Το 8ο Διεθνές Συνέδριο 'Ηλεκτρονική Δημοκρατία: Διασφαλίζοντας την Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Ψηφιακή Εποχή" λαμβάνει χώρα στις 12-13 Δεκεμβρίου 2019, στην Αθήνα (www.edemocracy2019.eu). Επικεντρώνει τη θεματολογία του στην προάσπιση της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην ψηφιακή εποχή, από διεπιστημονική σκοπιά. Θα μιλήσουν διακεκριμένες προσωπικότητες, όπως ο Καθηγητής Γεώργιος Μητακίδης (τίτλος ομιλίας: "Reinventimng Democracy in the Digital Era"), καθώς και εκπρόσωποι της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Θα παρουσιαστούν 15 ερευνητικές εργασίες, όπου Έλληνες και ξένοι ειδικοί πληροφορικής, νομικής και άλλων επιστημονικών πεδίων που ασχολούνται με σχετικά θέματα στον ακαδημαϊκό χώρο, τις επιχειρήσεις και τον δημόσιο τομέα, θα παρουσιάσουν το ερευνητικό έργο τους, θα συζητήσουν ενδιαφέροντα θέματα και θα ενημερώσουν για σημαντικές εξελίξεις στα σχετικά ζητήματα. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται σε θέματα δημοκρατίας, προστασίας δεδομένων, ασφάλειας πληροφοριών και ηθικής σε σχέση με τις σημαντικές για τον ψηφιακό μετασχηματισμό τεχνολογίες, όπως την τεχνητή νοημοσύνη, το μελλοντικό διαδίκτυο και τις τεχνολογίες 'blockchain'.
Επίσης, θα λάβουν χώρα και 2 παράλληλες εκδηλώσεις. Η πρώτη θα παρουσιάσει αποτελέσματα από ερευνητικά έργα που χρηματοδοτούνται από την Ε. Ένωση σχετικά με την υποστήριξη της συμμόρφωσης με τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (ΓΚΠΔ). Η δεύτερη εκδήλωση, στα ελληνικά, αφορά στην 3η Ημερίδα για τον ΓΚΠΔ, όπου θα παρουσιαστούν θέματα διακυβέρνησης της εποπτείας συνεκτικής εφαρμογής του ΓΚΠΔ, τεχνολογικών μέσων ενίσχυσης της προστασίας δεδομένων (ψευδωνυμοποίηση, ανωνυμοποίηση, κρυπτογράφηση), αυτοματοποιημένης λήψης αποφάσεων και δημιουργίας προφίλ, διαχείρισης περιστατικών παραβίασης δεδομένων, κ.ά.
*To 8o Διεθνές Συνέδριο "Ηλεκτρονική Δημοκρατία" θα γίνει στις 12-13 Δεκεμβρίου 2019 στο Divani Caravel Hotel, Λεωφ. Βασ. Αλεξάνδρου 2, Αθήνα.
Τα έθνη είναι σαν τους ενήλικους ανθρώπους. Ο λόγος δε που μερικοί ενήλικοι μοιάζουν περισσότερο μεταξύ τους δεν είναι επειδή ζουν στην ίδια γειτονιά ή εργάζονται στο ίδιο επαγγελματικό περιβάλλον. Είναι διότι οι συνθήκες μέσα στις οποίες γεννήθηκαν και μεγάλωσαν υπήρξαν σχετικά κοινές με αποτέλεσμα να διαμορφώσουν παρόμοιους ατομικούς χαρακτήρες.
Με τον ίδιο τρόπο, εξαιτίας της διαφορετικής ιστορικής πορείας που ακολούθησε η Ελλάδα από τα όμορά της βαλκανικά έθνη και την Τουρκία κατά τους δύο τελευταίους αιώνες, οι μεταξύ τους διαφορές είναι συχνά εντονότερες από τις επιμέρους ομοιότητες. Σημαντικές ανομοιότητες επίσης υπήρξαν ανέκαθεν, και συνεχίζουν να υπάρχουν, ανάμεσα στην Ελλάδα και στις δυτικές ευρωπαϊκές χώρες – και τούτο παρά την κοινή τους συμμετοχή σε διάφορους υπερεθνικούς οργανισμούς, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΝΑΤΟ. Ακόμη και με τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου (Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία), με τις οποίες η Ελλάδα παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες, οι διαφορές φαίνεται να υπερισχύουν, πράγμα που άλλωστε φάνηκε καθαρά από τον ιδιόμορφο τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα στάθηκε απέναντι στην οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας.
