Πέμπτη, 25 Απρίλιος 2024

Οι δικαιούχοι της Ευρώπης

Η μεγάλη εικόνα περιέχει παλινδρομήσεις και αντινομίες που λίγο-πολύ θυμίζουν τις ιδρυτικές θεμελιώσεις των αγορών σε αντιδιαστολή με όλες τις προηγούμενες οικονομικο-κοινωνικές διευθετήσεις. Λόγου χάρη, πριν από τη Βιομηχανική Επανάσταση οι οικονομικές ήταν εμπεδωμένες στις κοινωνικές σχέσεις∙ οι κανόνες της αμοιβαιότητας, της αναδιανομής του εισοδήματος και των κοινωνικών καθηκόντων είχαν μεγαλύτερο βάρος από τα μέτρα των αγορών.

Σήμερα, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: οι κοινωνικές, εταιρικές σχέσεις ορίζονται από τις οικονομικές. Ακριβώς αυτό το σχήμα είχε περιγράψει ο Καρλ Πολάνυι στον «Μεγάλο Μετασχηματισμό» για το μεγάλο διάστημα 1830-1940 - ένα έργο για την άνοδο και την πτώση της φιλελεύθερης αγοράς που αντέχει στις μέρες μας.

Ο Τραμπ, το Brexit, η επάνοδος με αξιώσεις κυβέρνησης των εθνικιστικών, αυταρχικών, ρατσιστικών και αντιευρωπαϊκών κομμάτων, ο απομονωτισμός, οι φράχτες στα σύνορα, οι προστατευτισμοί, οι αντιμεταναστευτικές πολιτικές δεν είναι παρά απότοκα της σύγκρουσης των επιταγών της παγκοσμιοποίησης από τη μία, και της αναζήτησης της κοινωνικής ευημερίας στο εσωτερικό των εθνικών κρατών από την άλλη.

Αν επεξεργαστούμε καλύτερα αυτή τη σύγκρουση θα δούμε τις επενέργειες της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας να αντιφάσκουν με τις επιτεύξεις της δημοκρατικής πολιτικής ζωής στο εσωτερικό των εθνικών κρατών.

Ετσι, στην Ευρώπη, οι συζητήσεις για «το μέλλον της Ευρώπης» συνεχίζονται -και έτσι θα 'πρεπε-, με μια διαφορά: γίνονται εν κενώ, σαν να μην υπάρχει παρόν και σαν να μην υπάρχει η πύκνωση των εμπειριών του πρόσφατου παρελθόντος· σαν να υπάρχει έλλειψη ιστορίας και ερειπίων.

Η κανονική θέση θα έπρεπε να ήταν: Για να υπάρξει μέλλον, θα πρέπει να στηθεί το σκηνικό του παρόντος. Ο άνεργος θα πρέπει να ζήσει τώρα. Το αγέννητο για να γεννηθεί θα πρέπει οι μέλλοντες γονείς του να βρίσκονται στη σανίδα σωτηρίας τώρα.

Τελικά, δεν είναι και τόσο παράδοξο ότι ο φιλοευρωπαϊσμός και ο αντιευρωπαϊσμός δεν παίζονται μέσα από δράσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά στα εθνικά ακροατήρια, με εθνικά υλικά και αφηγήσεις που ικανοποιούν αιτήματα εκλογικών ή δημοψηφισματικών αναγκών, τα οποία, αμέσως μετά, ξεχνιούνται ή τουλάχιστον δεν παράγουν χειροπιαστά κοινωνικοπολιτικά αποτελέσματα.

Ο Εμανουέλ Μακρόν, λέει, είναι ο νεότερος ηγέτης της Γαλλίας από την εποχή του Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Και ο Ματέο Ρέντσι της Ιταλίας ήταν 39 ετών όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία και ο Τσίπρας ήταν 40-41 χρόνων. Αλλά αυτά δεν παράγουν κάτι.

