όλα αυτά – αν και, κανονικά θα εδικαιούτο μεγαλύτερη προβολή! – ένα διπλό θετικό στοιχείο αυτής της πρωτοβουλίας νομοθέτησης στα εργασιακά: η εξίσωση της αποζημίωσης (σε περίπτωση απόλυσης) των εργατοτεχνιτών/ημερομίσθιων με εκείνη των υπαλλήλων/μισθωτών. Κατάλοιπο μιας τραγικά καθυστερημένης λογικής, εκείνη η ανισότητα. Και, στοιχείο της νέας εποχής, της διευρυνόμενης τηλεργασίας: η νομοθέτηση του «δικαιώματος στην αποσύνδεση» ως έσχατο όριο της ιδιωτικής ζωής (άντε να εξασφαλίσεις, βέβαια, την εφαρμογή και εδώ – αλλά ας μην επαναλαμβανόμαστε).
*Δημοσιεύτηκε στην economia.gr στις 15/4/2021.