Ωστόσο η σύγχρονη Ελλάδα κάθε άλλο παρά αποτελεί ιστορική ιδιαιτερότητα, όπως συχνά μας αρέσει να πιστεύουμε. Η διαδρομή που ακολούθησε η χώρα κατά τους δύο τελευταίους αιώνες παρουσιάζει μεγάλη συγχρονία και εντυπωσιακή ομοιότητα με τις διαδρομές που ακολούθησαν οι χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Παρακολουθήστε επί τροχάδην:
Οπως η τουρκοκρατούμενη Ελλάδα επαναστάτησε για την ανεξαρτησία της στις αρχές του 19ου αιώνα, το ίδιο έπραξαν ταυτοχρόνως και οι χώρες της Λατινικής Αμερικής, επίσης επηρεασμένες από τη γαλλική και την αμερικανική επανάσταση. Η αρχή έγινε το 1810 στο Μεξικό και διήρκεσε μέχρι το 1825, όταν η Βολιβία και η Ουρουγουάη απελευθερώθηκαν τελευταίες από την ισπανική αποικιοκρατία. Η πιο σημαντική χρονιά ήταν το 1821. Τότε, επτά χώρες της περιοχής απέκτησαν την εθνική τους ανεξαρτησία: η Κόστα Ρίκα, η Δομινικανή Δημοκρατία, η Γουατεμάλα, η Ονδούρα, η Νικαράγουα, ο Παναμάς και το Περού. Η Βραζιλία, πρώην πορτογαλική αποικία, έγινε ανεξάρτητο κράτος με αναίμακτο τρόπο το 1820.
Όπως το νεοσσό ανεξάρτητο αλλά ανίσχυρο βασίλειο της Ελλάδας βρέθηκε αμέσως σε θέση πλήρους οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής εξάρτησης από τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής, έτσι και τα νεαρά έθνη της Λατινικής Αμερικής δεν μπόρεσαν να αποφύγουν παρόμοιες σχέσεις εξάρτησης από χώρες με ιμπεριαλιστικές βλέψεις, κυρίως τις Ηνωμένες Πολιτείες. Καθώς η οικοδόμηση εθνικών κρατών απαιτούσε σημαντικούς οικονομικούς πόρους για στρατό, διοίκηση, εκπαίδευση και οικονομική ανάπτυξη, όλες οι χώρες αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε εξωτερικό δανεισμό που σύντομα κατέληξε σε σχεδόν πλήρη οικονομική εξάρτηση.
Οπως στην Ελλάδα του 19ου αιώνα αναπτύχθηκε ένα ολιγαρχικό πολιτικό σύστημα, το οποίο όμως διέθετε έναν μικρό πυρήνα αστών με φιλελεύθερες ιδέες φερμένες από τη Γαλλία και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, έτσι και στις χώρες της Λατινικής Αμερικής ολιγάριθμες αστικές ελίτ μετέφεραν τον ευρωπαϊκό φιλελευθερισμό, με έντονη ωστόσο δόση εθνικισμού, στις δικές τους χώρες. Παντού σχεδόν τα νεαρά έθνη καθιέρωσαν δημοκρατικά συντάγματα εμπνευσμένα από το φιλελεύθερο πνεύμα των συνταγμάτων της Γαλλίας, των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ισπανίας. Παντού, επίσης, ο στρατός επενέβη ενεργά στην πολιτική και συχνά στρατιωτικοί αξιωματούχοι εξελίχθηκαν σε σημαντικούς πολιτικούς ηγέτες.
Οπως στην Ελλάδα, όπου, προς τις αρχές του 20ού αιώνα, το πολιτικό σύστημα είχε ήδη διαιρεθεί ανάμεσα σε δύο αντίπαλα πολιτικά στρατόπεδα, έτσι και στις χώρες της Λατινικής Αμερικής δημιουργήθηκαν οι παρατάξεις των Συντηρητικών, με στόχο τη διατήρηση της παραδοσιακής κοινωνικής ιεραρχίας με την ευλογία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, και των Φιλελευθέρων, που επιδίωκαν προοδευτικές μεταρρυθμίσεις και το άνοιγμα των χωρών τους στην παγκόσμια αγορά. Πολύ συχνά, όμως, όταν καμία παράταξη δεν ήταν σε θέση να ικανοποιήσει τις αγροτικές μάζες, το αποτέλεσμα ήταν ο κοινωνικός ριζοσπαστισμός. Το ελληνικό Κιλελέρ ήταν το αντίστοιχο των επαναστατημένων Πάντσο Βίλα και Εμιλιάνο Ζαπάτα στο Μεξικό.
Οπως η μεταπολεμική Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο του Ψυχρού Πολέμου ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σοβιετική Ενωση, έτσι και η Λατινική Αμερική υποχρεώθηκε να ενταχθεί στο παγκόσμιο αντικομμουνιστικό μπλοκ και μάλιστα για παρόμοιους λόγους: η μεν Ελλάδα αποτελούσε τον προμαχώνα της Δύσης στα Βαλκάνια ενώ η δημιουργία μιας δεύτερης Κούβας στο νότιο ημισφαίριο της αμερικανικής ηπείρου έπρεπε οπωσδήποτε να αποκλειστεί. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας με την υποστήριξη των ΗΠΑ ήταν η μόνη λύση. Και αυτό ακριβώς συνέβη στις δεκαετίες του '60 και του '70, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Αργεντινή, στη Χιλή, στη Βραζιλία, στη Βολιβία, στον Ισημερινό, στον Παναμά, στο Περού και στην Ουρουγουάη.
Οπως στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης άνθησε ο λαϊκισμός, έτσι και στις περισσότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής λαϊκιστές ηγέτες, τόσο στα αριστερά όσο και στα δεξιά του πολιτικού φάσματος, μπόρεσαν να κινητοποιήσουν τους λαούς υποσχόμενοι κοινωνική ισότητα και οικονομική ευημερία μέσω πελατειακών εξυπηρετήσεων και αυθαίρετων παρεμβάσεων στη συνταγματική νομιμότητα. Σε όλες τις περιπτώσεις επικράτησαν χαρισματικοί ηγέτες που, επικεφαλής προσωπικών κομμάτων, έφτασαν στην εξουσία και κατόπιν τη διατήρησαν για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Η περίπτωση του Ανδρέα Παπανδρέου έχει το αντίστοιχό της στις περιπτώσεις των Χουάν Περόν στην Αργεντινή, Αλμπέρτο Φουτζιμόρι στο Περού, Ούγκο Τσάβες στη Βενεζουέλα, Ραφαέλ Κορέα στον Ισημερινό.
Οπως η Ελλάδα, που τους δύο τελευταίους αιώνες ταλαιπωρείται από περιοδικές χρηματοπιστωτικές κρίσεις, οι οποίες, όχι σπάνια, οδηγούν σε κρατική χρεοκοπία, έτσι και οι περισσότερες χώρες της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής κάνουν πρωταθλητισμό σε αθετήσεις πληρωμών χρέους και αναγκαστικής προσφυγής στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Οι χρεοκοπίες της Αργεντινής (2001) και της Ελλάδας (2015) είναι απλώς τα πιο πρόσφατα επεισόδια μιας μακράς αλυσίδας μεγάλων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών κρίσεων που ξεκινούν από τη δημιουργία των εθνικών κρατών σε Ελλάδα και Λατινική Αμερική και φτάνουν μέχρι τις ημέρες μας.
Με τόσες ομοιότητες που παρουσιάζει με τα έθνη της Λατινικής Αμερικής, η νεότερη ελληνική ιστορία κάθε άλλο παρά ως ιδιαιτερότητα μπορεί να γίνει αντιληπτή. Το μόνο πραγματικό παράδοξο είναι ότι η Ελλάδα ακολούθησε το ίδιο μονοπάτι ιστορικής εξέλιξης που πήραν οι χώρες μιας μακρινής και άγνωστης ηπείρου, παρά ένα από τα μονοπάτια που ακολούθησαν τα κοντινότερα και περισσότερο γνωστά μας ευρωπαϊκά έθνη.
*Δημοσιεύτηκε στην "Καθημερινή" στις 3/11/2019.
Για έναν όχι και τόσο περίεργο λόγο ο καθηγητής Ηλίας Μόσιαλος είναι γνωστός στην Ελλάδα για κάτι που στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ: ως πολιτικός.
Ο παλιός «Ρηγάς» υπέκυψε το 2009 στο φλερτ του Γ. Παπανδρέου -που εντυπωσιάσθηκε από το κολοσσιαίο βιογραφικό του- και μετακόμισε από το LSE στην εγχώρια πολίτική σκηνή ως βουλευτής Επικρατείας του ΠΑΣΟΚ.
Πρέπει να ήταν η πιο αφελής απόφαση που πήρε ποτέ κάποιος με τη σταδιοδρομία και το δικό του διεθνές επιστημονικό κύρος. Ο Παπανδρέου όταν έγινε Πρωθυπουργός αλλά ξέχασε τον πολυβραβευμένο πανεπιστημιακό. Τελικά του έδωσε το ...ΙΣΤΑΜΕ και τον έκανε υπουργό Επικρατείας και κυβερνητικό εκπρόσωπο. Καμιά σχέση. Για να βάζει τον μακαρίτη τον Χόκινγκ να πουλάει μοτοσυκλέτες.
Το δέχθηκε και με τον λονδρέζικο αέρα του για την ενημέρωση τα πήγε καλά και ως εκπρόσωπος αλλά κυρίως ως πολιτικός προϊστάμενος της ΕΡΤ για την οποία πρότεινε το πιο λειτουργικό πλαίσιο λειτουργίας που είχε ποτέ.
Αλλά το 2011 αυτά τέλειωσαν και ο Μόσιαλος επέστρεψε στη φυσική κοίτη του: ερευνητής και διδάσκων στο πανεπιστήμιο του -στο οποίο κατατάσσεται στους πρώτους 30 από πλευράς απόδοσης. Και παράλληλα σύμβουλος συμβούλου διεθνών οργανισμών και κυβερνήσεων σε πολλές μεγάλες χώρες μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ και η Κίνα.
Στην Ελλάδα; Όχι. Η μόνη κρούση που δέχθηκε έκτοτε ήταν από τα σημερινά κυρίαρχα κόμματα να τους δώσει το κύρος του με αντάλλαγμα μια θέση στη... Βουλή. Αλλά όποιος έχει καεί στο χυλό... Πώς θα μπορούσε άλλωστε να δουλέψει είτε με τον Πολάκη, είτε με τον Κικίλια- πέρα από την ζώσα πολιτική του ταυτότητα;
Η τελευταία διεθνής αναγνώριση για τον Έλληνα καθηγητή Πολιτικής της Υγείας και Διευθυντή του LSE Health στο Λονδίνο,- με σημαντικό αριθμό δημοσιεύσεων και βιβλίων, επιμελητή πολλών επιστημονικών εκδόσεων και αρχισυντάκτη επιστημονικού περιοδικού- ήλθε εκείθεν του Ατλαντικού.
Και από κάπου που μάλλον δεν το περίμενε: από το επιτελείο της Προεδρικής καμπάνιας του γερουσιαστή Μπέρνι Σάντερς, υποψηφίου για το χρίσμα των Δημοκρατικών στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2020.
Ο εν δυνάμει αντίπαλος του Τραμπ υποβλήθηκε πρόσφατα σε εγχείρηση τοποθέτησης δύο στεντ. Αυτό του έδωσε τη ευκαιρία να μελετήσει τις τιμές τους στις ΗΠΑ και όταν τις βρήκε υψηλές αναζήτησε αξιόπιστες μελέτες σύγκριση τους με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Έτσι βρήκε την, αναγνωρισμένη διεθνώς, μελέτη του Μόσιαλου -και του συναδέλφου του Μάρτιν Βενζλ- που είχε δημοσιευθεί στο επιστημονικό περιοδικό Health Affairs το 2018 και εντυπωσιάσθηκε.
Ο 78χρονος Αμερικάνος πολιτικός υποβλήθηκε στην εγχείρηση μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου και του ήταν αναγκαία για το ιατρικό βιογραφικό στο εν όψει των εκλογών. Κάποιοι μάλιστα ήλπιζαν ότι η επέμβαση θα τον έβγαζε νοκ άουτ.
Συνέβη το αντίθετο, καθώς βγήκε σοφότερος στα θέματα υγείας, χάρη στα ευρήματα της μελέτης του Έλληνα καθηγητή. Τα πρόβαλε ήδη με πρόθεση να κάνει σημαία στον προεκλογικό αγώνα του σε ό,τι αφορά το κόστος υγείας στις ΗΠΑ, όπου κάθε χρόνο γίνονται 1.8 εκατομμύρια επεμβάσεις για τοποθέτηση στεντ.
Μια συνηθισμένη ιατρική επέμβαση τον οδηγεί να την εντάξει στην ατζέντα του για την υγειονομική περίθαλψη με βάση τη μελέτη του Μόσιαλου για το κόστος της. Αυτή η μελέτη έδειξε ότι τα πολύ συνηθισμένα πλέον στεντ- στις Ηνωμένες Πολιτείες κοστίζουν έως και έξι φορές περισσότερο από ό, τι σε άλλες βιομηχανικές χώρες με συστήματα υγειονομικής περίθαλψης που χρηματοδοτούνται από την κυβέρνηση.
Π.χ. κοστίζουν 670 δολάρια στις ΗΠΑ, αλλά μόνο 120 δολάρια στη Γερμανία. Η μελέτη εξηγεί τους μηχανισμούς της αγοράς και της φιλολογίας που δημιουργούν αυτό το χάσμα, άρα είναι και πολιτικό εργαλείο.
Για την Ελλάδα δεν ξέρουμε ποια ακριβώς είναι η κοστολόγηση, καθώς μάλλον δεν θα σκεφθεί κανείς από την κυβέρνηση να ρωτήσει τον Μόσιαλο. Άλλωστε και επί ΣΥΡΙΖΑ δεν τον είχαν καλέσει ούτε στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής που ερευνούσε τα κοστολόγια στα φάρμακα. Παρότι, πέραν του ότι είναι από τους κορυφαίους ειδικούς στον πλανήτη, είχε ήδη μιλήσει δημόσιας γι' αυτό το θέμα.
*Δημοσιεύτηκε στο anoixtoparathyro.gr στις 9/10/2019.
Τον Μάρτιο του 2021 η Ελλάδα θα γιορτάσει τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821. Η επέτειος αυτή αποτελεί μια εξαιρετική ευκαιρία αναστοχασμού: για τη συλλογική ταυτότητα, τον ρόλο, τους στόχους, τη στρατηγική και το μέλλον της χώρας στο πλαίσιο των προκλήσεων και των ευκαιριών του 21ου αιώνα. Μετά από μια μεγάλη, δεκαετή κρίση που δοκίμασε τα όρια του πολιτικού συστήματος, της οικονομίας και του κοινωνικού ιστού, το 2021 μάς δίνει την ευκαιρία να κοντοσταθούμε και να πάρουμε μιαν ανάσα· να κλείσουμε το κεφάλαιο της κρίσης και να ανοίξουμε ένα νέο. Είναι σημαντικό να αποφύγουμε τα λάθη του παρελθόντος· το χρωστάμε αυτό στον εαυτό μας. Είναι σημαντικό η επέτειος αυτή –και η όποια εθνική ανάταση συνδεθεί μαζί της– να βασιστεί σε γερά θεμέλια: να είναι συνειδητοποιημένη, όχι επιπόλαιη· να εκφράζει την εξωστρέφεια, την ήρεμη αυτοπεποίθηση και τον κοσμοπολιτισμό, όχι συμπλέγματα απομόνωσης («έθνος ανάδελφο»), ανωτερότητας (αρχαιοελληνικά μεγαλεία) ή κατωτερότητας (Ψωροκώσταινα)· να τιμά την ιστορία και τον πολιτισμό μας χωρίς να τα χρησιμοποιεί ως δικαιολογία για ταπείνωση των άλλων ή του σύγχρονου εαυτού μας.
Τα θεμέλια, το «καύσιμο» αυτού του αναστοχασμού της ταυτότητάς μας και της συλλογικής επανεκκίνησης είναι, ουσιαστικά, οι αξίες μας. Παρατηρώντας κάποιος επιφανειακά τη νεότερη και σύγχρονη ιστορία μας, την πολιτική συζήτηση και τις κοινωνικές νόρμες, μπορεί να μείνει με την εντύπωση ότι οι αξίες αυτές είναι η πατρίδα, η θρησκεία και η οικογένεια· οι κώδικες τιμής και αίματος που κληρονομήσαμε κυρίως από την Ανατολή· η ισχύς της φατρίας· ο ασφυκτικός εναγκαλισμός του ατόμου από την οικογένεια και το κράτος. Όλα αυτά σαφώς υπάρχουν. Ωστόσο η πιο πολύτιμη αξία μας –αυτή που είναι περισσότερο απο οποιαδήποτε άλλη χαραγμένη στο «συλλογικό μας DNA»– ήταν και είναι η ελευθερία.
Σὲ γνωρίζω ἀπὸ τὴν κόψι
τοῦ σπαθιοῦ τὴν τρομερή,
σὲ γνωρίζω ἀπὸ τὴν ὄψι,
ποὺ μὲ βιά μετράει τὴν γῆ.
Ἀπ' τὰ κόκκαλα βγαλμένη
τῶν Ἑλλήνων τὰ ἱερά,
καὶ σὰν πρῶτα ἀνδρειωμένη,
χαῖρε, ὢ χαῖρε, Ἐλευθεριά!
Η ελευθερία δεν είναι το αίτημα μιας μικρής, πολιτικά περιθωριοποιημένης και ιδεολογικά ομοιογενούς ομάδας θιασωτών του «καθαρού» καπιταλισμού. Η ελευθερία ήταν και είναι η κινητήριος δύναμή μας. Στις 25 Μαρτίου, στις 28 Οκτωβρίου και στις 17 Νοεμβρίου δεν γιορτάζουμε ούτε τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό ή το Βυζάντιο, ούτε την Εκκλησία· δεν γιορτάζουμε ούτε την ισότητα ή την αδελφοσύνη ή τη δικαιοσύνη ή την πρόνοια ή την ενωμένη Ευρώπη∙ ούτε καν τη δημοκρατία· όλα αυτά είναι οχήματα για το ταξίδι προς την πραγματική Ιθάκη, που είναι η ελευθερία. Τα κείμενα-θεμέλια του νέου ελληνικού κράτους ύμνησαν την ελευθερία, πάνω απ' όλα.
Καλλιῶναι μίας ὥρας ἐλεύθερη ζωή,
Παρὰ σαράντα χρόνοι σκλαβιά, καὶ φυλακή.
Τί σ' ὠφελεῖ ἂν ζήσης, καὶ εἶσαι στὴ σκλαβιά,
Στοχάσου πὼς σὲ ψένουν καθ' ὤραν στὴ φωτιά.
Τι σημαίνει όμως ελευθερία τον 21ο αιώνα; Πώς μπορεί να ικανοποιηθεί πρακτικά αυτό το διαχρονικό εθνικό αίτημα σήμερα; Ποια είναι στην πραγματικότητα τα δεσμά που περιορίζουν ή μπορεί να περιορίσουν στο μέλλον την ελευθερία μας;
Μήπως είναι ένας αέναος κύκλος ταπείνωσης, βίας και αναπαραγωγής τραυμάτων του παρελθόντος; Μήπως είναι ο φόβος της ντροπής και της αμαύρωσης της τιμής – επειδή έχουμε μάθει να βασίζουμε την επιβεβαίωση της ύπαρξης και της αξίας μας στην εικόνα που έχουν οι άλλοι (γείτονες, κυριολεκτικοί και μεταφορικοί) για εμάς; Μήπως επειδή φοβόμαστε το ρίσκο και της αποτυχία, επειδή μια ζωή έχουμε μάθει ότι μετρά μόνο η τελική νίκη και όχι η βελτίωση μέσω της προσπάθειας, που άλλωστε είναι μονόδρομος για την όποια «επιτυχία»; Μήπως εμπόδιο στην πραγματική ελευθερία μας είναι η υστέρηση – στην οικονομία, στη δημόσια διοίκηση, στη λειτουργία της δικαιοσύνης, στην πνευματική ανάπτυξη, στην προστασία του περιβάλλοντος, στη συντήρηση και ανάδειξη του δημόσιου χώρου, στις υποδομές και στην παροχή πραγματικά δωρεάν παιδείας και υγείας σε όλους; Μήπως αυτή η υστέρηση οφείλεται εν μέρει στο ότι προτάσσουμε την άμεση, βραχυπρόθεσμη ελευθερία που μας προσφέρει η ελαστική ερμηνεία και εφαρμογή αξιών και νόμων, αντί της συστημικής ελευθερίας που θα μας παρείχε η πειθαρχία σε αυτούς; Η ατομική ελευθερία δεν αποκλείει την ύπαρξη κράτους δικαίου· αντιθέτως, εξαρτάται από αυτήν.
Οἱ νόμοι νά' ν' ὁ πρῶτος, καὶ μόνος ὁδηγός,
Καὶ τῆς πατρίδος ἕνας, νὰ γένη Ἀρχηγός.
Γιατί κ' ἡ ἀναρχία, ὁμοιάζει τὴν σκλαβιά,
Νὰ ζοῦμε σὰ θηρία, εἶν' πλιὸ σκληρὴ φωτιά.
Η ελευθερία επίσης δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τις άλλες αξίες: χωρίς την ισότητα –δηλαδή τη δικαιοσύνη– και την αλληλεγγύη· χωρίς την προστασία που προσφέρει η κοινότητα στο δομικά αδύναμο άτομο. Η ελευθερία δεν μπορεί να αναπτυχθεί σε ένα περιβάλλον που είτε επιβάλλει τη μία θρησκευτική πίστη, είτε την απαγορεύει.
Σ' Ἀνατολὴ καὶ Δύσι, καὶ Νότον καὶ Βοριά,
Γιὰ τὴν Πατρίδα ὅλοι, νάχωμεν μία καρδιά.
Στὴν πίστιν του καθ' ἕνας, ἐλεύθερος νὰ ζῆ,
Στὴν δόξαν τοῦ πολέμου, νὰ τρέξωμεν μαζύ.
Βουλγάροι, κι' Ἀρβανῆτες, Ἀρμένοι καὶ Ρωμιοί,
Ἀράπιδες, καὶ ἄσπροι, μὲ μία κοινὴ ὁρμή.
Γιὰ τὴν ἐλευθερίαν, νὰ ζώσωμεν σπαθί,
Πῶς εἶμασθ' ἀντρειωμένοι, παντοῦ νὰ ξακουσθῇ.
Η ελευθερία συχνά ταυτίζεται με την εθνική ανεξαρτησία. Είναι αλήθεια ότι οι δύο έννοιες είναι αλληλένδετες. Ωστόσο, πλήρης «ανεξαρτησία» με την έννοια της απόλυτης αυτάρκειας δεν υπήρξε και δεν θα υπάρξει ποτέ. Ήμασταν, είμαστε και θα είμαστε ολοένα και περισσότερο κομμάτι ενός περιφερειακού και παγκόσμιου οικοσυστήματος, μιας ολότητας, που πάντα θα μας επηρεάζει και το οποίο, εάν προσπαθήσουμε, έχουμε τη δυνατότητα να επηρεάσουμε κι εμείς. Η ύπαρξη του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους οφείλεται εντέλει στη στήριξη των Μεγάλων Δυνάμεων – που με τη σειρά της ήταν αποτέλεσμα σωστών διπλωματικών χειρισμών του Καποδίστρια. Η απελευθέρωση ελληνικών κοινοτήτων στις αρχές του 20ού αιώνα οφείλεται εντέλει στη συναίνεση των Μεγάλων Δυνάμεων, που με τη σειρά της ήταν αποτέλεσμα σωστών διπλωματικών χειρισμών του Βενιζέλου, και σε σύμπτωση συμφερόντων. Η απελευθέρωση από τους Ναζί οφείλεται εντέλει στην αντίσταση που προέβαλαν οι (άλλες) Μεγάλες Δυνάμεις – αλλά, και σ' αυτή την περίπτωση, η προετοιμασία και η στάση του Μεταξά, η Εθνική Αντίσταση και η συμβολική σημασία της Ελλάδας έπαιξαν τον ρόλο τους.
Τι σημαίνει ελευθερία στο άναρχο περιβάλλον της νέας παγκόσμιας αταξίας; Ελευθερία τον 21ο αιώνα σημαίνει αυτογνωσία, αυτοβουλία, αυτοδιάθεση. Το να μπορείς να επιλέγεις εσύ τις φιλίες σου με βάση το συμφέρον και τις αξίες σου, και όχι να σου επιβάλλονται αυτές μέσα από διαβρωτικές εκστρατείες επηρεασμού της κοινής γνώμης. Το να έχεις στρατηγικές συμμαχίες και στρατηγική αποτροπής ώστε να μη ζεις με τον φόβο του θερμού επεισοδίου. Το να μπορείς να επιλέγεις εσύ το πώς διαθέτεις και εκμεταλλεύεσαι τους πόρους και τον τόπο σου, αντί να τα ξεπουλάς για προστασία ή για ένα κομμάτι ψωμί. Το να έχεις φωνή και να συμμετέχεις στα κέντρα λήψης αποφάσεων, αντί να απομακρύνεσαι από αυτά. Ελευθερία τον 21ο αιώνα είναι η ελευθερία να μπορείς να αναπνέεις καθαρό αέρα, να πίνεις καθαρό νερό και να τρως καθαρό φαγητό· να παράγεις και να καταναλώνεις καθαρότερη ενέργεια ώστε να περιορίσεις εκείνα τα καιρικά, δημογραφικά και γεωπολιτικά φαινόμενα που αύριο θα κάψουν ή θα πλημμυρίσουν το σπίτι σου και θα περιορίσουν την ελευθερία σου. Είναι ίσως παράδοξο, αλλά η ελευθερία –ατομική και συλλογική– απαιτεί εμπλοκή, όχι απομόνωση.
Όλα αυτά απαιτούν πραγματική ελευθερία και στο εσωτερικό: κριτική σκέψη, πνευματική άνθηση, αριστεία, ελευθερία ευκαιριών, ανοιχτό μυαλό, εξωστρέφεια, απελευθέρωση από τα φαντάσματα και τους μύθους του παρελθόντος.
Την ελευθερία να ονειρεύεσαι ένα ριζικά καλύτερο αύριο, ένα νέο αύριο, και την ελευθερία να μπορείς να το χτίσεις.
*Δημοσιεύτηκε στο amagi.gr στις 10/10/2019.
Είναι καιρός μερικοί να δούνε ότι, έπειτα από διακόσια τόσα χρόνια νεωτερικότητας ζυμωμένης με επανάσταση, δεν είναι βέβαιο ότι έχουν καταλυθεί οι σχέσεις δουλείας και οι νησίδες ή οι ζώνες φεουδαρχικού τύπου στον κόσμο. Αντίθετα, έχει αυξηθεί η σύγχρονη δουλεία. Η παγκοσμιοποίηση –ένα παλαιό κατά τα άλλα φαινόμενο– έχει εντείνει την παγκόσμια πόλωση. Ταυτόχρονα, όμως, έχει ενταθεί η παγκόσμια αντίδραση στη ρητορική της οικονομικής διάχυσης.
Η ιδέα της διάχυσης, –ότι δηλαδή οι προσδοκώμενοι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης θα είναι επωφελείς για όλους, για τους λαούς, οδήγησε σε ορισμένα μακροκοινωνικά επιφαινόμενα που ροκανίζουν και ανατρέπουν την ίδια την ιδέα που τα γέννησε: α) σε απορρυθμίσεις αγορών και στην κατίσχυση των χρηματιστικών λογικών πάνω στις «φυσικές»-παραγωγικές, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, β) στην καταστροφή του πλανήτη από την υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων και στην κλιματική αλλαγή, γ) στην ένταση της πόλωσης μεταξύ πλούσιων και φτωχότερων και στην αύξηση της μετανάστευσης του παγκόσμιου πληθυσμού προς τις νοούμενες πλουσιότερες κοινωνίες και, τέλος, δ) στην αύξηση των πολεμικών εντάσεων «δίχως πόλεμο» και των ολοκληρωτικών λογικών που ευνοούν βραχυπρόθεσμα εταιρικά και γεωπολιτικά κέρδη, αλλά έχουν μετατρέψει τη Γη σε χώρα «σύγχρονων μετακινούμενων Βεδουίνων» με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Γιατί, λόγου χάρη, η είσοδος της Ελλάδας στον «σκληρό πυρήνα» της Ε.Ε. δεν ικανοποίησε κοινωνικές και οικονομικές προσδοκίες; Ή μήπως ικανοποίησε ορισμένες πλευρές, αλλά με μεγάλο κόστος για τις υπόλοιπες; Πώς αποκωδικοποιούμε, λ.χ., την επιτυχία της χώρας, η οποία, ωστόσο, μας οδήγησε στην πλήρη χρεοκοπία;
Την τελευταία δεκαετία, οι στόχοι καταπολέμησης της φτώχειας, της μείωσης των ανισοτήτων και της ενίσχυσης της συνοχής κάθε άλλο παρά ορατοί είναι. Μάλλον απομακρύνονται. Και η ελληνική πολιτική παραμένει παθητικά προσηλωμένη στους κανόνες των Βρυξελλών και στην πειθαρχία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, στόχος (από το καταστατικό της) της οποίας είναι ο πληθωρισμός και όχι η απασχόληση, η ανάπτυξη και η ανακατανομή. Γιατί επιβραβεύεται ο κύριος Ντράγκι από την ελληνική συντηρητική πλευρά;
Μα γιατί η «νομισματική σταθερότητα» στη χώρα έσωσε τις άλλες χώρες, αλλά μας οδήγησε σε πρωτοφανείς νομισματικές στρεβλώσεις, τις οποίες ουδέποτε αναγνώρισε το πολιτικό σύστημα. Οι επιπτώσεις της απόκλισης της αξίας του κοινού νομίσματος από χώρα σε χώρα ήδη έχουν καταγραφεί στο εξωτερικό εμπόριο με την πριμοδότηση των ξένων προϊόντων (κυρίως των γερμανικών) σε βάρος των εγχώριων. Η αυταπάτη της νομισματικής σταθερότητας, εφόσον παραμένει ονομαστική και όχι πραγματική, αντιβαίνει όλες τις αρχές της πολιτικής οικονομίας και δεν συγκινεί παρά μόνον πιθήκους. Αντί σταθερότητας της οικονομίας, των τιμών και της αγοραστικής δύναμης, το κοινό νόμισμα ενδέχεται να αποβαίνει αιτία της αύξουσας αστάθειας.
Στην Ελλάδα, η εντεινόμενη άνοδος των τιμών και άρα η πτώση της πραγματικής νομισματικής ισοτιμίας επιβραδύνει μοιραία τις συναλλαγές, διώχνει και συρρικνώνει τις άμεσες ξένες επενδύσεις και διογκώνει το ειδικό βάρος των χρεών ως προς το διαθέσιμο πραγματικό εισόδημα.
Η «ισχυρή οικονομία» –όρος που παίχτηκε σαν ύμνος «της ελληνικής εκσυγχρονιστικής νέας ορθοδοξίας»– ενώ συνεισφέρει ένα αμελητέο ποσοστό του ευρωπαϊκού προϊόντος, καταγράφει ήδη το μεγαλύτερο ποσοστό των Ευρωπαίων ανέργων, ενώ ταυτόχρονα διατηρεί τα πρωτεία στο επίπεδο της ανεργίας των νέων μέχρι 25 ετών. Παρ' όλο που το 92% των Ελλήνων μισθωτών καθηλώνονται σε αμοιβές κάτω των 1.000-1.200 ευρώ μηνιαίως, οι ξένες αλλά και οι ελληνικές επενδύσεις τραβιούνται από τη χώρα. Το Ελληνικό είναι καμπανάτο παράδειγμα στα χέρια της Ν.Δ.
Το αίτημα της κοινωνικής αλλαγής, από καιρό τώρα, όφειλε να εκφραστεί είτε θεσμικά-πολιτικά είτε κοινωνικά. Οπωσδήποτε όχι σαρωτικά όπως εισηγήθηκαν μερικοί θεωρητικοί της επανάστασης: μέσω ενός εργαλειακού λόγου, ο οποίος διακήρυξε ελευθερίες, προνόμια και δικαιώματα χωρίς να μπορεί να τα προασπιστεί και να τα πραγματώσει. Η εργατική αριστοκρατία που κατεβαίνει στους δρόμους οφείλει να εννοήσει πως οι ονειρικοί κόσμοι προηγούμενων αιώνων έχουν θρυμματιστεί. Οφείλει να δει τη μορφή του κοινωνικού κυνισμού που επιβάλλει –αποτέλεσμα της κατίσχυσης υποκριτών, άσχετων και ιδιοτελών– και, αντίθετα, να εργαστεί για ένα είδος κοινωνικής αποκατάστασης.
Αν, πράγματι, βρισκόμαστε στην αρχή της μεταβατικής/τυφλής περιόδου, τότε το ερώτημα είναι: Πώς μπορούμε να επανασυνδεθούμε με τις πολιτικές παραδόσεις που ονειρεύονταν να κάνουν τον κόσμο καλύτερο – και όχι για τους λίγους; Η παγκόσμια οικονομία, στον βαθμό που πορεύθηκε με τους κακούς της δαίμονες, έχει φτάσει στα όριά της και η ελληνική κοινωνία/οικονομία στον πάτο της.
Αλλά αυτό είναι το δύσκολο της υπόθεσης. Και η Αριστερά σήμερα, έπειτα από τόσα χρόνια στοχασμού και δράσης, δεν βρίσκεται στα καλύτερά της ως προς τη διατύπωση μιας καθολικά αποδεκτής απάντησης σε αυτό το ερώτημα από ό,τι βρισκόταν –πηγαίνοντας από πίσω προς τα μπρος– το 1789, το 1848, το 1870, το 1917, το 1945, το 1968, το 1989, το 2001, το 2008-9, το 2015 κ.ο.κ. Οσοι νόμισαν ότι απάντησαν σε αυτό το ερώτημα είτε εξαπάτησαν είτε αυταπατήθηκαν. Εδώ είναι που είμαστε...
*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 4/10/2019.