Αυτό που μπορεί να λέει κάτι είναι η λαϊκή ρήση: «Με καμία κυβέρνηση» όσον αφορά τους πολιτικούς εκλογικούς κύκλους, η κατάρρευση, όχι μόνο στη Γαλλία, των παλαιών κομματικών σχηματισμών εξουσίας, η παραγωγή αντιευρωπαϊσμού και οι κυβερνητικές ικανότητες -του φιλοευρωπαϊκού πλαισίου- να δίνουν ώθηση στο ευρωπαϊκό σχέδιο και, ταυτόχρονα, να διασώζουν ό,τι έχει απομείνει από το κράτος πρόνοιας∙ να δημιουργούν θέσεις εργασίας στις χώρες τους.

Αλλά το ευρωπαϊκό σχέδιο, αν υπάρχει τέτοιο, υπάρχει με τους συστατικούς του όρους: δηλαδή, προς όφελος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, οι πρώην εχθροί παραγκώνισαν την έχθρα και οι Γερμανοί ηγέτες ενεργώντας προσεκτικά ως «καλοί Ευρωπαίοι» άρχισαν να αποκαθιστούν βήμα βήμα μια εντελώς κατεστραμμένη εθνική φήμη.

Εξαιτίας της στήριξης της Ε.Ε. και χάρη στον γαλλογερμανικό άξονα προχώρησε η επανένωση των δύο Γερμανιών, με τη Γερμανία σήμερα να είναι ο μεγάλος δικαιούχος της Ευρωπαϊκής Ενωσης - και πριν και κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ.

Ομως, εφόσον η Γερμανία, από το 2010, έχει επικρατήσει στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, έχει μετατρέψει την Ενωση σε χώρα του γερμανικού ορντολιμπεραλισμού, της αέναης λιτότητας και της ανεργίας, με απόψεις κατά της Γαλλίας και κατά των χωρών της Νότιας Ευρώπης, με λάφυρο την Ελλάδα. Ετσι, είναι αρκετά εύκολο για την Ανγκελα Μέρκελ και τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να παίζουν τον ρόλο των πραγματικών υπερασπιστών της ευρωπαϊκής ιδέας εντός και εκτός Γερμανίας, με αντιευρωπαϊκή πολιτική.

Φυσικά, όπως επιμένει ο Γιούργκεν Χάμπερμας, αυτός είναι ένας πολύ εθνικός τρόπος θεώρησης των πραγμάτων. Βέβαια, οι Χριστιανοδημοκράτες δεν φοβούνται ότι ο Τύπος πρόκειται να ενημερώσει τους Γερμανούς ψηφοφόρους σχετικά με τους χίλιους λόγους για τους οποίους οι λοιποί ψεκασμένοι, ο Ελληνας του δημοψηφίσματος, ο Ιταλός, ο Αγγλος, ο Γάλλος, ο Αυστριακός και ο Ολλανδός, μπορεί να βλέπουν να πράγματα τελείως διαφορετικά.

«Με μια στάλα πολιτικής αποφασιστικότητας», είχε πει ο Χάμπερμας, «η κρίση του κοινού νομίσματος θα μπορούσε να προκαλέσει αυτό που κάποιοι κάποτε προσδοκούσαμε από μια κοινή ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική: τη δυνατότητα να μοιράζεσαι ένα κοινό ευρωπαϊκό πεπρωμένο ασφάλειας, ευημερίας για όλους... Μια συνείδηση που, βέβαια, ξεπερνάει τα εθνικά σύνορα...».

Και το είχε πει γιατί, όπως πολλοί άλλοι, πιστεύει ότι όσο δεν πέφτει αυτή η σταγόνα, οι αναγκαίες πολιτικές θα μένουν ανενεργές και θα παγιώνονται τα προβλήματα τα οποία καλούνται να λύσουν ελπιδοφόροι - όπως ήταν ο Ολάντ, ο Ρέντσι, όπως ο Τσίπρας αν θέλετε, ίσως, όπως και ο Μακρόν.

Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 19/5/2017.

Προσθήκη νέου σχολίου


Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση